Η μεταφορά του διάσημου μυθιστορήματος του Νίκου Καζαντζάκη στην μεγάλη οθόνη είναι πλέον γεγονός. Η ταινία «Καπετάν Μιχάλης», το νέο εγχείρημα του σκηνοθέτη – σεναριογράφου Κώστα Χαραλάμπους, θα προβληθεί προσεχώς, μέσα στα Χριστούγεννα. Πρόκειται μια αληθινή υπερπαραγωγή η οποία μας μεταφέρει στην Κρήτη του 1889. Πρωταγωνιστής είναι ο Αιμίλιος Χειλάκης ενώ συμμετέχει ο Αλέκος Συσσοβίτης. Πάμε να δούμε την δική του ματιά σχετικώς με την κινηματογραφική μεταφορά του κορυφαίου αυτού μυθιστορήματος και τον ρόλο του στην ταινία.
Γ.Σ.: Αλέκο, πες μας δυο λόγια για την ταινία· ο «Καπετάν Μιχάλης» του Κώστα Χαραλάμπους. Πως αισθάνεσαι που συμμετέχεις στην κινηματογραφική εκδοχή ενός από τα πιο εμβληματικά έργα του μεγάλου Έλληνα λογοτέχνη; Είσαι ικανοποιημένος με το αποτέλεσμα της μεταφοράς του καζαντζάκειου ιστορικού μυθιστορήματος στην μεγάλη οθόνη;
Α.Σ.: Κατ’ αρχάς ο Κ. Χαραλάμπους με μεγάλο σεβασμό και ταπεινοφροσύνη προσεγγίζει αυτό το εμβληματικό έργο, ένα από τα σημαντικότερα έργα του Καζαντζάκη, προσπαθώντας να διαβάσει και να μεταφέρει την ουσία του βιβλίου με «δυνατό» τρόπο. Είναι σημαντικό ένας σκηνοθέτης ν΄ αγαπάει αυτό που υλοποιεί. Το αποτέλεσμα βέβαια θα κριθεί όταν θα προβληθεί η ταινία στην τελική της μορφή. Έχω μια πολύ δυνατή αίσθηση ότι θα είναι μια σοβαρή και διαχρονική ταινία.
Γ.Σ.: Αν και ιστορικό έργο «Ο Καπετάν Μιχάλης» είναι ένα χαρακτηριστικό δείγμα ψυχογραφικού μυθιστορήματος. Ποιος είναι ο δικός σου ρόλος; Ποιον ήρωα υποδύεσαι και πως ερμηνεύεται αυτός μέσα από τα μάτια του Αλέκου Συσσοβίτη;
Α.Σ.: Εγώ υποδύομαι τον Νουρήμπεη που είναι ο αδελφοχτρός του Καπετάν Μιχάλη. Στην Κρήτη εκείνη την εποχή ζούσαν Έλληνες και Τούρκοι, για την ακρίβεια οι περισσότεροι απ΄ αυτούς ήταν χριστιανοί που αλλαξοπίστησαν, κρητικοί δηλαδή που έγιναν μουσουλμάνοι για να σωθούν από την τουρκική σφαγή. Οπότε ουσιαστικά μιλάμε για δύο παιδιά που μεγάλωσαν σ΄ ένα κοινό τόπο και έγιναν καλοί φίλοι· ο ένας συμπλήρωνε τον άλλον. Και οι δυο είναι άνθρωποι που ζητούσαν την γαλήνη στον τόπο και είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστικό ότι ο Νουρήμπεης στο τέλος θυσιάζεται για την ειρήνη. Είναι αυτός που για να μην εμπλακούν για άλλη μια φορά οι Έλληνες με τους Τούρκους θα ζητήσει απ΄ τον Καπετάν Μιχάλη σε νεαρή ηλικία να γίνουν «σταυραδέλφια», δηλαδή να προβούν σε μια τιμή αίματος, ώστε να μην συγκρουσθούν ποτέ μεταξύ τους και να κυριαρχήσει η ειρήνη. Έχει ένα μεγαλείο ψυχής, είναι ένας νεωτεριστής και σίγουρα μια άρχουσα μορφή στον τόπο. Διαφοροποιείται από τους υπόλοιπους Τούρκους και αυτό φαίνεται από την τελική του πράξη. Κινδυνεύοντας να χάσει την γυναίκα του – την οποία χάνει τελικά γιατί την ερωτεύεται ο Καπετάν Μιχάλης – επιδεικνύει μια μη εγωιστική στάση, προβάλλοντας ταυτόχρονα μια ένδειξη βαθύτατης φιλίας. Είναι ένας ανιδιοτελής χαρακτήρας. Ο Νουρήμπεης προτάσσει την ανθρώπινη σχέση έναντι οποιασδήποτε θρησκείας ή εθνικού συμβόλου – τουλάχιστον έτσι εγώ το ανέγνωσα – ενέργεια η οποία, σε ψυχογραφική διάσταση, παρουσιάζει έντονο ενδιαφέρον.
«Είναι εντυπωσιακό πόσο δένεται ο άνθρωπος με έναν τόπο και ότι στρέφεται προς τον χρόνο, το παρελθόν, τους προγόνους»
Γ.Σ.: Ποιο το βαθύτερο μήνυμα του «Καπετάν Μιχάλη»; Τι θα προέκρινες ως κεντρική διδαχή;
Α.Σ.: Το μυθιστόρημα του Καζαντζάκη έχει ρομαντική ουμανιστική ματιά. Ο Καζαντζάκης καταγράφει πόσο πολύ μπορεί ένας φόβος να επηρεάσει τις συμπεριφορές των ανθρώπων. Εξυμνεί την Κρήτη, ως τόπο, θεωρώντας τα πλάσματα που ζουν σε αυτήν ερωτευμένα και εξαρτημένα με τον τόπο τον ίδιο, την Κρήτη. Οι Τούρκοι δεν μπορούν να φύγουν – οι αδελφοχτροί Τούρκοι – από την Κρήτη γιατί την αγαπούν, όσο και οι Έλληνες οι ίδιοι. Αυτή η δέσμευση με τη γη, με τον τόπο δηλαδή, δημιουργεί αυτήν την αντιπαράθεση, αυτόν τον πόλεμο μέχρι τον θάνατο. Η μεταφυσική σχέση του ανθρώπου με τον τόπο και το περιβάλλον που καταγράφεται μέσα στο βιβλίο, είναι πολύ ισχυρή και εμένα αυτό με συγκίνησε. Επειδή και εγώ δένομαι πολύ με τόπους που αγαπώ, καταλαβαίνω πόσο άρρηκτη είναι η σχέση ανάμεσα σε εμένα και το χώμα που πατώ. Η γη ασκεί μια μεταφυσική έλξη, καθαρή εξάρτηση. Αυτή η αγάπη για την Κρήτη (και του ίδιου του Καζαντζάκη) των χαρακτήρων του μυθιστορήματος τούς οδηγεί σε τέτοιες επιλογές. Δηλαδή θα μπορούσε να πει κάποιος «φεύγω από ‘δω για να μην πεθάνω, θα βρω ειρήνη και γαλήνη κάπου αλλού». Δεν το κάνει όμως. Όπως και τώρα που μιλάμε οι άνθρωποι δεν αποχωρούν από την Γάζα. Και γίνεται ήδη γενοκτονία. Είναι εντυπωσιακό, λοιπόν, πόσο δένεται ο άνθρωπος με έναν τόπο και ότι έχει την τάση να στρέφεται προς την «ιδέα», τον χρόνο, το παρελθόν, τους προγόνους όλα αυτά που «είναι ακόμη εκεί».
«Η έννοια της παγκοσμιοποίησης οδηγεί στην κατάργηση των εθνών – και των ηθών σε πολύ μεγάλο βαθμό. Τα σύνορα έχουν σκύψει μπροστά στον θεό του χρήματος, οπότε μιλάμε για μια νέα τάξη πραγμάτων»
Γ.Σ.: Έτος 1889: Εποχή της κρητικής επανάστασης λοιπόν, όταν ακόμη ήταν κραταιές οι προνεωτερικές αξίες της τιμής, του καθήκοντος, της οικογένειας, και της ρομαντικής περιφρόνησης του θανάτου… Ο πρωταγωνιστής θέτει ως σκοπό την συναίσθηση του καθήκοντος και της θυσίας. Πως αντιπαραβάλλεται εκείνος ο κόσμος προς την σύγχρονη εποχή; Έχουν ισχύ, πλέον, οι αξίες εκείνες και αν όχι, που οφείλεται αυτό;
Α.Σ.: Οι αξίες αυτές δεν πεθαίνουν ποτέ, ωστόσο διαφοροποιούνται αναλόγως των καταστάσεων και των χρονικών συγκυριών. Παίρνουν μια άλλη μορφή, άλλοτε ισχυρή, άλλοτε λιγότερο ισχυρή. Η ανθρωπότητα βιώνει ραγδαίες εξελίξεις. Μέσα σε έναν μόλις αιώνα βλέπουμε ότι το ανθρώπινο ον είναι τελείως διαφορετικό. Ο πληθυσμός πολλαπλασιάστηκε από το 1889 μέχρι τώρα. Έχουμε τριπλάσιο πληθυσμό στον πλανήτη. Όλο αυτό έφερε διαφορετικές ηθικές αξίες, συμπεριφορές και είναι εύλογο διότι τίποτε δεν μένει σταθερό στον χρόνο. Ο χρόνος είναι μεταβλητός. Βρίσκω πλήρως φυσιολογική την συμπεριφορά του ανθρώπου, ιδιαίτερα αν ληφθεί επίσης υπόψη η καινούργια του τεράστια επανάσταση που ονομάζεται Τεχνολογία. Η έννοια της παγκοσμιοποίησης οδηγεί στην κατάργηση των εθνών – και των ηθών σε πολύ μεγάλο βαθμό. Τα σύνορα έχουν σκύψει μπροστά στον θεό του χρήματος, οπότε μιλάμε για μια νέα τάξη πραγμάτων που δεν έχει καμία σχέση ούτε με το 1889, ούτε καν με το 1990. Είναι τεράστια η αλλαγή στην ανθρωπότητα. Από την άλλη βέβαια παρατίθεται το κύμα του ρομαντισμού, εκφάνσεις του οποίου εκδηλώνονται και τώρα. Σήμερα που μιλάμε, στη Γάζα υπάρχει κόσμος που περιφρονεί τον θάνατο, ή μάλλον περιφρονεί τη ζωή και τον θάνατο για να λυτρωθεί από το βασανιστήριο που βιώνει. Το ίδιο και οι Ουκρανοί. Υπό συνθήκες πολέμου αυτές οι αξίες επανεμφανίζονται.
Γ.Σ.: Το έργο (και το σενάριο κατ΄ επέκταση) πραγματεύεται τον ξεσηκωμό των υπόδουλων Ελλήνων έναντι του τουρκικού ζυγού: α) συνετέλεσαν, θεωρείς, λογοτεχνικά έργα όπως «ο Καπετάν – Μιχάλης» στην διαμόρφωση της σύγχρονης νεοελληνικής ταυτότητας; β) σε τι βαθμό οι εθνικές διαφορές κρατών παράγουν ταυτοτικές αναζητήσεις και τάσεις συλλογικού αυτοπροσδιορισμού;
Α.Σ.: Σίγουρα συνετέλεσαν. Ο άνθρωπος πράττει και αφουγκράζεται τις συνέπειες των πράξεών του. Αυτή είναι η ανθρώπινη φύση. Οπότε οι μεγάλοι συγγραφείς, λογοτέχνες και όχι μόνο, πραγματικά βρίσκουν έναν πολύ ιδιαίτερο τρόπο για να καταστήσουν συνειδητή και κατανοητή την πράξη των ανθρώπων και να προσδώσουν, αν θέλεις, μια σύγχρονη ταυτότητα, όπως σωστά το διατυπώνεις, στον λαό τους. Ναι, συμβαίνει. Οι άνθρωποι των Τεχνών δρουν μορφοποιητικά, ανοίγουν τα μάτια του κόσμου. Βεβαίως υπάρχει μια υποκειμενική ματιά στη ζωή που πολλές φορές αποτυπώνεται αντικειμενικά μέσω της γραφής, παρ΄ όλα αυτά δεν παύει να είναι το άτομο αυτό που γράφει τα γεγονότα. Με αυτόν τον τρόπο διαμορφώνεται μια ταυτότητα που έχει κάποια προσωποκεντρική ματιά. Ο Καζαντζάκης σίγουρα συνέβαλε στην διαμόρφωση πολιτισμικής ταυτότητας. Δεν ξέρουμε, ωστόσο, σε ποιο βαθμό και πόσοι διάβασαν τα έργα του. Μπορεί να είναι ιδιαίτερα δημοφιλής και γνωστός σε όλον τον πλανήτη ο Έλληνας συγγραφέας, αλλά είναι άγνωστο πόσοι Έλληνες τον διάβασαν και πόσοι επηρεάστηκαν από αυτόν. Σήμερα φερ΄ ειπείν υπάρχει κόσμος που δεν γνωρίζει το όνομά του. Ο Έλληνας δεν διαβάζει πολύ, παρ΄ όλο που έχει ένα έντονο πολιτιστικό παρελθόν. Στον προηγούμενο αιώνα η επιρροή ήταν μεγαλύτερη απ΄ ότι σήμερα. Να είναι σε θέση όμως ν’ αλλάξει ένας συγγραφέας τον ρου των πραγμάτων, όχι δε νομίζω. Συνήθως έχει μια φωνή αλήθειας αλλά νομίζω ότι το συμφέρον ορίζει την σχέση των κρατών. Όπως έλεγε και ο Νίτσε, «το δίκιο του ισχυρού».
Γ.Σ.: Πρωτεύουσα ιδέα του έργου η έννοια της Ελευθερίας. Χωρίς να χρειάζεται να προβούμε σε κοινότοπες διαπιστώσεις περί της διαχρονικής σημασίας αυτού του αγαθού, ποιά η σχέση της με την Δικαιοσύνη που αποζητά ο Καπετάν Μιχάλης; Ελευθερία, Δικαιοσύνη, Ευημερία. Με ποια σειρά θα τις κατέτασσες, αρχίζοντας από την πιο απαραίτητη;
Α.Σ.: Η Ευημερία θα έλεγα τελευταία. Η Ελευθερία είναι το σημαντικότερο όλων. Άνθρωπος ο οποίος είναι ανελεύθερος, προτιμάει τον θάνατο. Και δικαίως. Το έχει αποδείξει και η δική μας ιστορία και η ιστορία άλλων λαών. Η Δικαιοσύνη από την άλλη είναι μια έννοια η οποία είναι διττή, αμφίσημη και αμφίβολη. Ο άνθρωπος και οι κοινωνίες του κινούνται μεταξύ του δικαίου και του αδίκου, μεταξύ του καλού και του κακού, του θετικού και του αρνητικού. Αυτό δεν αναιρείται. Η συνεννόηση μεταξύ των ανθρώπων καταλήγει να είναι μια Βαβέλ. Ο άνθρωπος κατά την επιστήμη αντιλαμβάνεται ένα πολύ μικρό ποσοστό της πραγματικότητας, αυτή είναι η δυνατότητα του εγκεφάλου του. Άρα δεν νομίζω ότι μπορεί πράγματι να καταλάβει την έννοια της πραγματικότητας με τον ίδιο τρόπο που το καταλαβαίνει ο άλλος απέναντί του. Οπότε αυτό που λέμε δίκαιο πολλές φορές αμφισβητείται. Οπότε εκείνη την εποχή Έλληνες και Τούρκοι είχαν διαφορετικές ανάγκες, η ανάγκη καθορίζει την έννοια του δικαίου και επειδή δεν τα βρίσκανε, έπρεπε να ελευθερωθεί η Κρήτη από αυτόν που είχε την ισχύ («το δίκαιο του ισχυρού» που λέγαμε και πριν). Άρα η σειρά είναι αυτή όπως στην ερώτηση: Ελευθερία, Δικαιοσύνη, Ευημερία.
«Δεν μπορούμε χωρίς ιστορικές αναφορές να διαχειρισθούμε το παρόν. Δεν γίνεται ν’ αποκόψουμε το χθες από το τώρα και το αύριο. Είναι αλληλένδετα μεταξύ τους… με γνώμονα τον πρόγονο μπορώ να πορευθώ, να υπάρξω και να ζήσω»
Γ.Σ.: Ένα απόσπασμα από το διάσημο έργο «Ασκητική» του Ν. Καζαντζάκη λέγει: «Ἡ Κραυγή δέν εἶναι δική σου. Δέν μιλᾷς ἐσύ, μιλοῦν ἀρίφνητοι πρόγονοι μέ τό στόμα σου. Δέν εἶσαι ἕνας· εἶσαι ἕνα σῶμα στρατοῦ. Εἶσαι ἕνα φύλλο στό μέγα δέντρο τῆς ῥάτσας». Πως το αναλύεις αυτό;
Α.Σ.: Η σχέση του ανθρώπου με τον χρόνο είναι πολύ σημαντική. Ο άνθρωπος έχει ανάγκη την μνήμη και το παρελθόν και αυτή η ανάγκη τον καθορίζει. Δεν μπορούμε χωρίς ιστορικές αναφορές να διαχειρισθούμε το παρόν. Δεν γίνεται ν’ αποκόψουμε το χθες από το τώρα και το αύριο. Είναι αλληλένδετα μεταξύ τους και πολύ σοφά το διατυπώνει εδώ ο Καζαντζάκης. Είμαστε μέλη μιας ιδέας, της κοινωνίας, η οποία είναι ανώτερη απ’ τον άνθρωπο αυτόν καθ΄ αυτόν, ακόμη και από την ύπαρξη. Η ιδέα είναι, νομίζω, αυτή που μπορεί να καταγράψει το υπαρκτό. Δηλαδή αν μπορούσαμε να δώσουμε μια έννοια στην ζωή θα μιλούσαμε βάσει ιδεών και βάσει ιστορικών αναφορών. Η σχέση η δική μου με τους ανθρώπους της οικογενείας μου που έχουν πεθάνει είναι πάρα πολύ σημαντική· με γνώμονα τον πρόγονο μπορώ να πορευθώ, να υπάρξω και να ζήσω. Όντας δηλαδή μέρος ενός συνόλου, αντιλαμβάνομαι περισσότερο την ανιδιοτέλεια του ατόμου και έτσι μπορώ να λειτουργώ, αλλιώς είμαι ένα κομμένο φύλλο που έχει πέσει απ’ το δένδρο. Ο άνθρωπος είναι ον κοινωνικό με τάσεις ατομικές. Το ένα περικλείει το άλλο. Μέσω του συνόλου μπορούμε να δούμε και εμείς στα μάτια των άλλων ποιοι είμαστε, να διαβάσουμε δηλαδή καλύτερα τους εαυτούς μας και η συναναστροφή με τους υπόλοιπους είναι αυτή που μας κάνει, να διορθώσουμε, να αναπροσαρμόσουμε την συμπεριφορά μας και να εξελιχθούμε μέσα στον χρόνο, ειδάλλως αν ο άνθρωπος ήταν αποκομμένος από το κοινωνικό σύνολο, θα ήταν ο ίδιος απ΄ την μέρα που γεννήθηκε. Οι σημαντικές αλλαγές, επομένως, συντελούνται μέσα από την κοινωνική-συλλογική τριβή.
Γ.Σ.: Είχε σημειώσει ο Ν. Καζαντζάκης: «Υπήρξα καθαρευουσιάνος, νασιοναλιστής, δημοτικιστής, επιστήμονας, ποιητής, σοσιαλιστής, θρησκομανής, άθεος, estete και τίποτα πια απ’ όλα αυτά δεν μπορεί να με ξεγελάσει». Ποιο το σχόλιό σου; Υιοθετείς την θέση ότι οι ιδεολογίες δρουν περιοριστικώς, συμπιέζοντας και περιχαρακώνοντας την ελευθερία της σκέψεως και εκφράσεως;
Α.Σ.: Ναι, το κάνουν αυτό. Και ΄γω έχω περάσει από διάφορες φάσεις. Να είμαι κυνικός, ρομαντικός, ευαίσθητος, ουμανιστής. Συμβαίνει αυτό. Αλλά αυτό είναι μια διαδικασία της γνώσης. Ο άνθρωπος μπροστά στο Άγνωστο τρομάζει, δεν μπορεί να σταθεί στα πόδια του, ζητά να έχει μια υπόσταση τέτοια ούτως ώστε να μπορέσει να αποδεχθεί το Άγνωστο· ψάχνει με διάφορους τρόπους, με διάφορες ιδεολογίες με διάφορες ταυτότητες να δώσει έναν ορισμό στα πράγματα. Πολλές φορές αυτό δεν αρκεί, οπότε ψάχνει το επόμενο. Το σύνολο όλων αυτών όμως είναι η «ανάγνωση» της ζωής, οπότε είναι μια χρήσιμη διαδικασία. Πράγματι πιστεύω ότι ο άνθρωπος πρέπει να είναι νομάς και στην ψυχή και στο μυαλό του, να μεταφέρεται, να μεταστρέφει την σκέψη του και να μην έχει παρωπίδες, ώστε να καταλαβαίνει ότι κοιτώντας έξω απ΄ αυτόν θα μπορέσει να αντιληφθεί «τον Εαυτόν» που λένε οι σοφοί. Έτσι φτάνει κανείς σε αυτό που λέγει ο Καζαντζάκης «Δεν ελπίζω τίποτα, δεν φοβούμαι τίποτα, είμαι λέφτερος». Δεν είναι μια ουτοπική και απαισιόδοξη στάση ζωής. Τουναντίον είναι απελευθερωτική και πολύ γενναία ματιά.
«Η παγκοσμιοποίηση είναι πολύ ισχυρή. Θεωρείται πλέον δεδομένο ότι δεν υπάρχουν σύνορα και κράτη. Υπάρχει ένας παγκόσμιος κουβάς που ελέγχεται από το κεφάλαιο. Δεν βλέπω να υπάρχει καμμία διαπαιδαγώγηση για καλλιέργεια πολιτιστικής ταυτότητας»
Γ.Σ.: Που οφείλεται, πιστεύεις, η όποια «στασιμότητα» παραγωγής ελληνικού πολιτισμού στις μέρες μας, σε σύγκριση ειδικά με τον περασμένο αιώνα των υψιπετών κλασσικών λογοτεχνικών έργων; Ενώ δηλαδή η Ελλάδα διαθέτει πολιτιστική ισχύ, γιατί δεν αφήνει ισχυρό αποτύπωμα πλέον στο διεθνές πολιτιστικό στερέωμα;
Α.Σ.: Εγώ βλέπω ότι η παγκοσμιοποίηση είναι πολύ ισχυρή. Μίλησα με έναν Έλληνα Καθηγητή 35-40 χρονών στην Αγγλία. Μου είπε ότι στα Πανεπιστήμια που διδάσκουν Ανθρωπολογία, Κοινωνιολογία θεωρείται πλέον δεδομένο ότι δεν υπάρχουν σύνορα και κράτη. Υπάρχει ένας παγκόσμιος κουβάς που ελέγχεται από το κεφάλαιο. Πάνω σε αυτή τη βάση και λαμβάνοντας υπόψη την φιλο-αμερικανική νοοτροπία ενός δυτικού κόσμου που ο καθένας μπορεί να είναι ανεξάρτητος, να κάνει ό,τι θέλει με μόνο στόχο και σκοπό την δική του ευημερία, οικονομία και διασκέδαση, δεν βλέπω να υπάρχει καμμία διαπαιδαγώγηση για καλλιέργεια πολιτιστικής ταυτότητας. Να είμαι και λίγο απόλυτος; Σχεδόν πουθενά στην Δύση. Μπορεί να υπάρχουν κάποιες διαφοροποιήσεις ανά περιοχές, στην Ελλάδα ωστόσο πράγματι κλείσαμε τα μάτια σε αυτήν την έννοια που λέγεται «Πολιτισμός» και γίναμε υλιστές. Ας μην ξεχνάμε όμως ότι η Ελλάδα έχει έναν ισχυρό πολιτιστικό φορέα που λέγεται Θέατρο. Εκεί ωστόσο γίνεται μεγάλη και σοβαρή δουλειά. Νομίζω, λοιπόν, ότι η χώρα κάνει μια φιλότιμη προσπάθεια, απλώς όχι στον βαθμό που θα έπρεπε. Οι Τέχνες ανέκαθεν κατέγραφαν τα των εποχών. Άλλες εποχές οι προηγούμενες. Τον προηγούμενο αιώνα η χώρα έζησε Βαλκανικούς Πολέμους, την Καταστροφή της Σμύρνης, Δύο Παγκοσμίους, Εμφύλιο, Χούντα. Συνεπώς αν δεν «πιέζεται» κάπως ο άνθρωπος, δεν θα καταφύγει στις Τέχνες. Αν ζούσαμε πόλεμο ή γενικώς δύσκολες συνθήκες, τότε θα διαπιστώναμε τι άνθηση θα υπήρχε.-
Συνέντευξη στον Γιώργο Σύρο για λογαριασμό του TheNewspaper.gr