Επιστήμονες αλλά και ομάδες πολιτών σε εθελοντικό επίπεδο γυρίζουν από χωριό σε χωριό, αναζητώντας τοπικές ποικιλίες, τις οποίες θέλουν να διατηρήσουν για να μη χαθούν
Από το Καζακστάν έφτασε στις χώρες της Ευρώπης κι από εκεί… ταξίδεψε στην Αμερική στις βαλίτσες των μεταναστών. Ενας τέτοιος μετανάστης τον προηγούμενο αιώνα έφερε μαζί του σπόρους μηλιάς, όταν πια επέστρεψε στην πατρίδα, την Τρίπολη, με αποτέλεσμα την πλέον γνωστή ποικιλία μήλων Πιλαφά.
Οι παραδοσιακοί σπόροι, των τοπικών δηλαδή ποικιλιών, είναι αν μη τι άλλο… κοσμογυρισμένοι, αφού η πορεία τους αριθμεί πολλές χιλιάδες χιλιόμετρα μέχρι να αποκτήσουν την «εντοπιότητα» και τα στοιχεία εκείνα που τους χαρακτηρίζουν.
Ωστόσο, παρά την προσαρμοστικότητά τους και τη μεγάλη γενετική τους βάση, απειλούνται με εξαφάνιση καθώς πλέον δεν καλλιεργούνται. Αλλωστε, σύμφωνα με στοιχεία της Οργάνωσης Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO) από το 1900 έχει χαθεί τουλάχιστον το 75% της παλιάς βιοποικιλότητας.
Τις τελευταίες δεκαετίες έχει αναπτυχθεί ένα διεθνές κίνημα διάσωσης των παραδοσιακών σπόρων. Και στη χώρα μας επιστήμονες αλλά και ομάδες πολιτών σε εθελοντικό επίπεδο γυρίζουν από χωριό σε χωριό, αναζητώντας τοπικές ποικιλίες, τις οποίες θέλουν να διατηρήσουν για να μη χαθούν.
Σύμφωνα δε με τη Διακήρυξη της Θεσσαλονίκης που υιοθέτησε η 6η Επιστημονική Συνάντηση Τοπικών και Γηγενών Ποικιλιών ακριβώς έναν χρόνο πριν, «τις τοπικές ποικιλίες ή τις χρησιμοποιούμε ή τις χάνουμε».
Δωρεάν διανομή
Κι αυτό ακριβώς προσπαθούν να κάνουν ομάδες εθελοντών ανά την Ελλάδα. Πέντε από αυτές, μάλιστα, από την Αθήνα και την Αίγινα μέχρι τον Αλμυρό και τη Ροδόπη, έχουν δημιουργήσει το Δίκτυο Διατήρησης Παραδοσιακών Σπόρων «Σιτώ», που στόχο έχει την παραγωγή των παραδοσιακών σπόρων, τη δωρεάν διανομή τους και τη διάδοση της αντίστοιχης γνώσης.
Είναι ενδεικτικό πως 80 παραδοσιακοί σπόροι διατηρούνται από το Δίκτυο, οι περισσότεροι εκ των οποίων έχουν διασωθεί από τα μέλη του, όπως το ντοματάκι Αγίου Ορους.
Τα τελευταία χρόνια μέσω της προσπάθειας του Ινστιτούτου Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων έχουν διασωθεί στην Τράπεζα Διατήρησης Γενετικού Υλικού γνωστοί – πλέον – παραδοσιακοί σπόροι, όπως είναι το ντοματάκι Σαντορίνης, τα φασόλια Πρεσπών αλλά και η φακή Εγκλουβής.
Οπως επισημαίνει η Βάσω Κανελλοπούλου, μέλος του Δικτύου «Σιτώ», η οποία ασχολείται και με την παρακολούθηση της ευρωπαϊκής νομοθεσίας, ο λόγος που κινδυνεύουν με… εξαφάνιση οι παραδοσιακοί σπόροι είναι κυρίως επειδή δεν καλλιεργούνται, «επικράτησαν οι εμπορικοί σπόροι γιατί έχουν συνδεθεί με λιπάσματα και φυτοφάρμακα και είναι πιο παραγωγικοί. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει πως οι παραδοσιακοί σπόροι, που καλλιεργούνται βιολογικά, δεν είναι παραγωγικοί».
Την περασμένη Κυριακή, μάλιστα, τα μέλη της ομάδας παραδοσιακών σπόρων Αθήνας «Γλυκοπατάτα», μέλους του Δικτύου Διατήρησης Παραδοσιακών Σπόρων «Σιτώ», διοργάνωσαν τη δεύτερη ανοιξιάτικη γιορτή στο Θησείο, όπου πραγματοποίησαν εργαστήρια για μικρούς και μεγάλους ενώ μοίρασαν δωρεάν σπόρους και σπορόφυτα.
Σε μπαχτσέδες, αγρούς, ακόμη και στα μπαλκόνια τους τα μέλη του Δικτύου «Σιτώ» προσπαθούν να αναπαράγουν τους σπόρους, με μοναδικό στόχο να τους κρατήσουν… ζωντανούς.
Οπως επισημαίνει στα «ΝΕΑ» ο νομικός, μέλος του Δικτύου, Αριστείδης Αλέστας, τα μέλη του κινήματος παράγουν για ιδιοκαλλιέργεια αλλά και για να μη σπάσει αυτή η αλυσίδα της παράδοσης, «γι’ αυτό προσπαθούμε να καταγράψουμε την ταυτότητα και το ταξίδι κάθε σπόρου».
«Ελεύθεροι σπόροι»
Σύμφωνα με τις αρχές του Δικτύου, όπως τονίζει η Β. Κανελλοπούλου, καλλιεργούνται μόνο «ελεύθεροι σπόροι», φυτικό γενετικό υλικό που προέρχεται από παραδοσιακές ποικιλίες ή παραδοσιακούς φυτικούς πληθυσμούς, το οποίο καλλιεργείται σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας ώστε να προσαρμόζεται στα τοπικά δεδομένα.
«Καλλιεργώντας λαχανικά και δημητριακά από παραδοσιακές ποικιλίες και κρατώντας τον δικό μας σπόρο, όπως έκαναν και οι παππούδες μας, γινόμαστε πιο ανεξάρτητοι και πιο αυτάρκεις διατροφικά και προστατευόμαστε από μια πιθανή επισιτιστική κρίση. Επίσης τα λαχανικά και δημητριακά από παραδοσιακές ποικιλίες έχουν μεγάλη διατροφική αξία (είναι πλούσια σε βιταμίνες, μεταλλικά άλατα, ιχνοστοιχεία κ.ά.) καθώς και ανώτερη γευστική ποιότητα».