Το Σαββατοκύριακο είναι πάντα μια καλή ευκαιρία να ξεμακρύνουμε λίγο από την πόλη. Για να ξεσκάσουμε, να δούμε λίγη φύση, να φάμε κάτι μερακλίδικο. Οι παρακάτω ταβέρνες, εξοχικά κέντρα όπως θα λέγαμε λίγο πιο παλιά, που έχουν πιάσει πόστο εδώ και πολλά χρόνια (οι περισσότερες τουλάχιστον) σε διάφορα σημεία της Αττικής, καμιά φορά και λίγο παραπέρα, δίνουν όλες μια πολύ καλή αφορμή για μια αυτοκινητάδα μέχρι τα μέρη τους. Αυτή η μικρή λίστα χωράει πολλά: μαστόρικες σχάρες και γάστρες, σουβλιστά, XL μπιφτέκια και μελωμένα μαγειρευτά, τηγανόψωμα και τυροπιτάρια, φρέσκα λαχανικά από μποστάνια σε απόσταση αναπνοής, και πολλά άλλα ιδιοπαραγόμενα προϊόντα. Είτε προτιμάτε μεζέδες, ψητά κρέατα και πλούσιες σαλάτες ή φρέσκα ψάρια και θαλασσινά με κρασί, τσίπουρο ή ούζο, σε κοντινή απόσταση από την Αθήνα θα βρείτε αυτό που ψάχνετε. Άλλοτε κρύβεται σε ένα αγρόκτημα, άλλοτε σε μια κλειστή με νάιλον αυλή, άλλοτε στη μέση του πουθενά. Αλλά μην πάτε έτσι, κάντε σίγουρα κράτηση. Γιατί όλες αυτές οι ταβέρνες έχουν τους πιστούς τους. Και ιδίως τις Κυριακές «γονατίζουν». Αν το επιχειρήσετε την εν λόγω μέρα, θα σας συμβουλεύαμε να πάτε είτε νωρίς είτε μετά τις 4 μ.μ. Και το να παραγγείλετε από πριν δεν είναι καθόλου κακή ιδέα.
Το Λάζο στην Κερατέα
Ταβέρνα νέας γενιάς, με την πολύ καλή έννοια. Ένα νέο παιδί από την Κερατέα, ο Χρήστος Τόλιας, μετέτρεψε έναν παλιό, ψηλοτάβανο πέτρινο χώρο που γνώρισε εποχές δόξας αλλά και παρακμής, σε σημείο αναφοράς όσο μόνο στην Κερατέα αλλά σε όλη τη νότια Αττική, βάζοντας στο μενού τις ντόπιες συνταγές της αρβανίτικης και σαρακατσάνικης κουζίνας, αλλά και κάποιες επιλογές από κρητικά πιάτα στα οποία τρέφει αδυναμία. Ο σεφ στην κουζίνα και η ομάδα του, όλοι νέα παιδιά, σεβάστηκαν απόλυτα την τοπική γαστρονομία και την τιμούν με διαλεγμένα ένα κι ένα τα υλικά τους, στην πλειοψηφία τους από παραγωγούς της περιοχής, συχνά μάλιστα βιοκαλλιεργητές. Ξεκινήστε με αρβανίτικο τηγανόψωμο με ντόπιο μέλι, χωριάτικο λουκάνικο με χειροποίητη πίτα καλαμποκιού και λαχανοσαλάτα μεταξύ πολίτικης και κόλσλοου, μοσχαρίσιο συκώτι-αφρός, ψημένο στα κάρβουνα όπως του πρέπει, χοιρινή τηγανιά με φέτα ντόπια. Τα ψητά στη σχάρα ποικίλουν από παϊδάκια μέχρι στέικ. Τα μαγειρευτά είναι λουκούμι: κρητικό γαμοπίλαφο σε μερίδα χορταστική (άνετα χορταίνουν δύο άτομα), σιουφιχτά με κοτόπουλο ή απάκι, μουσακάς με κιμά από πρόβατο, ατομικά μίνι κοντοσούβλια σερβιρισμένα στο τσιγκελάκι τους, αλλά και χοιρινό κότσι σιγοψημένο για 12 ώρες, να λιώνει στο στόμα. Ωραία επιλογή σε επιτραπέζια τυριά, κυρίως κρητικές γραβιέρες, αλλά και έντιμη επιλογή άνω των 12 κρασιών από τον μεσογείτικο αμελώνα. Συνοδέψτε με τις ωραίες σαλάτες, κυρίως από βιολογικά σαλατικά και λαχανικά, με ενδιαφέρουσες σαλτσούλες. Να κάνετε κράτηση και έχετε υπόψη ότι τις καθημερινές το μαγαζί ανοίγει μόνο για βράδυ. Ωραίος ο εσωτερικός πέτρινος χώρος, ωραία και η αυλή, προστατευμένη με νάιλον το χειμώνα και ανοιχτή τις καλοβραδιές και τα μεσημέρια, με θέα το παμπάλαιο εκκλησάκι του Αγίου Χαραλάμπη και τη μικρή πλατεία του. Βιβή Κωνσταντινίδου
Ο Μπαρμπα-Βασίλης στο Καπανδρίτι
Μια βαριά χειμωνιάτικη μέρα πήγαμε πρώτη φορά στον Μπαρμπα-Βασίλη. Χιόνιζε αλλά δεν το ’χε στρώσει ακόμα. 50-60 λεπτά από το κέντρο της Αθήνας, στο Μικροχώρι Καπανδριτίου, βρήκαμε μια ταβέρνα-όνειρο. Δεν θα πω «ανακαλύψαμε», γιατί θα σας παραπλανήσω. Τις Κυριακές έρχονται ορδές Αθηναίων με τις κουρσάρες τους· κάτι τεράστιες παρέες με παιδιά και σκυλιά κι υπάρχει φόβος να μην βρεις τραπέζι ή να μην προλάβεις τις σούβλες. Υπάρχουν όμως και πιο ήσυχες μέρες και ώρες, που η κίνηση πέφτει και τότε ίσως βρεις ελεύθερο και το πολυπόθητο τραπέζι μπροστά στο αναμμένο τζάκι. Την ταβέρνα άνοιξε το 1965 ο μπαρμπα-Βασίλης (ο οποίος δεν ζει πια) και η γυναίκα του, κα Κατίνα, μια καταπληκτική χρυσοχέρα Ρεθυμνιώτισσα. Με τη δουλειά και τα μαγειρέματά τους, αναστήσανε τις πέτρες κι αυτό που ξεκίνησε από μπακαλοταβέρνα και ταπεινός καφενές για τους χωριανούς και τους κυνηγούς και μανιταροσυλλέκτες που περνούσαν από εκεί, μεγάλωσε και εξελίχθηκε σε εξοχική ταβέρνα-ψησταριά, που διευθύνει πια ο γιος τους, Δημήτρης Μαντάς. Το αρνίσιο παϊδάκι και το παϊδάκι κοτόπουλου είναι υποδειγματικά, ζουμερά και καλοψημένα. Τζατζίκι και τυροκαυτερή τα φτιάχνουν οι ίδιοι, τα χόρτα τους είναι βρασμένα σωστά, το κοκορέτσι έξοχο, η χοιρινή ζουμερή. Πολύ καλή και η συκωταριά στο τηγάνι και must το τηγανόψωμο με φέτα που έρχεται φουσκωμένο σαν μπαλόνι στο πιάτο, κατευθείαν από το τηγάνι. Όταν το κόβεις, διαπιστώνεις πόσο λεπτό είναι, χωρίς ίχνος λαδίλας και με μπόλικη φέτα από παραγωγό των Καλαβρύτων στο εσωτερικό του. Μας έχει δώσει και τη συνταγή. Χριστίνα Τζιάλλα
Πλατεία Μικροχωρίου, Καπανδρίτι, Τ/22950-56.025
Αγρόκτημα Ρεγκούκου στην Αμυγδαλέζα
Ταβέρνα εξοχική κατά κυριολεξία, στις ερημιές της Σταμάτας, στη θέση Αμυγδαλέζα. Ξεκίνησε τη δεκαετία του ‘50, ως κτηνοτροφική μονάδα και αγρόκτημα, για να εξελιχθεί από τους απογόνους σε μία από τις καλύτερες εξοχικές ταβέρνες της Αττικής. Σπεσιαλιτέ της το μελωμένο κατσικάκι με πατάτες, οι λαχανοντολμάδες, τα θεϊκά κεφτεδάκια, ζουμερά και έξτρα αρωματικά, με την αθάνατη συνταγή της γιαγιάς-Αγγελικής, το μερακλίδικο τζατζίκι, το ευβοιώτικο τυροπιτάρι. Θαυμάσια τα φρικασέ όπως η μαγειρίτσα και το αρνάκι, αλλά και η σπανακόπιτα με σπανάκι και χόρτα από το αγρόκτημα. Δοκιμάστε τη συκωταριά και τις σεφταλιές, αλλά και τα παϊδάκια στα κάρβουνα. Τα κρεατικά είναι ολόφρεσκα από τον Μαγγίνα και το αγρόκτημα της οικογένειας παρέχει σχεδόν όλη την υπόλοιπη πρώτη ύλη. Στα συν η ηρεμία, η ωραία φύση και το ευγενέστατο καλωσόρισμα και σέρβις από τη νεότερη γενιά της οικογένειας Ρεγκούκου. Β.Κ.
Τέρμα οδού Έκτορος (5η Στάση Μαραθώνα της γραμμής 507), Αμυγδαλέζα, Σταμάτα (θα το βρείτε και στο gps), T/210-62.17.898
Βασιλάκος στο Πολυδένδρι
Εντελώς ιδιαίτερη περίπτωση ταβέρνας, με το 99% των προϊόντων που σερβίρονται να είναι ιδιοπαραγόμενα. Ο Βαγγέλης Βασιλάκος έχει κοπάδια, έχει στάρια, έχει μποστάνια, έχει λιόδεντρα και αμπέλια. Οτιδήποτε κρεατικό, από λουκάνικο προβατίνας μέχρι μπριζόλα χοιρινή, είναι μεζές περιωπής, μαστόρικα ψημένο, σε χορταστικότατες μερίδες. Τηγανητές πατάτες κομμένες στο χέρι και τηγανισμένες σε καλό λάδι, ορεκτικά το ένα καλύτερο από το άλλο. Μην παραλείψετε το ψωμί που σερβίρεται φρυγανισμένο ελαφρά, με λαδορίγανη: είναι φτιαγμένο σε καρβέλια-θηρία άνω των 2-3 κιλών, σε τεράστιες φέτες, από στάρια παλιών ποικιλιών που καλλιεργεί ο ταβερνιάρης-αγρότης Βαγγέλης Βασιλάκος στα κτήματά του στην περιοχή και αλέθει σε δικό του πετρόμυλο. Στο σέρβις και την κουζίνα βρίσκεται ολόκληρη η οικογένεια, φιλόξενοι και γενναιόδωροι σε όλα τους. Πριν φύγετε, αγοράστε τα συσκευασμένα αλεύρια του κ. Βαγγέλη, όλα από παλιές ποικιλίες και ολικής άλεσης στον πετρόμυλο. Προτιμότερο να κάνετε κράτηση. Β.Κ.
Λ. Ειρήνης 4, Πολυδένδρι, Τ/22950-52.317
Ο Γαβρίλης στον Κουβαρά
Ο Κουβαράς, χωριουδάκι ανάμεσα στα Καλύβια και την Κερατέα, απλώνει τα λιγοστά σπίτια του στην πλαγιά λόφου με θέα όλη την κοιλάδα μέχρι το Πάνειο όρος. Εικόνα θαυμάσια, κι όμως τόσο «αττική»! Σου ανοίγει και την όρεξη. Ο κεντρικός δρόμος από τα ριζά του λόφου μέχρι την κορυφή του είναι γεμάτος ψησταριές, από τις οποίες ξεχωρίζει δικαιολογημένα ο Γαβρίλης, με ιστορία σχεδόν ενός αιώνα. Σταθερή προτίμηση των ντόπιων και των κατοίκων των πέριξ, για τα σουβλιστά και ψητά στα κάρβουνα: πρόβεια παϊδάκια αλλά και παϊδάκια γάλακτος, μπριζόλες κάθε είδους, μπιφτέκια αφρός, χειροποίητα λουκάνικα. Κοντοσούβλι και κοκορέτσι επίσης φημισμένα. Οι πιο μερακλήδες ζητήστε την αρνίσια συκωταριά στο τηγάνι με λαδορίγανη. Το τζατζίκι και η τυροκαυτερή είναι χειροποίητα, η φέτα ντόπια. Το καλοκαίρι μην χάσετε τις τηγανητές μελιτζάνες και κολοκυθάκια. Β.Κ.
Αγίου Δημητρίου 47, Κουβαράς, Τ/22990-69.092
Βλάχικη Γάστρα-Γούλας στη Ροδόπολη
Μην ξαφνιαστείτε αν στο διπλανό σας τραπέζι στρωθεί κάποια παρέα επωνύμων (πολιτικών, δημοσιογράφων, ηθοποιών κ.ο.κ.), καθότι στέκι ονομαστό για τα μελωμένα κρεατικά στη γάστρα. Ο Πέτρος Γούλας, γηραιός, ευθυτενής, σοβαρός και καλόκαρδος Σαρακατσάνος, είναι μάστορας της γάστρας, στην οποία ψήνει μοσχαράκια, αρνάκια και κατσικάκια, με τρόπο υποδειγματικό και σπάνιο. Τα ψήνει για 3-4 ώρες. Βγαίνουν αφρός και καθώς ξέρει να διαλέγει ο ίδιος τα κρεατικά του, τα καρυκεύει ελάχιστα με λίγη ρίγανη, για να αναδείξουν την απίθανη νοστιμιά της καλής τους ανατροφής. Στο πλευρό του ο γαμπρός του, Ξένος, που έμαθε καλά την τέχνη τόσο της γάστρας όσο και της σούβλας, καθώς το μαγαζί σουβλίζει αρνάκι, κοκορέτσι-αποκάλυψη και σπληνάντερο. Οι γυναίκες ζυμώνουν έξοχο ψωμί και φτιάχνουν τέλεια μεζεδάκια, με πρώτη ύλη από το μποστάνι τους. Είναι μέρος που θα εκτιμήσετε μια καθημερινή που δεν επικρατεί το αδιαχώρητο. Β.Κ.
Κολοκοτρώνη 14, Ροδόπολη Τ/210-62.10.165
Σταφυλόμελι στην Κερατέα
Μέχρι πρότινος, η γάστρα και η σούβλα έπαιρναν μπροστά μόνο τα Σαββατοκύριακα και τις γιορτές, αλλά η ανακάλυψή της αρχικά από τον «Γ» και στη συνέχεια από άλλα Μέσα ανάγκασε τον ψήστη-μάστορα Κώστα Ιωάννου να τα φουλάρει και αρκετές καθημερινές. Κάντε πρώτα ένα τηλεφώνημα για να ενημερωθείτε τι μπαίνει στη σούβλα και τη γάστρα την ημέρα που θέλετε να πάτε. Στη γάστρα θα γευτείτε: πρόβατο μπουκιές, πατσά κοκκινιστή, σουτζουκάκια, προβατίνα κοκκινιστή, τυρόπιτα, μουσούντα (πλούσια αρβανίτικη σπανακόπιτα τραγανή και λεπτή, δίχως φύλλο), αρνάκι, κατσικάκι, μοσχάρι, κόκορα κοκκινιστό με χοντρό μακαρόνι. Στη σούβλα: αρνάκι, κοντοσούβλι χοιρινό, κοκορέτσι. Δεν μπορώ να προτείνω το καλύτερο, είναι όλα ένα κι ένα. Ανάλογα με τα κέφια της κουζίνας και την περίσταση, μπορεί να σερβίρεται εκείνη την ημέρα κάποια ομελέτα στη γάστρα ή κάποιο εποχικό τουρλού. Τα ψητά στα κάρβουνα είναι εξαίρετα – το γεμιστό μπιφτέκι, μεγάλο σουξέ. Τα ορεκτικά είναι χειροποίητα και θαυμαστά. Β.Κ.
Επαρχιακή Οδός Κερατέας-Αναβύσσου 77, Κερατέα, Τ/22990-63.441
Ραμνούς στη Ραμνούντα
Όταν μιλάμε για εξοχική ταβέρνα, το εννοούμε. Στη μέση του πουθενά, εντός του αρχαιολογικού χώρου του αρχαίου Ραμνούντα, μετά το Κάτω Σούλι Μαραθώνα, η ταβέρνα της οικογένειας Λέπουρα είναι αληθινή εμπειρία. Πρώτα πρώτα η τοποθεσία: εξοχική πραγματική, με απόλυτη ερημιά και πλήρη ησυχία. Τριγύρω λόφοι με πουρνάρια, ο ελαιώνας και ο αμπελώνας της οικογένειας, το μποστάνι τους, τα κοτέτσια και τα βοσκοτόπια τους. Ό,τι θα έρθει στο τραπέζι είναι ιδιοπαραγόμενο, καλοθρεμμένο και καλοφτιαγμένο. Η ταβέρνα ξεκίνησε τη δεκαετία του ‘50, και ήταν απλά το πέτρινο σπιτάκι της οικογένειας, στο οποίο η γιαγιά βασιλική έφτιαχνε παροιμιώδους νοστιμιάς κόκορα κοκκινιστό με μακαρόνια, για τους διερχόμενους κυνηγούς. Σήμερα, η σπεσιαλιτέ επιζεί με την παλιά καλή συνταγή συν: τυροπιτάρι και παστουρμαδοπιτάρι με φύλλο ανοιγμένο στο χέρι, πατάτες τηγανητές με αυγά και φέτα (προς Θεού μην το παραλείψετε αυτόν το μεζέ!), προβατίνα (στην εποχή της) σιγοψημένη από τα ξημερώματα στον φούρνο με πατάτες τυλιγμένη στη λαδόκολλα, αρνάκι σε γαστράκια ατομικά με δεντρολίβανο, χοιρινό κότσι στον φούρνο, ψητή στηθοπλευρά με πατάτες, φοβερές πίτες με φύλλο ανοιγμένο στο χέρι – ο φούρνος γενικά είναι το βασικό μαγείρεμα της ταβέρνας. Επίσης παϊδάκια, μπριζόλες και λουκάνικα στα κάρβουνα, αλλά και σαλάτες μόνο εποχικές, ωμές ή βραστές, από τα μποστανικά της οικογένειας. Κατόπιν συνεννόησης και ανάλογα τη διαθεσιμότητα ή την καλή σας τύχη, μπορείτε να δοκιμάσετε και άγριο κυνήγι. Το χειμώνα ανάβουν στο φουλ δύο τζάκια και ξυλόσομπα στο εσωτερικό, το καλοκαίρι θα καθίσετε κάτω από τη σκιερή φυλλωσιά των δέντρων. Προτιμήστε την εκτός μεγάλων εορτών και καλύτερα να κάνετε κράτηση. Β.Κ.
Τέρμα Λ. Ραμνούντος (θα σας οδηγήσει η ταμπέλα στα αριστερά σας), Αρχαιολογικός Χώρος Ραμνούντα, Τ/22940-63.670
Ο Χριστόφορος στα Καλύβια
Η πιο φημισμένη ταβέρνα-ψησταριά στα Καλύβια χρωστά τη φήμη της, και όχι αδικαιολόγητα, στα καλοψημένα κρεατικά, στις τεράστιες μερίδες και στο ότι έχει πολύ μακρά ιστορία, ήδη από το 1953, γνωστή τοτε ως «Βλαχοπούλα», από την οικογένεια Ράπτη, μισή με καταγωγή από τη Γκούρα Τρικάλων Κορινθίας και μισή αρβανίτικη από τα Καλύβια. Το 1998 την αναλαμβάνει ο γιος, Χριστόφορος (που αλλάζει και το όνομα της ταβέρνας), ενώ ο μπαμπάς συνεχίζει την κτηνοτροφία, μέχρι το 2011 που φεύγει από τη ζωή. Ο Χριστόφορος επεκτείνει σημαντικά την ταβέρνα, που σήμερα καταλαμβάνει περιμετρικά σχεδόν ένα ολόκληρο οικοδομικό τετράγωνο και, μεγαλωμένος καθώς είναι μέσα στο μαγαζί, συνεχίζει την οικογενειακή παράδοση, φροντίζοντας ιδιαίτερα την πρώτη ύλη του: αρνιά και πρόβατα έρχονται από τη Μυτιλήνη και τη Λάρισα, μοσχάρια (για τις τεράστιες μπριζόλες) από τις Σέρρες, τα χοιρινά από τη Χαλκίδα – δοκιμασμένα κρεατικά και παραγωγοί. Πατάτες κομμένες στο χέρι, το ελαιόλαδο μπαίνει σε όλες τις σαλάτες άφθονο. Για τα ορεκτικά επιλέξτε καλύτερα τα εποχικά. Όσο για τις θηριώδεις μερίδες με την απρόσμενα νορμάλ τιμή, ο Χριστόφορος μας ενημερώνει πως το κρέας ζυγίζεται ψημένο και όχι ωμό, πριν ψηθεί. «το κρέας όταν ψηθεί έχει κάπου 45% φύρα, οπότε ο πελάτης κερδίζει κάπου 1 ευρώ στο κιλό», μας λέει. Στα πιάτα τώρα: το μπιφτέκι από μοσχαρίσιο και αρνίσιο κιμά (που πιάνει ολόκληρο το πιάτο και φτάνει σχεδόν το κιλό) χορταίνει άνετα δύο άτομα, ιδιαίτερα το γεμιστό με φέτα. Μασίφ, με κρεατένια γεύση, ζουμερό και μυρωδάτο. Το κοκορέτσι (που αρωματίζεται και με λίγο δυόσμο), επίσης σε γενναία δόση, και τα παϊδάκια-αφρός είναι τα πιο διάσημα πιάτα, το πρώτο σούβλας φυσικά και τα δεύτερα στη σχάρα. Δοκιμάστε τα γλυκάδια σχάρας ή τηγανιά, αλλά και τις τέλεια ψημένες μπριζόλες κάθε είδους, μοσχαρίσιες και χοιρινές, με βάρος 800 γρ. περίπου! Η σχάρα αλλά και οι σούβλες δουλεύουν ασταμάτητα – δεν είναι τυχαίο ότι ακόμα και τις καθημερινές το μαγαζί έχει πολύ κόσμο. Γιορτές και Κυριακές επικρατεί το αδιαχώρητο, γι’ αυτό η κράτηση είναι απαραίτητη. Β.Κ.
Μιχάλη Καλαβρυτινού 11, Καλύβια Θορικού, Τ/22990-48.266
Κάβος στα Ίσθμια
Μία ώρα οδήγηση από την Αθήνα και μια ωραία διαφυγή είναι η ψαροταβέρνα Κάβος στην Κορινθία. Αρχικά μου έκανε εντύπωση ο χώρος, μια παλιά σιταποθήκη πάνω στη θάλασσα που την ανακαίνισαν και την έκαναν ταβέρνα. Περιποιημένη και καλαίσθητη, με το ξύλο να επικρατεί – καμιά σχέση με την κλασική ψαροταβέρνα. Εξωτερικά έχει πέργκολες, κλειστές με τζάμι για τον χειμώνα, και τραπέζια που βλέπουν στον Μεγαρικό κόλπο. Δεν παίζει μουσική και αυτό του πάει γιατί όλοι μιλάνε χαμηλόφωνα και επικρατεί ηρεμία. Τα ορεκτικά τα παραγγείλαμε στον σερβιτόρο: ραδίκια σωστά μαγειρεμένα να κρατάνε με μπόλικο ελαιόλαδο, σεβίτσε από λαυράκι αρκετά γευστικό και μια ταραμοσαλάτα νόστιμη, χειροποίητη και ρουστίκ, ιδανική για βουτιές με το χωριάτικο ψωμί. Τα υπόλοιπα τα παραγγείλαμε μέσα στην κουζίνα αφού μας τα έδειξαν, τα ζύγισαν και μας πρότειναν τις σωστές ποσότητες. Το καλαμάρι ήταν φρεσκότατο, πρωινό, τηγανισμένο με προσοχή, τόσο που πιο πολύ θύμιζε τεμπούρα. Στην ίδια φιλοσοφία και τα μπαρμπούνια, που τα ζητήσαμε ψητά αλλά την επομένη φορά θα τα προτιμήσω τηγανητά. Όσο για την καραβιδομακαρονάδα με όστρακα και λιγκουίνι μαγειρεμένα σε μια ιδιαίτερη λεμονένια σάλτσα, δεμένη σωστά, είναι η σπεσιαλιτέ της μαγείρισσας. Η αρκετά ενημερωμένη λίστα κρασιών με επιλογές από κοντινούς οινοπαραγωγούς ολοκλήρωσε την εμπειρία. Μαρίνα Πετρίδου
Κάβος, Ίσθμια, Κορινθία, Τ/27410-37.906
Θεόδωρος και Ελένη και Μικρό στα Λεγραινά
Η ψαροταβέρνα των Λεγραινών ο «Θεόδωρος και Ελένη», που έχει γίνει προορισμός για τους Αθηναίους για ποιοτική και οικονομική ψαροφαγία, έχει και αδελφάκι: το «Μικρό». Είναι ατμοσφαιρικό και ζεστό μαγαζί, ό,τι πρέπει για τον χειμώνα. Στο «Μικρό» σερβίρουν κάποια από τα πιάτα του μενού του «Θεόδωρος και Ελένη», όπως τις παναρισμένες γαρίδες με σουσάμι, φρέσκα ψάρια και μακαρονάδες με θαλασσινά και αρκετά καινούργια: οι γαρίδες με τσιγαρισμένη, σκορδάτη αλμύρα, καπνιστή πάπρικα, τραχούρι και χυμό λάιμ, τα αχνιστά κυδώνια σε ζωμό μπακαλιάρου και θρούμπι και η καραβιδομακαρονάδα. Μ.Π.
Λεωφόρος Λεγραινών, Λεγραινά, Τ/22920- 51.875
ΚωτσΑνΝίτσα στη Μαλακάσα
Ούτε δέκα χιλιόμετρα μακριά δεν απέχει η Λίμνη Μπελέτσι από την ταβέρνα Κωτσαννίτσα στην είσοδο της Μαλακάσας. Η Κωτσαννίτσα είναι μια περιποιημένη ταβέρνα με μετρημένες καρέκλες, που δεν ενδείκνυται για αυθόρμητες επισκέψεις. Για να εξασφαλίσετε ένα καλό γεύμα εδώ, θα πρέπει να έχετε φροντίσει να κλείσετε τραπέζι κάποιες μέρες νωρίτερα. Θα φτάσετε σε ένα παλιό σπίτι με αυλή. Στο εσωτερικό η σάλα με τα παλιά μωσαϊκά και κάποια έπιπλα αντίκες, μυρίζει ψητό. Εξωτερικά υπάρχει χώρος να αφήσετε το αυτοκίνητο αλλά και να κάνετε ένα μικρό περίπατο. Πρόκεται για ένα μέρος που θα αρέσει και σε παιδιά, καθώς υπάρχει άπλα να τρέξουν τριγύρω μέχρι να παραγγείλετε και να έρθει το φαγητό. Ένα γεύμα εδώ μοιάζει με επίσκεψη στο εξοχικό φίλων. Θα φάτε τηγανόψωμο, ομελέτα με λουκάνικα, παστουρμαδόπιτα. Πιάτο-σουξέ είναι το κατσικάκι με πατάτες στη γάστρα, που το σερβίρουν κυρίως τα Σαββατοκύριακα. Με προσυνεννόηση τουλάχιστον τρεις μέρες πριν μπορείτε να ζητήστε από τον Κώστα να σας ετοιμάσει προβατίνα στη λαδόκολλα. Υπάρχουν λίγες επιλογές σε εμφιαλωμένο κρασί. Τα γλυκά είναι σπιτικά φτιαγμένα, άτεχνα αλλά νόστιμα, η υποδοχή τους θερμή και το συνολικό γεύμα θα σας ικανοποιήσει. Νενα Δημητρίου
Λεωφόρος Αθηνών Χαλκίδος, Μαλακάσα, Τ/22950-98.814
Άγιος Μερκούριος στη Βαρυμπόμπη
Κρατήσεις δεν κάνουν, οπότε καλό είναι να αποφύγετε τις Κυριακές – γίνεται λαϊκό προσκύνημα σ’ αυτό το «εξοχικό κέντρο» όπως το λέει και η ταμπέλα στη Βαρυμπόμπη. Στη βεράντα του που βλέπει την Αθήνα να απλώνεται κάτω σαν χαλί κάθεσαι το καλοκαίρι. Τώρα το χειμώνα πιάνεις ένα από τα τραπέζια της σάλας με τις πέτρινες κολόνες, που έχει μια αίσθηση χωριάτικη και ένα τζάκι να τη ζεσταίνει, και παραγγέλνεις την όντως καυτερή τυροκαυτερή, το τζατζίκι που δεν το τσιγκουνεύεται το σκόρδο και το λιχούδικο τυροπιτάρι που φτιάχνουν και το σερβίρουν νε μέλι και το σουσάμι (άνετα το τρως και για επιδόρπιο). Η συνέχεια γράφεται με κάποια από όσα ψήνονται στην ψησταριά στο πίσω δωμάτιο, από παϊδάκια, ωραία ψημένο, μαλακό συκώτι σε σπαλομπριζόλες, αλλά και rib-eye και τεράστιες tomahawk. Τα Σαββατοκύριακα όλο και θα βάλουν χοιρινά κότσια στη γάστρα, ενώ μεσοβδόμαδα πολλές φορές πετυχαίνεις και πιάτα ημέρας. Σ’ αυτή την ταβέρνα-οικογενειακή υπόθεση, που ξεκίνησε το 1977, 8 χιλιόμετρα μακριά, στον Άγιο Μερκούριο, ο Δημήτρης Καλομηνίδης (στο σημείο που είναι τώρα μετακόμισε το 2009) και συνεχίζει ο συνονόματος εγγονός, το μενού είναι αρκετά σταθερό. Για το τέλος έχουν πανακότα ή μωσαϊκό, αλλά εγώ θα σας έλεγα να κλείσετε με πρόβειο γιαούρτι, που το παίρνουν από έναν μικρό παραγωγό στον Άγιο Στέφανο, με λίγο μέλι. Άντζελα Σταματιάδου
Α΄φυλάκιο Πυροσβεστικής, Βαρυμπόμπη, Τ/210-81.69.617
Πηγή: Γαστρονόμος