«Κατά φωνή και ο γάιδαρος», «της… το κάγκελο», «γης μαδιάμ», «αναγκαίο κακό», «δίνω τόπο στην οργή», «χτύπα ξύλο». Φράσεις που χρησιμοποιούνται σχεδόν καθημερινά από εκατομμύρια ανθρώπους και για κάθε είδους περιστάσεις. Φράσεις οι οποίες έχουν περάσει στο συλλογικό συνειδητό ως κομμάτι του γλωσσικού κώδικα που μοιραζόμαστε όλοι ανεξαρτήτως ηλικίας.
Κάποιες φράσεις έχουν μία ποιητική διάθεση και το λαϊκό αίσθημα τις χρησιμοποίησε περισσότερο για να υπονοήσει μια κατάσταση και όχι για να την περιγράψει. Όπως για παράδειγμα το «χτύπα ξύλο». «Απτεσθαι ξύλου», έλεγαν οι αρχαίοι Έλληνες. Λόγω της πεποίθησης τους πως στα δένδρα κατοικούσαν νύμφες (Δρυάδες/Αμαδρυάδες) χτύπαγαν το ξύλο του κορμού των δένδρων για να επικαλεστούν την προστασία τους, καθώς οι νύμφες μπορούσαν να πραγματοποιήσουν τις ευχές των ανθρώπων. Αυτή η συνήθεια συνηθίζεται ακόμα και σήμερα, όταν ακούμε κάτι το οποίο δεν θέλουμε να μας συμβεί.
Κάποιες είναι πιο ρεαλιστικές και πραγματιστικές. Όπως το «δίνω τόπο στην οργή» , φράση που την βρίσκουμε στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή (718): «είκε θυμώ και μετάστασιν δίδου». Αυτά τα λόγια λεει ο Αίμωνας στον πατέρα του τον Κρέοντα , που επιμένει να τιμωρήσει την Αντιγόνη, γιατί δεν υπάκουσε στη διαταγή του και έθαψε τον αδελφό της Πολυνείκη. «Είκε» σημαίνει υποχώρησε, «θυμώ και» αντί «και θυμώ μετάοτασιν δίδου», δηλαδή, και άλλαξε γνώμη, δηλαδή, δώσε τόπο στην οργή.
Υπάρχουν όμως πολλές από αυτές τις φράσεις που έχουν από πίσω εξαιρετικά ενδιαφέρουσες και πολλές φορές σκοτεινές ιστορίες όσον αφορά του από πού προήλθαν. Όπως το «Έγινε της Πόπης». Μία φράση που βγήκε πίσω από ένα τραγικό ναυάγιο με 11 νεκρούς.
Το τραγικό δρομολόγιο του «Πόπη»
Ήταν το βράδυ της 27ης Νοεμβρίου 1934. Μία μέρα με τραγικό καιρό σε μια Ελλάδα του μεσοπολέμου και μία ελληνική ακτοπλοΐα με πολλά στρεβλά στοιχεία. Το πλοίο «Πόπη» προσάραξε κοντά στη Βουλιαγμένη. Φορτωμένο με τουλάχιστον 122 επιβάτες (μετέπειτα έρευνες έδειξαν ότι ήταν 140 οι επιβαίνοντες του πλοίου) αλλά και με εμπορεύματα (μεταξύ των οποίων κάποια ακριβά τυριά) το πλοίο θα εκτελούσε το δρομολόγιο Πειραιάς – Σύρο – Πάρο – Νάουσα Πάρου – Νάξο – Φολέγανδρο – Σίκινο – Οία – Ίο – Θήρα – Ανάφη – Αμοργό – Αιγιάλη – Σχοινούσα – Ηρακλειά – Κουφονήσια, και επιστροφή μέσω Νάξου, Πάρου, Σύρου, για να καταπλεύσει κάποτε στον Πειραιά από όπου αναχώρησε.
Το 1920 το μετασκευασμένο επιβατικό ατμόπλοιο που φέρει το όνομα «Πόπη» γίνεται κτήμα της «Ηπειρωτικής Ατμοπλοΐας». Μετρούσε ήδη 40 χρόνια ζωής. Όταν έγινε το ναυάγιο 53. Ξεκίνησε ως ιδιωτική θαλαμηγός αναψυχής αλλά έφτασε στο σημείο να αλλάζει αδιάκοπα ιδιοκτήτες μετατρέποντάς το τελικά σε πλοίο ακτοπλοΐας.
Η πρόσκρουση, ο πανικός και όταν «έγινε της Πόπης»
Κοντά στο Μικρό Καβούρι στο Λαιμό της Βουλιαγμένης και μόλις μερικά ναυτικά μίλια από τον Πειραιά, συμβαίνει το μοιραίο. Η «Πόπη» εξόκειλε στη νησίδα «Κασίδι», η οποία όμως απέχει μόλις 300 μέτρα από τις βραχονησίδες «Φλέβες». Κάπου εκεί οι επιβάτες πίστεψαν ότι ήταν τυχεροί μέσα σε αυτό το τραγικό που τους συνέβαινε. Το πλοίο παίρνει επικίνδυνη κλίση, μπάζει νερά, αλλά δεν βουλιάζει, ενώ η στεριά είναι κυριολεκτικά μερικά βήματα μακριά. Το γεγονός ότι το δυστύχημα έγινε βράδυ δυσκολεύει αφόρητα την κατάσταση.
Πάνω στο καράβι επικρατεί πανικός, με το πλήρωμα να μην ακολουθεί κανέναν από τους κανόνες ασφαλείας και σύμφωνα με διηγήσεις που έχουν δει το φως της δημοσιότητας να αφήνει τους επιβάτες μόνους τους στην προσπάθεια να εγκαταλείψουν το πλοίο.
Οι μαρτυρίες ανέφεραν ότι βασικό μέλημα μέρους του πληρώματος ήταν να σωθούν τα… τυριά, με αποτέλεσμα εκείνο το πρώτο κρίσιμο διάστημα να ξεφορτώνουν εμπορεύματα παρά να δίνουν οδηγίες στους επιβάτες για το πώς θα εγκαταλείψουν με ασφάλεια το πλοίο. Ξεσπά πανικός που αργότερα θα αποδοθεί με την έκφραση «έγινε της Πόπης» η οποία έκτοτε θα συνοδεύει κάθε κατάσταση απόλυτου χάους και χαμού.
Το καράβι δεν διέθετε τα απαραίτητα μέσα ασφαλείας και σχολιάστηκε έντονα τις επόμενες μέρες του δυστυχήματος η έλλειψη τηλέγραφου για να εκπέμψει σήμα κινδύνου. Κάποια πράγματα μετά το ναυάγιο του «Πόπη» άλλαξαν στον τομέα της ασφάλειας αλλά για να συμβεί αυτό χρειάστηκε 11 άνθρωποι να χάσουν εκείνο το βράδυ τις ζωές τους. Οι εικόνες στα ρεπορτάζ των εφημερίδων μελών του πληρώματος με στοιβαγμένα κεφάλια «πολύτιμου» τυριού που σώθηκαν την ώρα που άνθρωποι πνίγονταν είναι χαρακτηριστικές.
Οι χωροφύλακες που βοήθησαν και τα λάθη που συνεχίστηκαν
Το πλοίο ποτέ δεν βυθίστηκε ολόκληρο παρόλα αυτά 11 επιβάτες πνίγηκαν μέσα στην ταραχή τους και τον πανικό που επικρατούσε. Η συμβολή τριών χωροφυλάκων που συνόδευαν κρατουμένους στην Ανάφη ήταν κομβική. Σκέφτηκαν να ανάψουν κλεφτοφάναρα και να δώσουν οδηγίες στους επιβάτες για να αποβιβαστούν στη διπλανή στεριά της βραχονησίδας του «Κασιδιού». Μόλις κατάφεραν οι ναυαγοί να φτάσουν μετέφεραν τις χαοτικές εικόνες και τις τραγικές σκηνές που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια της πρόσκρουσης.
Και τα λάθη συνεχίζονται. Το πλοίο ρυμουλκήθηκε στον Πειραιά αλλά επισκευάστηκε ελάχιστα καθώς ακολούθησαν μερικές μόνο επιδιορθώσεις και ύστερα δρομολογήθηκε στη γραμμή Πάτρα, Ζάκυνθο, Αργοστόλι, Ληξούρι.
Δεν άργησε ωστόσο και άλλοι επιβάτες να τεθούν σε κίνδυνο. Ειπώθηκε ότι εξαιτίας υψηλού κέντρου βάρους το πλοίο ήταν ευάλωτο στις απότομες κλίσεις. Δεν ήθελε και πολύ ώστε η έκφραση του ναυαγίου, αυτή που θύμιζε τις στιγμές χάους και πανικού να επανέλθουν. Όλα αυτά τα γεγονότα ήταν αρκετά ώστε ο κόσμος είχε χάσει την εμπιστοσύνη του απέναντι στο πλοίο και απέφευγε να κάνει ταξίδια με αυτό. Λίγο αργότερα η ιδιοκτήτρια εταιρεία το πλοίο «Πόπη» μετονομάστηκε σε «Ήπειρος».
ΠΗΓΗ:newsbeast.gr