Μία μοναδική διαδρομή σε ένα από τα πιο συναρπαστικά σημεία ολόκληρου του κόσμου.
Όταν φανταζόμαστε ένα οδοιπορικό με αυτοκίνητο (ένα road trip όπως γνωρίζουμε από τις ταινίες), παρά το γεγονός ότι μένουμε στην Ευρώπη, το μυαλό μας ταξιδεύει πιο εύκολα στις ΗΠΑ. Εκεί όπου ο κάθε δρόμος έχει τη δική του ιστορία. Μιλάμε, άλλωστε, για μία χώρα που έχει έκταση σχεδόν όσο ολόκληρη η Ευρώπη μαζί.
Χάρη στις αδελφές μου, οι οποίες έχουν μεγαλώσει και μένουν εκεί, είχα την ευκαιρία να νιώσω και αυτήν την εμπειρία. Οι εικόνες είναι απίθανες και μένουν αξέχαστες. Δεν ήταν λίγες οι στιγμές που ένιωσα σαν κομπάρσος από ταινία.
Γεμίσαμε ρεζερβουάρ, πήραμε τα απαραίτητα και μπήκαμε στο αυτοκίνητο. Αφετηρία το Φοίνιξ και προορισμός το Λας Βέγκας. Αλλά ενδιάμεσα ήταν προγραμματισμένες αρκετές ενδιαφέρουσες στάσεις. Πρώτη και καλύτερη στα βουνά της Σεντόνα. Στη διαδρομή ένα μεγάλο κτήριο εργοστασιακού χαρακτήρα, που έμοιαζε εγκαταλειμμένο, μας κέντρισε το ενδιαφέρον και μας έβαλε στη διαδικασία για μία μικρή παράκαμψη. Τελικά «ανακαλύψαμε» μία πόλη φάντασμα, η οποία έζησε δόξες πριν από έναν αιώνα περίπου, χάρη στο ορυχείο που βρισκόταν εκεί και τώρα ζει ως ένας ενδιάμεσος σταθμός για τους ταξιδιώτες. Το «Audrey Headframe Park», κοντά στο Κότονγουντ, φιλοξενεί την απόδειξη της φρενίτιδας του χρυσού που είχε κυριεύσει τις ΗΠΑ εκείνη την εποχή. Ήταν ένα πλούσιο κοίτασμα που έβγαλε τόνους χρυσού, ασημιού και χαλκού. Το δυνατό, όμως, σημείο του συγκεκριμένου ορυχείου ήταν η ασφάλεια που παρείχε στους εργαζόμενους στα σχεδόν 600 μέτρα βάθος.
Μετά τη σχετικά σύντομη παράκαμψη, φτάσαμε στη Σεντόνα. Το επίκεντρο της μεγαλύτερης ερήμου των ΗΠΑ. Μπορεί να μην είναι εντελώς νεκρή σαν τη Σαχάρα, αλλά βλέπεις μόνο κάκτους, θάμνους και κοκκινωπά πετρώματα. Και από εκεί που βρίσκεσαι στη ζεστασιά της πεδιάδας του Φοίνιξ, ξαφνικά καταλαβαίνεις ότι το βουνό δεν αστειεύεται όταν πέφτει ο ήλιος.
Ένας από τους αστικούς μύθους της περιοχής μας κίνησε την περιέργεια. Ο περίφημος Γουόλτ Ντίσνεϊ ήταν από τους πρώτους που ανακάλυψαν την ομορφιά της περιοχής και αγόρασε εκεί ένα εξοχικό. Ο μύθος, λοιπόν, λέει ότι το σχήμα που έχουν αρκετοί κάκτοι εκεί, οι γνωστοί σε εμάς ως φραγκοσυκιές, ίσως να ήταν η έμπνευσή του για τον χαρακτήρα του Μίκυ Μάους. Αυτό έκανε απαραίτητο να θέλουμε να κάνουμε ένα μίνι σαφάρι. Πήγαμε σε μία από τις πολλές εταιρείες που ασχολούνται με ξενάγηση στην περιοχή και κλείσαμε θέση. Η εμπειρία είναι μοναδική. Περνάς από σημεία που δεν πιστεύεις ότι μπορεί να πάει ένα απλό 4Χ4 αυτοκίνητο και μπροστά σου απλώνεται ένα μαγευτικό τοπίο, βγαλμένο από το Χόλιγουντ. Ακούς τον οδηγό να σου εξηγεί την ιστορία του τόπου κι εσύ την κάνεις εικόνα που ξεπροβάλλει μπροστά σου.
Μετά το σαφάρι, το πρόγραμμα περιλάμβανε διανυκτέρευση στο Φλάγκσταφ. Μία μικρή πόλη 75.000 κατοίκων, αλλά με τη δική της ιστορία. Το σίγουρο είναι ότι η γη των ινδιάνων Σιναγκούα έγινε γνωστή ήταν πέρασε από εκεί ο περίφημος δρόμος 66 (Route 66), αυτός που πολλοί από εμάς τον έχουμε τραγουδήσει στους στίχους του Μπόμπι Τρουπ, τους οποίους έκανε πασίγνωστους ο Νατ Κινγκ Κόουλ. Τον δρόμο που τα δύσκολα χρόνια ένωνε το Σικάγο με το Λος Άντζελες.
Το Φλάγκσταφ, σε υψόμετρο 2.100 μέτρων, έχει να υπερηφανεύεται ότι βρίσκεται στην περιοχή με το μεγαλύτερο συνεχόμενο δάσος ενός ιδιαίτερου πεύκου, ότι από εκεί ανακαλύφθηκε ο Πλούτωνας το 1930, χάρη στα αστρολογικά παρατηρητήρια που είχαν εγκατασταθεί στην περιοχή και ότι από εκεί έψαχνε η ΝΑΣΑ ιδανικές περιοχές στο φεγγάρι για την προσελήνωση των αποστολών «Απόλλων».
Όπως και να έχει, η επόμενη μέρα προμηνυόταν συναρπαστική. Είχαμε να επισκεφτούμε δύο απίθανα φυσικά μνημεία της αμερικανικής γης των ινδιάνων Ναβάχο. Το πρώτο στο δρόμο μας ήταν το «πέταλο του αλόγου», το «Horseshoe bend» όπως θα το βρει κάποιος αν το ψάξει. Είναι το σημείο όπου ο ποταμός Κολοράντο κάνει στροφή σχεδόν 180 μοιρών μέσα στο ανατολικό χείλος του επιβλητικού Γκραν Κάνιον.Το θέαμα είναι πανέμορφο και κόβει την ανάσα. Αλλά δεν χρειάζεται και πολύ ώρα να το απολαύσεις και να μείνει χαραγμένο για πάντα στη μνήμη σου.
Ο πραγματικός προορισμός της μέρας ήταν το φαράγγι της Αντιλόπης. Εκεί όπου βλέπεις τη φύση να έχει δημιουργήσει γλυπτά τα οποία θα ζήλευε και ο πιο ευφάνταστος καλλιτέχνης. Ένα έργο τέχνης που υπολογίζεται να είναι 8-60 εκατ. ετών. Χωρίζεται στο επάνω φαράγγι (περίπου 200 μέτρα μήκος) και το κάτω φαράγγι το οποίο είναι και το πιο εντυπωσιακό (περίπου 400 μέτρα). Πριν την τοποθέτηση κλιμακοστασίων ήταν πολύ δύσκολη η πρόσβαση εκεί. Αλλά τώρα μπορεί ο καθένας να το απολαύσει, αν και η σκάλα στο ξεκίνημα για να κατέβεις είναι αρκετά απότομη και για αρκετούς φοβιστική.
Μόλις φτάσεις κάτω και ξεκινήσεις αυτή τη διαδρομή, πραγματικά δεν πιστεύεις στα μάτια σου. Το θέαμα είναι μοναδικό, βγαλμένο από σκηνικό άλλου πλανήτη. Το νερό και ο αέρας έχουν δημιουργήσει ένα φαντασμαγορικό σκηνικό, ενώ το φως του ήλιου που τρυπώνει στη χαράδρα φροντίζει να το αναδείξει με ξεχωριστά χρώματα. Μετά από αυτήν την εμπειρία, είχε έρθει η ώρα της επιστροφή στην προσωρινή βάση μας, το Φλάγκσταφ.
Ένα άλλο θαύμα της φύσης μας περίμενε την επόμενη μέρα. Ξυπνήσαμε νωρίς και πήραμε το δρόμο για το υψηλότερο σημείο (ίσως πιο σωστά για το βαθύτερο σημείο) του Γκραν Κάνιον. Εκεί όπου οι βράχοι στέκονται 1.200 μέτρα πάνω από το ποτάμι, δηλαδή περισσότερο από μιάμιση φορά το υψηλότερο κτήριο του πλανήτη.
Αλλά πριν φτάσουμε εκεί, έπρεπε να νιώσουμε ότι πραγματικά κάνουμε ένα road trip στις ΗΠΑ. Και τί καλύτερο από το να πάρουμε τον Route 66. Σταματάμε για ένα γρήγορο πρωινό σ’ ένα καφέ πάνω στον περίφημο δρόμο, εντός της πόλης και μετά ξεκινάμε για να απολαύσουμε τα χιλιόμετρα. Μετά από αρκετές ώρες φτάνει η στιγμή να αφήσουμε τον κεντρικό δρόμο και να μπούμε στη γη των Χουαλαπάι. Ξαφνικά η άσφαλτος δίνει τη θέση της στο χωματόδρομο και μία περίεργη αφιλόξενη έρημος μας περιτριγυρίζει. Κάνουμε μία σύντομη στάση και μία πινακίδα μας επισημαίνει ότι πρέπει να προσέχουμε διότι δεν είναι όλα τα είδη φιλικά γύρω μας, όπως αρκετά φίδια.
Μετά από μερικά χιλιόμετρα το περίφημο Γκραν Κάνιον κάνει την εμφάνισή του μπροστά μας. Παρκάρουμε και κατευθυνόμαστε προς την άκρη του φαραγγιού. Το θέαμα κόβει την ανάσα. Ένας Ινδιάνος στέκεται στην άκρη του γκρεμού και μας εξηγεί πολλά πράγματα για το σημείο, την ώρα που μας πιάνει ίλιγγος και μόνο που τον βλέπουμε. Το μέρος έχει ονομαστεί «σημείο του Αετού, Eagle point», εξαιτίας του σχήματος ενός βράχου. Επόμενος σταθμός το περίφημο Skywalk. Ένα πέταλο φτιαγμένο από ατσάλι, που εξέχει από την άκρη του γκρεμού κι έχει γυάλινο πάτο. Είναι ικανό να κρατήσει το βάρος 70 Μπόινγκ 747 πλήρως φορτωμένων. Παρά το γεγονός ότι έχω ακροφοβία, μπήκα στον πειρασμό να το ζήσω. Νομίζω ότι ήταν από τις πιο μοναδικές εμπειρίες της ζωής μου, να βλέπω κάτω από τα πόδια μου τα 1.200 μέτρα. Δυστυχώς δεν μας άφησαν να πάρουμε μαζί κάμερα ή κινητό, έτσι δεν μπορέσαμε να αποθανατίσουμε την αγωνία μου να τελειώσουν αυτά τα μέτρα μέχρι να διασχίσω το πέταλο.
Επιστρέψαμε στον κύριο χώρο, όπου και πέσαμε πάνω σε μία επίδειξη παραδοσιακών χορών. Ήταν πραγματικά ξεχωριστό να βλέπεις έναν ιθαγενή με την παραδοσιακή στολή των Χουαλαπάι να κινείται αρμονικά στο ρυθμό των τυμπάνων. Επισκεφτήκαμε ένα χώρο που μας εξηγούσε πως έφτιαχναν οι ιθαγενείς τα καταλύματά τους και σιγά – σιγά ετοιμαστήκαμε να πάρουμε το δρόμο προς τον τελικό μας προορισμό.
Φυσικά μας περίμενε μία ακόμα σύντομη στάση. Λίγο πριν φτάσουμε στο Λας Βέγκας, έπρεπε να περάσουμε από το φράγμα Χούβερ, το οποίο πήρε το όνομά του από τον 31ο πρόεδρο των Ηνωμένων Πολιτειών και όταν κατασκευάστηκε ήταν το μεγαλύτερο σε όλο τον κόσμο. Η δημιουργία του περίπου 240 μέτρων ύψους φράγματος δημιούργησε και τη μεγαλύτερη τεχνητή λίμνη, ακόμα και σήμερα, στις ΗΠΑ. Ξεκίνησε η κατασκευή του το 1931 και ολοκληρώθηκε πέντε χρόνια αργότερα. Το φράγμα βρίσκεται στα σύνορα μεταξύ των Πολιτειών Αριζόνα και Νεβάδα.
Μετά και από αυτό το ξεμούδιασμα λίγα χιλιόμετρα μας χώριζαν από το Λας Βέγκας. Φτάσαμε όταν ο ήλιος κρυβόταν πίσω από τα βουνά και τα φώτα έκαναν την πόλη μαγική. Φτάνεις στην περίφημη Στριπ (Strip), δηλαδή το δρόμο που είναι όλα τα μεγάλα ξενοδοχεία και τα χάνεις. Αφήνουμε τα πράγματα όσο πιο γρήγορα μπορούμε στο δωμάτιο και βγαίνουμε να απολαύσουμε τη βόλτα μας. Όλα μοιάζουν μαγικά. Περπατάς και τη μία στιγμή νομίζεις ότι βρίσκεσαι στην Νέα Υόρκη, λίγο πιο κάτω «περνάς» από το Παρίσι, σε λίγο ξεπροβάλει μπροστά σου η Βενετία, κάνεις μία βόλτα μέχρι τη Ρώμη και γενικά κάνεις το γύρο του κόσμου σε λίγα χιλιόμετρα.
Φυσικά, δεν υπάρχει ξενοδοχείο που να διαθέτει καζίνο στο λόμπι του. Για την ακρίβεια, όλο το ισόγειο, εκτός της ρεσεψιόν, κατά κανόνα είναι καζίνο. Μπορείς να συναντήσεις κουλοχέρηδες ακόμα και στο δρόμο, εκεί που περπατάς. Νομίζω ότι η πόλη δικαιώνει απόλυτα το προσωνύμιο ως η πρωτεύουσα του τζόγου. Αλλά το Λας Βέγκας δεν είναι μόνο αυτό. Είναι ένας τόπος που μπορείς να δεις τα πάντα. Από πολιτιστικές εκδηλώσεις, συναυλίες, θεάματα και ότι τραβάει η όρεξή σου. Οι ξενοδόχοι κάνουν ότι μπορούν για να τραβήξουν το ενδιαφέρον των πελατών, επίδοξων παικτών.
Μετά από αρκετά χιλιόμετρα με τα πόδια και μία κουραστική – γεμάτη μέρα, επιστρέψαμε στο δωμάτιό μας για να ξεκουραστούμε. Εκεί μας περίμενε ότι μας είχαν υποσχεθεί από τη ρεσεψιόν. Ένα υπέροχο θέαμα, αφού το δωμάτιό μας έβλεπε προς τα περίφημα σιντριβάνια του «Μπελάτζιο». Αυτό πραγματικά ήταν σαν ένα μπόνους στην όλη εμπειρία μας.
Με το καλημέρα της επόμενης μέρας δεν κρατιόμασταν να ξαναδούμε όλο το υπερθέαμα της περίφημης Στριπ και με το φως του ήλιου. Αρχίσαμε και πάλι να κάνουμε χιλιόμετρα με τα πόδια, αυτή τη φορά κάνοντας και στάσεις σε αρκετά εμπορικά, με πιο εντυπωσιακό αυτό που ανήκει στο «Σίζαρς». Μετά από αρκετές ώρες η απόφαση πάρθηκε εύκολα. Το Λας Βέγκας είναι το ίδιο εντυπωσιακό μέρα και νύχτα. Ουσιαστικά μείναμε ένα 24ώρο. Καταφέραμε να δούμε όλα τα μεγάλα ξενοδοχεία. Αλλά όχι και να τα απολαύσουμε όλα. Νομίζω ότι εύκολα θα μπορούσαμε να γεμίσουμε εβδομάδες ολόκληρες, κάνοντας κάθε μέρα και κάτι διαφορετικό.
Λίγο πριν το σούρουπο έφτασε η ώρα του γυρισμού. Φορτώσαμε ξανά το αυτοκίνητο και πήραμε το δρόμο της επιστροφής για το Φοίνιξ. Αρκετές οι ώρες, αλλά οι εικόνες που μας συντρόφευαν τις έκαναν να φανούν λιγότερες. Μετά από συνολικά περισσότερα από 1.700 χιλιόμετρα, φτάσαμε στη βάση μας γεμάτοι με νέες εμπειρίες. Σίγουρα είναι κάτι που θα ξαναέκανα ευχάριστα, αλλά εκτός των άλλων με έκανε να σκέφτομαι άλλα road trip στις ΗΠΑ.