Ανάρπαστα γίνονται τα παλαιά και φθηνά σπίτια στην ιταλική επαρχία, με ξένους αγοραστές να σπεύδουν να αξιοποιήσουν τις ευκαιρίες που ανοίγονται. Ειδικά στην περίπτωση της Ιρσίνα, οι μαζικές αγορές οδήγησαν στην αναγέννηση του ερειπωμένου χωριού.
Η Ιρσίνα των 4.000 ντόπιων κατοίκων, βρίσκεται βαθιά στην περιοχή της νότιας Μπασιλικάτα, και πλέον φιλοξενεί πάνω από 300 μη Ιταλούς από 12 διαφορετικές χώρες.
Μέχρι τη δεκαετία του 1960, το χωριό που βρίσκεται στην κορυφή ενός λόφου και περιβάλλεται από χωράφια, είχε πληθυσμό 12.000 κατοίκων, αλλά η μαζική μετανάστευση σε συνδυασμό με τις δύσκολες συνθήκες διαβίωσης είχε ως αποτέλεσμα τη δραστική μείωση των κατοίκων σε μόλις 4.500.
Σήμερα, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Η Ιρσίνα του 2023 είναι ένας «παράδεισος» κυρίως για συνταξιούχους και Αμερικανούς μετανάστες, που ζουν το ιταλικό όνειρο της υπαίθρου.
Περισσότερες από 15 οικογένειες από τις ΗΠΑ και τον Καναδά έχουν αγοράσει παλιές ιδιοκτησίες σε αυτό το απομακρυσμένο χωριό, γνωστό για τους ελαιώνες του και τα χωράφια που παράγουν εξαιρετικό σιτάρι.
Η αγορά σπιτιών και η επέκταση ιδιοκτησιών, συνεχίζεται ακόμα, με τους ξένους να διαδίδουν στην πατρίδα τους πως είναι η ζωή σε αυτή την ονειρική τοποθεσία που μοιάζει να έχει «παγώσει» στο χρόνο.
Κάθε φορά που επιστρέφουν στην Ιταλία, φέρνουν μαζί τους συγγενείς και φίλους, οι οποίοι είναι πρόθυμοι να ξοδέψουν από 20.000 έως 150.000 ευρώ για μια ευρύχωρη κατοικία με βουκολική θέα.
Περπατώντας στα στενά σοκάκια μπορεί κανείς να ακούσει κάθε είδους γλώσσα και προφορά – αμερικανική, καναδική, γαλλική, νορβηγική. Υπάρχει μέχρι και δρόμος που οι ντόπιοι έχουν μετονομάσει σε «Βελγική Οδό», εξαιτίας των πολλών Βέλγων που ζουν εκεί.
Ο «τριχωτός λόφος»
Το παλιό όνομα της Ιρσίνα είναι Μοντεπελόζο ή «ο τριχωτός λόφος», για την κάποτε χορταριασμένη κορυφογραμμή της. Χρονολογείται από τους προϊστορικούς χρόνους, όταν κατοικήθηκε από τους πρώτους ανθρώπους και αργότερα από τοπικές φυλές. Αρχαιολογικά αντικείμενα όπως εργαλεία, όπλα και κεραμικά που χρησιμοποιούσαν οι άνθρωποι των σπηλαίων, εκτίθενται στο μουσείο του χωριού.
Η παλιά συνοικία, που περικλείεται από ψηλά τείχη, είναι ένας λαβύρινθος από διακοσμημένες πέτρινες πύλες, μεσαιωνικά παρατηρητήρια και κομψά palazzi που κάποτε ανήκαν στην πλούσια αγροτική τάξη. Η συνοικία με τα στενά δρομάκια χωρίς αυτοκίνητα, τα οποία οι ξένοι λατρεύουν, δεν βρίσκεται στην κορυφή των προτιμήσεων για τους ντόπιους. Πολλοί κάτοικοι της Ιρσίνα μετακόμισαν τη δεκαετία του 1960 σε νεότερες γειτονιές της πόλης, αφήνοντας το ιστορικό κέντρο σε μεγάλο βαθμό άδειο.
Η Ιρσίνα είναι γνωστή για τα «bottini» της, δηλαδή τις υπόγειες σήραγγες που κάποτε μετέφεραν νερό στις δεξαμενές της πόλης. Μια από τις παραδόσεις της είναι οι «ανθρώπινοι πύργοι». Κάθε Μάιο, ηθοποιοί ντυμένοι γεωργοί ανεβαίνουν στους ώμους άλλων που είναι ντυμένοι γαιοκτήμονες, για να δημιουργήσουν ένα σχήμα που αντιπροσωπεύει την κοινωνική ιεραρχία του παρελθόντος.
Η πόλη είναι επίσης γνωστή για τα νόστιμα φαγητά της με τα περίεργα ονόματα. Χαρακτηριστικό το A laghën(e) pu m’r’cutte, ένα πιάτο με χειροποίητα ζυμαρικά με σύκα μαγειρεμένα σε κρασί και πιπεριά, ενώ τα callaridde είναι λιχουδιές από αιγοπρόβατα.
Πώς έφτασαν οι ξένοι στην Ιρσίνα
Αν και η ζωή στην Ιρσίνα δεν είναι πάντα ειδυλλιακή, με βαρύ χειμώνα και χιόνι που απομονώνει την πόλη για μέρες, οι ξένοι κάτοικοι ζούνε το όνειρό τους.
Η πρώτη ξένη «πιονιέρα» που αγόρασε σπίτι στην Ιρσίνα ήταν η Σάντι Γουέμπστερ, μια 63χρονη συγγραφέας από το Σαν Ντιέγκο.
Μαζί με τον 69χρονο σύζυγό της, Κιθ, έναν Σκωτσέζο οικονομικό διευθυντή, επισκέφθηκε το μέρος για διακοπές το 2004. Το ζευγάρι ερωτεύτηκε το χωριό, αγόρασε ένα παλιό σπίτι με χοντρούς πέτρινους τοίχους, έπιπλα αντίκες και πατώματα με παμπάλαια πλακάκια μαγιόλικα, και πέρασε τέσσερα χρόνια ανακαινίζοντάς το. Στη συνέχεια μετακόμισαν εδώ από το Λονδίνο το 2012.
«Το 1989 επισκέφθηκα το Σορέντο με τον τότε φίλο μου και λάτρεψα την Ιταλία, μιλούσα λίγα ισπανικά και ήθελα να αγοράσω ένα σπίτι σε μια μεσογειακή χώρα, είτε στην Ισπανία είτε στην Ιταλία» λέει η Γουέμπστερ στο CNNi.
Πήρε την απόφασή της χρόνια αργότερα, όταν το ζευγάρι επισκέφθηκε τη Μπασιλικάτα για τα 50ά γενέθλια του Κιθ. Μια διαδικτυακή ειδοποίηση που έλαβε για ένα σπίτι στην Ιρσίνα, σφράγισε το πεπρωμένο τους.
«Οδηγούσαμε και οδηγούσαμε μέσα στην ερημιά, μακριά από τον πολιτισμό, μέχρι που φτάσαμε στην γοητευτική Ιρσίνα. Τότε υπήρχε μόνο ένα ξενοδοχείο, που άνοιγε για λίγες μέρες το χρόνο, ενώ τώρα υπάρχουν πολλά B&B» λέει.
«Στο Λονδίνο θα κόστιζε ένα εκατ. δολάρια»
Το σπίτι των Γουέμπστερ από ροζ πέτρα έχει τέσσερις βεράντες με πανοραμική θέα και βρίσκεται σε μια μικρή, ηλιόλουστη πλατεία στο παλαιότερο τμήμα της συνοικίας του χωριού. Η ανακαίνιση τούς κόστισε τέσσερις φορές περισσότερο από την αγορά (το κόστος της οποίας δεν αποκαλύπτουν). Οι λογαριασμοί ρεύματος και νερού δεν είναι πολύ χαμηλότεροι σε σύγκριση με το Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά λένε ότι το φαγητό εδώ είναι φθηνότερο.
«Ανακαινίσαμε όλο το σπίτι. Υπήρχε μόνο ένα μικρό μπάνιο, η σοφίτα μετατράπηκε σε ξενώνα και διατηρήσαμε το αρχικό τεράστιο σαλόνι με τη θολωτή οροφή. Οι επισκευές θα μας κόστιζαν ένα εκατ. δολάρια στο Λονδίνο» λέει.
Η οικογένεια και οι φίλοι τούς επισκέπτονται συχνά και λατρεύουν το γεγονός ότι απέχουν μόλις δύο ώρες με το αυτοκίνητο από τις παραλίες του Μεταπόντο στη Μπασιλικάτα και του Μπάρι στη γειτονική Πούλια.
Αυτό που κάνει την Ιρσίνα ασυνήθιστη μεταξύ των ιταλικών χωριών είναι πως είναι εντελώς επίπεδη. Δεν υπάρχουν απότομα «δολοφονικά» σκαλοπάτια ή ανηφορικά σοκάκια, παρά μόνο τοξωτά περάσματα. Το χωριό βρίσκεται σε ένα υπερυψωμένο οροπέδιο, που το καθιστά ιδανικό για περπάτημα – ειδικά για τους ηλικιωμένους, λέει η Γουέμπστερ.
«Δε θα αλλάζαμε τίποτα. Μπορεί μερικές φορές να γκρινιάζουμε γιατί δεν υπάρχει πραγματικό μεξικάνικο ή κινέζικο φαγητό εδώ κοντά, ως εναλλακτική στη μεσογειακή κουζίνα, η οποία είναι πεντανόστιμη, αλλά όλα είναι υπέροχα» προσθέτει.
Οι Γουέμπστερ δεν χρειάστηκε να αντιμετωπίσουν γραφειοκρατικές σπαζοκεφαλιές προκειμένου να αγοράσουν και να ανακαινίσουν το σπίτι τους, χάρη στη βοήθεια των ντόπιων που ενθουσιάστηκαν με την εγκατάσταση νεοφερμένων στο χωριό τους.
Το μόνο εμπόδιο παραμένει η επικοινωνία: «Εξακολουθούμε να μιλάμε ιταλικά σαν τετράχρονα παιδιά και έπρεπε να γράφουμε σημειώματα στο συνεργείο για να τους δώσουμε σαφείς οδηγίες».
Πώς διαδόθηκε η φήμη για την Ιρσίνα
Πώς λοιπόν ακολούθησαν άλλοι τα βήματά τους; Η Γουέμπστερ λέει ότι τα νέα διαδόθηκαν χάρη σε μια ντόπια εταιρεία υδραυλικών και αρχιτεκτόνων που ένωσαν τις δυνάμεις τους και διαφήμισαν πιθανές εξοχικές κατοικίες στο διαδίκτυο. Αλλά μεγάλο μέρος της παγκόσμιας απήχησης της Ιρσίνα έχει να κάνει με τις ρίζες.
Η Τίφανι Ντέι, μια 50χρονη πρώην οικονομική σύμβουλος από το Νάσβιλ, είναι η ανεπίσημη πρέσβειρα της Ιρσίνα στις ΗΠΑ. Αφού αγόρασε πέντε σπίτια για την ευρύτερη οικογένειά της (έχει πέντε παιδιά και οκτώ εγγόνια), κάθε φορά που επισκεπτόταν το χωριό με τον σύζυγό της Ρομπ, έφερνε μαζί της κι άλλους Αμερικανούς φίλους για να αγοράσουν ακίνητα.
Γιατί; Ένιωσε να την έλκουν οι ρίζες της. Η γιαγιά της Ντέι κατάγεται από την Ιρσίνα και εξακολουθεί να έχει συγγενείς στο χωριό – σαν τη θεία της την Αντονιέτα, η οποία γνωρίζει όλους τους ξένους.
Στην Ντέι αρέσει να διοργανώνει τεράστια «μικτά» πάρτι στην κομψή πανοραμική βεράντα του palazzo της του 18ου αιώνα, όπου σμίγουν ντόπιοι και Αμερικανοί.
Τον Οκτώβριο, κάπου 200 καλεσμένοι θα συρρεύσουν για να γιορτάσουν το γάμο του γιου της Χάντερ, του οποίου τα πεθερικά έχουν επίσης αγοράσει σπίτι στο χωριό.
«Επανασυνδέθηκα με αυτό το μέρος το 2016, όταν η νόνα μου οργάνωσε ένα γεύμα επανένωσης στην Ιρσίνα. Οδηγήσαμε από τη Ρώμη σαν τους τρελούς για να την κάνουμε ευτυχισμένη. Περάσαμε τη νύχτα εδώ και την επόμενη μέρα περιηγηθήκαμε στο μέρος. Απλά λατρεύω αυτή τη μικρή πόλη πάνω στο λόφο, με το ανέγγιχτο πράσινο παντού τριγύρω» λέει.
Όταν επέστρεψαν για μια δεύτερη επίσκεψη, αγόρασαν ένα σπίτι – παλιότερα επιβλητικό, αλλά τότε ερειπωμένο – για 100.000 ευρώ και ξόδεψαν το ίδιο ποσό ανακαινίζοντάς το. Τώρα μοιάζει με πολυτελές μέγαρο βγαλμένο από τις ιλουστρασιόν σελίδες περιοδικού.
«Φιλοξένησα μέλη της οικογένειας και φίλους από τις ΗΠΑ, όλοι ήθελαν να ξανάρθουν, και αγόρασαν 9 σπίτια» λέει.
Η Ντέι λέει ότι οι ντόπιοι είναι ευγενικοί και ταπεινοί και πως η ομορφιά της Ιρσίνα είναι μαγευτική, αλλά για να την αντιληφθεί κανείς πραγματικά, πρέπει να κοιτάξει πέρα από τα φαινόμενα.
«Όταν ήρθαμε εδώ το 2016, πάνω από το 80% του πληθυσμού είχε καταφύγει στη νεότερη συνοικία της Ιρσίνα, η παλιά Ιρσίνα ήταν άδεια και μας άρεσε έτσι. Το χωριό απλά χρειαζόταν λίγη προσοχή, σε όλους αρέσει η θέα, αλλά πρέπει να το δεις με άλλο μάτι, να δεις την κρυμμένη αξία».
Το ξένο ενδιαφέρον για την παλιά συνοικία ώθησε τους ντόπιους να ευπρεπίσουν και τα δικά τους σπίτια, συμβάλλοντας στην αναβίωση της Ιρσίνα, σύμφωνα με την Ντέι, η οποία την επισκέπτεται τέσσερις φορές το χρόνο.
«Κάτι μαγικό»
Η Μπεθ Ανκόνα, η μητέρα της μελλοντικής νύφης της Ντέι, αγόρασε επίσης ένα σπίτι στην Ιρσίνα, παρακινούμενη από την επιθυμία να επανασυνδεθεί με τις ιταλικές ρίζες του συζύγου της.
«Είναι Σικελός, αλλά βρήκαμε το σπιτάκι μας στην Ιρσίνα όταν είδαμε μια αγγελία ενώ επισκεπτόμασταν την Ιταλία. Υπάρχουν τόσες πολλές μεγάλες και όμορφες ιταλικές πόλεις, όπως η Ρώμη και η Βενετία, αλλά εδώ υπάρχει κάτι μαγικό» λέει η 53χρονη δασκάλα και συγγραφέας.
Το σπίτι τους, χτισμένο μέσα στα παλιά τείχη του χωριού, πωλούνταν για 70.000 ευρώ. Η δεμένη κοινότητα των Αμερικανών, τούς βοήθησε να ξεπεράσουν την ιταλική γραφειοκρατία και τις διαδικασίες αγοράς.
Τώρα οι Ανκόνα, έχουν υιοθετήσει μια τυπική ιταλική ρουτίνα: την passeggiata (πρωινός ή βραδινός περίπατος) και το riposino (μεσημεριανός υπνάκος) από τις 13.00 μέχρι τις 16.00, όταν και αδειάζουν τα σοκάκια του χωριού.
Όχι μόνο προσάρμοσαν τη ζωή τους στους τοπικούς ρυθμούς, αλλά η Ανκόνα έπεισε και τα πεθερικά της από το Αρκάνσας να αγοράσουν το διπλανό σπίτι.
«Η πεθερά μου αρχικά δεν ενθουσιάστηκε με την ιδέα ενός χωριού χωρίς αυτοκίνητα, αλλά τώρα διασκεδάζει περισσότερο εδώ απ’ ό,τι στις ΗΠΑ. Περπατάει, παίρνει το λεωφορείο για την κοντινή Ματέρα. Η Ιρσίνα τής έχει δείξει πώς να έχει ενεργό τρόπο ζωής στα 70 της».
Inside the Italian village being repopulated by Americans by Silvia Marchetti