Η συμφωνία της Alpha BankΑΛΦΑ -1,49% με τη UniCredit είναι πιστοληπτικά θετική για την ελληνική τράπεζα, διότι τα ενσώματα κεφάλαια και η κερδοφορία της θα ενισχυθούν, αντισταθμίζοντας την κάπως μειωμένη γεωγραφική διαφοροποίηση των περιουσιακών στοιχείων και των εσόδων του ομίλου, σημειώνει η Moody’s σε ανάλυσή της με την οποία περιγράφει το ντιλ.
Οι δύο τράπεζες θα συγχωνεύσουν τις θυγατρικές τους στη Ρουμανία, δημιουργώντας τον τρίτο μεγαλύτερο παίκτη στη χώρα. Η Unicredit θα συγχωνεύσει την Alpha Βank Romania SA με τη θυγατρική της UniCredit Romania, ενώ η Alpha Βank θα διατηρήσει το 9,9% της κοινής οντότητας και θα λάβει πληρωμή 300 εκατ. ευρώ σε μετρητά. Η συναλλαγή αναμένεται να κλείσει το 2024.
Οι δύο τράπεζες θα συνεργαστούν στην Ελλάδα. Στο asset management, η UniCredit θα διανέμει τα αμοιβαία κεφάλαιά της μέσω του δικτύου καταστημάτων της Alpha Βank, το οποίο εξυπηρετεί περισσότερους από 3,5 εκατομμύρια πελάτες. Στα προϊόντα unit link, η UniCredit θα αποκτήσει το 51% της AlphaLife Insurance Company, σε συνδυασμό με μακροπρόθεσμη συμφωνία διανομής προϊόντων.
Η UniCredit υπέβαλε επίσης δεσμευτική προσφορά για το 9% της Alpha Βank που κατέχει το ΤΧΣ, κίνηση που όπως σημειώνει η Moody’s αντικατοπτρίζει τη δέσμευσή της σε αυτή τη συνεργασία.
Pro forma η κεφαλαιακή θέση της Alpha Βank θα βελτιωθεί κατά περίπου 100 μονάδες βάσης, λόγω της ελάφρυνσης περίπου 2 δισ. ευρώ στο σταθμισμένο σε κίνδυνο ενεργητικό (RWAs) στη Ρουμανία και του κεφαλαιακού κέρδους από την πώληση του μεριδίου της στη ρουμανική θυγατρική της σε περίπου 1,2 φορές τη λογιστική αξία σε σύγκριση με τη συναλλαγή της Alpha Services and Holdings περίπου 0,4 φορές στη λογιστική αξία στο Χρηματιστήριο Αθηνών (24 Οκτωβρίου).
Εκτιμούμε ότι το πρόσθετο κεφάλαιο θα αυξήσει τον pro forma κεφαλαιακό δείκτη Common Equity Tier 1 (CET1) της Alpha Βank σε 14,6% από 13,6% στις 30 Ιουνίου, πολύ πάνω από την ελάχιστη κανονιστική απαίτηση 9,9%. Το πλεονάζον κεφάλαιο είναι πιστωτικά θετικό στοιχείο για τους κατόχους ομολόγων, επειδή ενισχύει το αποθεματικό απορρόφησης ζημιών της τράπεζας και πιθανότατα θα επιτρέψει στην τράπεζα να πληρώσει μερίσματα στους μετόχους για πρώτη φορά μετά από περισσότερο από μια δεκαετία.
Επιπλέον, η κερδοφορία της Alpha Βank είναι πιθανό να ωφεληθεί από τη συμφωνία, η οποία αντισταθμίζει την απώλεια κερδών από την υπάρχουσα θυγατρική της στη Ρουμανία. Η Alpha Βank θα λάβει μερίσματα για το μερίδιο 9,9% που διατηρεί στην κοινή οντότητα, η οποία θα έχει περίπου μερίδιο αγοράς 12% έναντι μεριδίου αγοράς περίπου 3% της Alpha Βank Romania, δίνοντάς της πλεονεκτική κλίμακα στο αναπτυσσόμενο τραπεζικό σύστημα και οικονομία της χώρας. Επίσης, η UniCredit Romania και η Alpha Βank Romania έχουν ισχυρά και συμπληρωματικά ερείσματα στο εταιρικό και λιανικό τμήμα, προσφέροντας συνέργειες εσόδων και κόστους.
Οι χρηματοδοτικές ανάγκες και το κόστος της Alpha Βank για την κάλυψη της ελάχιστης απαίτησης για ίδια κεφάλαια και επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL) θα μειωθούν επειδή τα RWA θα μειωθούν και ο δείκτης CET1 της θα είναι υψηλότερος, γεγονός που θα μειώσει τον όγκο της υψηλού κόστους έκδοσης δανείων επιλέξιμων για MREL που απαιτείται έως τα τέλη του 2025. Μπορεί επίσης να επανεπενδύσει τα 300 εκατ. ευρώ της συμφωνίας στο τρέχον περιβάλλον υψηλών επιτοκίων, εξασφαλίζοντας δυνητικά υψηλή απόδοση.
Δεδομένου του συνδυασμένου αναμενόμενου κόστους και των οφελών απόδοσης, η Apha Bank αναμένει να ενισχύσει την απόδοση των ενσώματων ιδίων κεφαλαίων (RoTE) κατά περίπου 50 μονάδες βάσης πάνω από τον βασικό χρηματοοικονομικό στόχο της για 12%. Παράλληλα, η Alpha Βank στην Ελλάδα θα συνεργαστεί με τη UniCredit, η οποία διαθέτει μεγάλη τεχνογνωσία σε τραπεζοασφαλιστικά προϊόντα, διαχείριση περιουσιακών στοιχείων και αμοιβαία κεφάλαια, ενισχύοντας την προσφορά προϊόντων.
Η σχεδιαζόμενη εξαγορά από τη UniCredit του μεριδίου 9% στην Alpha Υπηρεσίες και Συμμετοχές από το ΤΧΣ θα ενσωματώσει έναν στρατηγικό μέτοχο που διαθέτει σημαντική τεχνογνωσία και ισχυρή παρουσία σε άλλες αγορές της ΕΕ. Η συμφωνία επιτρέπει επίσης στη UniCredit να κεφαλαιοποιήσει τις ευκαιρίες ανάπτυξης στην Ελλάδα, η οποία τοποθετείται ως σημαντικό σημείο σύνδεσης για τις δραστηριότητες της τράπεζας στην Κεντρική και Ανατολική Ευρώπη.
Το ενδιαφέρον μεγάλης ευρωπαϊκής τράπεζας για επένδυση στην Alpha Βank στηρίζει επίσης το θετικό κλίμα της αγοράς στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.