Γιατί οι κληρονόμοι του ιδρυτή, Ευκλείδη Παυλίδη, αποφάσισαν να πουλήσουν την γνωστή επιχείρηση στην ECM Partners – Τα «χρυσά» λατομεία, τα κρασία από το Κτήμα Παυλίδη και οι προθέσεις του νέου ιδιοκτήτη.
Καμιά φορά οι προθέσεις είναι καλές, αλλά η πραγματικότητα προσγειώνει. Και στην περίπτωση των οικογενειακών επιχειρήσεων η ιστορία έχει δείξει ότι μπορεί να υποβόσκουν τόσα πολλά προβλήματα, με άξονα πάντα τις σχέσεις των μελών τους, ώστε στο τέλος να τίθεται σε άμεσο κίνδυνο το επιχειρηματικό δημιούργημα πολλών ετών.
Αυτές τις ημέρες στη Δράμα, την πρωτεύουσα του κλάδου εξόρυξης μαρμάρου, του «λευκού χρυσού» της χώρας, όπως πολλοί το έχουν χαρακτηρίσει, πέφτουν οι τίτλοι τέλους για την ιδιοκτησία της μεγαλύτερης εταιρείας εξόρυξης και επεξεργασίας μαρμάρου της χώρας, της Παυλίδης Μάρμαρα – Γρανίτες Α.Ε.
Οι κληρονόμοι του ιδρυτή, Ευκλείδη Παυλίδη, μιας εμβληματικής και δυναμικής φυσιογνωμίας στον χώρο του μαρμάρου, Χριστόφορος, Χριστίνα και Κυριάκος αποφάσισαν να πουλήσουν την επιχείρησή τους στην ECM Partners, εταιρεία διαχείρισης κεφαλαίων από την Κύπρο. Το deal φημολογείται ότι ξεπερνά τα 500 εκατ. ευρώ – για κάποιους «χρυσό», για άλλους «φθηνό» χαρακτηρίζεται στις συζητήσεις που γίνονται στην τοπική κοινωνία όπου υπάρχει έκδηλη ανησυχία για την επόμενη μέρα. «Φθηνό» κυρίως για τον αντίκτυπο που φοβούνται πολλοί ότι μπορεί να έχει στην τοπική κοινωνία και οικονομία ανάλογα με τις προθέσεις των νέων ιδιοκτητών. Και αυτό γιατί από το 1980, οπότε ιδρύθηκε η Παυλίδης Μάρμαρα – Γρανίτες Α.Ε., εξελίχθηκε σε έναν από τους μεγαλύτερους εργοδότες στον νομό που βασίζεται πολύ στον κλάδο της εξόρυξης μαρμάρου για την επιβίωση και την ευημερία του.
Αν και οι λόγοι που οδήγησαν στην πώληση της εταιρείας από την οικογένεια δεν έχουν γίνει γνωστοί, ήταν κοινό μυστικό πως τα τρία αδέλφια, πέραν κάποιων προσωπικών διαφορών, είχαν μεγάλες διαφωνίες τόσο σε θέματα στρατηγικής όσο και διαχείρισης. Σε αυτά πρέπει να προστεθεί και το γεγονός ότι δεν διαφαινόταν μια διάδοχη κατάσταση. Σημειωτέον πως ο Κυριάκος, ο μεγαλύτερος εκ των αδελφών που εκτελεί χρέη αντιπροέδρου, διάγει το 68ο έτος της ηλικίας του, η δε Χριστίνα, που είναι πρόεδρος, είναι 62 ετών. Ο Χριστόφορος, ο οποίος από τη θέση του διευθύνοντος συμβούλου είναι και το δημόσιο πρόσωπο μιας οικογένειας που γενικά αποφεύγει την έκθεση, μπορεί να είναι 56 ετών, εν τούτοις έχει να ασχοληθεί και με την προσωπική του οινοποιητική επιχείρηση, το Κτήμα Παυλίδη.
Οι φήμες για πωλητήριο στην εταιρεία ήδη άρχισαν να κυκλοφορούν λίγο καιρό μετά τον θάνατο του ιδρυτή, Ευκλείδη Παυλίδη. Σε αυτές πάντα πρωταγωνιστούσαν επενδυτές από το Κατάρ. Ισως γι’ αυτό και ξαφνιάστηκε η αγορά όταν γνωστοποιήθηκε πως αγοραστής είναι μια εταιρεία η οποία τουλάχιστον έως τώρα επένδυε σε εταιρείες που χρήζουν αναδιάρθρωσης, όπως στη Famar.
Η Παυλίδης Μάρμαρα – Γρανίτες Α.Ε. είναι ένας όμιλος υγιής, κερδοφόρος και αναπτυσσόμενος παρά τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετώπισε και αντιμετωπίζει -σε μικρότερο βαθμό- η αγορά του μαρμάρου με τα μεγάλα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας αλλά και τους περιορισμούς στην Κίνα, τον καλύτερο πελάτη του ελληνικού μαρμάρου! Σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις, η εταιρεία είχε το 2021 τζίρο 119 εκατ. ευρώ, κέρδη EBITDA 50 εκατ. ευρώ, καθαρή κερδοφορία 40 εκατ. ευρώ, ίδια κεφάλαια 218 εκατ. ευρώ, ταμείο 35 εκατ. ευρώ και δανεισμό μόλις 14 εκατ. ευρώ! Κοινώς, μαγαζί γωνία!
Παρ’ όλα αυτά, τα τρία αδέλφια αποφάσισαν ότι δεν μπορούν να συμπορευτούν και ότι σοφότερο θα ήταν να κεφαλαιοποιήσουν πλήρως την επιτυχία που έχει έως τώρα η εταιρεία, αποχωρώντας μάλιστα αμέσως από τα διοικητικά πράγματα με την ολοκλήρωση της συμφωνίας. Τον ρόλο του συνδετικού κρίκου με τη νέα ιδιοκτησία και του παράγοντα ομαλής μετάβασης, σύμφωνα με πληροφορίες, τον έχει ο γενικός διευθυντής της εταιρείας Νίκος Δημαρέλης.
Οσο κι αν αυτή η εξέλιξη είναι ξαφνική, τουλάχιστον δείχνει πως είναι εφικτή η προστασία μιας οικογενειακής επιχείρησης ακόμα κι αν οι διαφωνίες μέσα στην οικογένεια είναι μεγάλες. Απαραίτητη προϋπόθεση να πρυτανεύει η λογική.
Πρόκειται για ένα μάθημα που πήρε η οικογένεια Παυλίδη βλέποντας την προηγούμενη εικοσαετία την ηχηρή πτώση του τότε Νο1 του ελληνικού κλάδου του μαρμάρου, της Μάρμαρα Λαζαρίδη Α.Ε., από τις μεγάλες οικογενειακές έριδες που ξέσπασαν και εντάθηκαν μετά τον θάνατο των ιδρυτών. Η ιστορική εταιρεία που με το λευκό θασίτικο μάρμαρο τις δεκαετίες ’80 και ’90 είχε ντύσει εμβληματικά κτίρια ανά τον κόσμο και οι περίτεχνες δημιουργίες της μονοπωλούσαν ως τα υπερπολυτελή παλάτια που έφτιαχνε ο Σαντάμ Χουσεΐν τον καιρό της παντοκρατορίας του στο Ιράκ τελικά δεν άντεξε και έπεσε στα βράχια.
Αυτό στην περίπτωση της Παυλίδης φαίνεται να αποτρέπεται αφού αλλάζει χέρια ενώ είναι σε πολύ καλή κατάσταση και με στρωμένη την εμπορική πολιτική.
Από εκεί και έπειτα οι περιπτώσεις των δύο οικογενειών έχουν και ακόμα ένα κοινό στοιχείο: την αγάπη για το κρασί. Κατά τη διάρκεια των κλυδωνισμών της Μάρμαρα Λαζαρίδης, τόσο ο Κώστας όσο και ο Νίκος Λαζαρίδης επικεντρώθηκαν στην οινοποιία, έχοντας ήδη προ πολλού δημιουργήσει ο καθένας τη δική του εταιρεία και υποδομές.
Τον ίδιο δρόμο ακολουθεί και ο Χριστόφορος Παυλίδης, ο οποίος εδώ και καιρό αφιερώνει μεγάλο μέρος του χρόνου του στο Κτήμα Παυλίδη, το οποίο δημιούργησε το 1998. Μια δραστηριότητα που σαφώς δεν έχει τα κέρδη και τα μεγέθη του μαρμάρου, έχει όμως πολύ μεράκι.
Ο ίδιος περίπου προ τριετίας σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ είχε πει: «Ο,τι δεν κινείται, χάνεται». Ισως τελικά τα αδέλφια αναγνώρισαν ότι η εταιρεία λόγω των διαφορών τους θα σταματήσει να κινείται και ως εκ τούτου θα καταδικαστεί…
Για την ιστορία, σήμερα το μεγαλύτερο μερίδιο της Παυλίδης Μάρμαρα – Γρανίτες κατέχει ο Χριστόφορος Παυλίδης με περίπου 35,4%. Ακολουθούν η Χριστίνα Παυλίδου με περίπου 30%, ο Κυριάκος Παυλίδης με 14,56%, ο Αχιλλέας Χατζόπουλος και η Μακρίνα Αθανασιάδου από 10% έκαστος.
Εξαγωγές σε 40 χώρες
Σήμερα ο όμιλος διαθέτει παραγωγικές εγκαταστάσεις σε τέσσερις χώρες και εξάγει σε άλλες 40. Συγκεκριμένα, έχει τέσσερις λατομικές εκμεταλλεύσεις στην Ελλάδα, το λατομείο Sivec στη Βόρεια Μακεδονία, το Perla στην Αλβανία και το Vratza στη Βουλγαρία.
Η Παυλίδης Μάρμαρα – Γρανίτες εξειδικεύεται στο λευκό μάρμαρο που έχει μεγάλη ζήτηση και τα προϊόντα της έχουν ντύσει εμβληματικά κτίρια σε όλο τον κόσμο, όπως τον ψηλότερο ουρανοξύστη της Νέας Υόρκης, τα κεντρικά γραφεία της Huawei στην Κίνα, το τετραώροφο κατάστημα του οίκου Chanel στο Μανχάταν, τον πύργο South Beach Tower στη Σιγκαπούρη κ.ά. Ανω του 90% του κύκλου εργασιών της προέρχεται από τις εξαγωγές. Το 2017 ήταν χρονιά-ορόσημο για την εταιρεία αφού απέκτησε τη Μermeren Kombinat AD Priler στη Βόρεια Μακεδονία.
H συγκεκριμένη εταιρεία διαθέτει το επίσης μοναδικής ποιότητας λευκό μάρμαρο Sivec, που μαζί με το Ariston της ελληνικής εταιρείας κυριαρχούν στην παγκόσμια αγορά του λευκού μαρμάρου.
Ποσοστό 10% του μετοχικού κεφαλαίου της Mermeren Kombinat διαπραγματεύεται στο Χρηματιστήριο Αθηνών με τη μορφή των Ελληνικών Πιστοποιητικών (ΕΛ.ΠΙΣ.). Αυτό έγινε το 2014 σε μια προσπάθεια διεθνοποίησης της ελληνικής αγοράς, ειδικά προς τα Βαλκάνια. Η εταιρεία απασχολεί 400 άτομα στην Ελλάδα και άλλα 600 στα Σκόπια.
Στο deal περιλαμβάνονται και οι δραστηριότητες της Μάρμαρα Παυλίδης στην πράσινη ενέργεια. Ο όμιλος διαθέτει φωτοβολταϊκά πάρκα ισχύος 10 MW και αιολικά πάρκα ισχύος 70 MW, τα οποία βρίσκονται στη Βόρεια Ελλάδα, με αποτέλεσμα η εταιρεία να κατατάσσεται σε μία από τις σημαντικότερες, ενεργειακά αυτόνομες του κλάδου.
Το συνολικό περιβαλλοντολογικό όφελος των έργων ισχύος 80 MW υπερβαίνει ετησίως τους 220.000 τόνους εκπομπών διοξειδίου του άνθρακα, ενώ τροφοδοτεί με ηλεκτρική ενέργεια περίπου 250.000 νοικοκυριά.
Η ολοκλήρωση της συναλλαγής τελεί μόνο υπό την προϋπόθεση της εξασφάλισης των απαραίτητων εγκρίσεων από τις Επιτροπές για την Προστασία του Ανταγωνισμού της Ελλάδας και της Βόρειας Μακεδονίας.
ECM Partners: Ο νέος ιδιοκτήτης και οι προθέσεις του
Οι προθέσεις του νέου ιδιοκτήτη για τη Μάρμαρα Παυλίδης θα αποκαλυφθούν αφότου η συμφωνία θα έχει ολοκληρωθεί έχοντας λάβει και την έγκριση των αρμόδιων εποπτικών αρχών σε Ελλάδα και Βόρεια Μακεδονία. Εως τότε και λόγω της ρήτρας εμπιστευτικότητας που έχουν υπογράψει οι δύο πλευρές δεν πρόκειται να γίνει το οποιοδήποτε σχόλιο, λέει η πλευρά της ECM Partners.
Η τελευταία ιδρύθηκε το 2013 μέσω της εξαγοράς ενός διαχειριστή κεφαλαίων ΟΣΕΚΑ, της NFD (μετέπειτα Alpen Invest), η οποία είχε υπό διαχείριση 90 εκατ. ευρώ.
Σήμερα η ECM Partners, όπως δηλώνει ο επικεφαλής της Σάββας Λιασής, διαχειρίζεται περιουσιακά στοιχεία συνολικού ύψους περίπου 800 εκατ. ευρώ και σε αυτήν απασχολούνται 17 επαγγελματίες επενδύσεων στα γραφεία που διατηρεί σε Λονδίνο, Αθήνα, Λευκωσία, Λιουμπλιάνα και Ζάγκρεμπ.
Ο κ. Λιασής, από τους ιδρυτικούς εταίρους της ECM, πρόεδρος του Δ.Σ. και συνδιευθύνων εταίρος, έχει ως βάση την Κύπρο, αν και, όπως λέει, περνά μεγάλο μέρος του χρόνου του στις χώρες όπου διαθέτει γραφεία η εταιρεία. Διαθέτει πάνω από 20 χρόνια θεσμικής επενδυτικής πείρας και στο παρελθόν ήταν ο ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της Easy Broker International Ltd στο Λονδίνο.
Ο ίδιος μάλιστα έχει τοποθετηθεί και στα Δ.Σ. πολλών εταιρειών όπου η ECM Partners έχει επενδύσει. Μεταξύ αυτών στη Famar, τις δραστηριότητες της οποίας σε Ελλάδα, Ιταλία και Ισπανία εξαγόρασε το ECM. «Στη Famar πραγματοποιήσαμε συναλλαγές το 2019, πριν από την πανδημία, και πλέον είμαστε ο πλειοψηφικός μέτοχος της εταιρείας. Η κερδοφορία της το 2022 έχει αυξηθεί κατά 75% σε σχέση με το 2019 που αναλάβαμε παρουσιάζοντας τρέχον EBITDA 21 εκατ. ευρώ.
Ο κύκλος εργασιών αυξάνεται από έτος σε έτος και το 2022 παρουσιάζει αύξηση 13% από το 2021. Επενδύσαμε 30 εκατ. απευθείας στην εταιρεία όταν αναλάβαμε και έχουμε εγκρίνει 45 εκατ. επανεπενδύσεις για την προώθηση των τεχνολογιών και των διαδικασιών μας από το 2020. Ταυτόχρονα, έχουμε διατηρήσει το εργατικό δυναμικό μας και στις τρεις χώρες», αναφέρει ο κ. Λιασής. Η τελευταία επισήμανση, προφανώς, γίνεται και ως μια προσπάθεια καθησυχασμού των εργαζομένων στη Μάρμαρα Παυλίδης Α.Ε.
Σύμφωνα με τον κ. Λιασή, η ECM Partners έχει σήμερα πάνω από 20 ενεργές εταιρείες στο χαρτοφυλάκιό της σε Κύπρο, Ελλάδα, Σλοβενία, Κροατία, Βουλγαρία, Σερβία, Ιταλία και Ισπανία. «Τη διαχείρισή τους έχουν αναλάβει διαφορετικοί managers με βάση τη ΝΑ Ευρώπη», διευκρινίζει.
Σημειώνει δε πως η ECM εστιάζει στις ευκαιρίες που υπάρχουν σε αγορές οι οποίες ρυθμίζονται από την Ε.Ε. στην Κεντρική και τη ΝΑ Ευρώπη. «Αυτή τη στιγμή έχουμε δώσει μεγάλη έμφαση στο pipeline των επενδύσεων σε Ελλάδα και Κύπρο, γι’ αυτό και ανοίξαμε ένα νέο γραφείο στην Αθήνα», τονίζει.
Τα δε επενδυτικά κριτήρια που ακολουθεί, όπως εξηγεί, μπορεί να μην περιορίζονται σε συγκεκριμένους κλάδους, αλλά θέτουν σε προτεραιότητα αυτούς με προοπτικές μακροπρόθεσμης ανάπτυξης. «Τα βασικά χαρακτηριστικά των εταιρειών-στόχων που εξετάζουμε τείνουν να έχουν ένα ισχυρό υποκείμενο επιχειρηματικό μοντέλο, μια ισχυρή ομάδα διοίκησης ή/και μια προσωρινή μετατοπισμένη κατάσταση όπου βλέπουμε και αναλαμβάνουμε μια σαφή πορεία επίλυσης».
Στην περίπτωση της Μάρμαρα Παυλίδης μάλλον ισχύουν όλα, αφού και προοπτικές υπάρχουν, και αναλαμβάνουν να απεγκλωβίσουν την εταιρεία από τις οικογενειακές έριδες. Το αν θα το πετύχουν μένει να φανεί.