Ανήσυχοι ότι μακροπρόθεσμα η ευρεία διάδοση φαρμάκων της κατηγορίας GLP-1 όπως το διάσημο πια Ozempic θα μειώσει τα κέρδη της βιομηχανίας τροφίμων, λόγω της μειωμένης πρόσληψης τροφίμων, εμφανίζονται πολλοί επενδυτές.
Ozempic: Απειλεί την βιομηχανία τροφίμων και προκαλεί τους κολοσσούς
Σημειώνεται ότι το Ozempic και τα ομοειδή φάρμακα βοηθούν στην απώλεια βάρος με τον εξής διπλό μηχανισμό: Αφενός επιδρούν στο «κέντρο» της όρεξης, μειώνοντας το αίσθημα πείνας. Αφετέρου, επιδρούν στο στομάχι καθυστερώντας την απομάκρυνση της τροφής μετά το γεύμα, δίνοντας αίσθηση παρατεταμένου κορεσμού.
Ο ενθουσιασμός για τη νέα αυτή κατηγορία φαρμάκων είναι τόσο έντονος ώστε ακόμη και ο επικεφαλής της εταιρείας Novo Nordisk που παρασκευάζει το Ozempic, να πιστεύει ότι η συζήτηση έχει ξεφύγει από τα πραγματικά δεδομένα.
«Δεν καταλαβαίνουμε γιατί όλοι τρελαίνονται με το Ozempic»
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο Ντιρκ βαν ντε Πουτ, διευθύνων σύμβουλος της Mondelez International, μιας εκ των μεγαλύτερων εταιρειών τροφίμων παγκοσμίως. «Δεν καταλαβαίνω γιατί όλοι ανακατεύονται τόσο πολύ με αυτό [με το Ozempic], όταν τα δεδομένα απλώς δεν υποστηρίζουν [την ανησυχία]. Έχω μιλήσει με τους διευθύνοντες συμβούλους ορισμένων φαρμακευτικών εταιρειών και λένε το ίδιο πράγμα: “Δεν καταλαβαίνουμε γιατί όλοι τρελαίνονται τόσο πολύ με αυτό”», ανέφερε στο Barron’s.
Ο ίδιος πρόσθεσε ότι η εταιρεία του παρακολουθεί την κατάσταση. Οι εκτιμήσεις έχουν ως εξής: Το 2035 η Mondelez υπολογίζει ότι το 7% έως 14% του πληθυσμού των ΗΠΑ θα χρησιμοποιεί αυτά τα φάρμακα, μειώνοντας την πρόσληψη θερμίδων κατά 30% έως 35%. Κάτι τέτοιο θα επηρέαζε τους όγκους πωλήσεών της κατά μόλις 0,5% έως 1%.
Το χαμηλό αυτό ποσοστό φανερώνει, κατά το Barron’s, πόσο υπερβολικές είναι ορισμένες εκτιμήσεις σχετικά με τα φάρμακα για την απώλεια βάρους. Εξάλλου, όσον αφορά τη Mondelez, μόλις το ένα πέμπτο των δραστηριοτήτων της επικεντρώνεται στις ΗΠΑ. Η αυξανόμενη παρουσία της στις αναδυόμενες αγορές σημαίνει ότι είναι λιγότερο εκτεθειμένη στους παχύσαρκους καταναλωτές που υπερεκπροσωπούνται στις ανεπτυγμένες χώρες, οι οποίοι θεωρούνται πιθανότεροι λήπτες φαρμάκων όπως το Ozempic. Διαθέτει επίσης πιο υγιεινές επιλογές, καθώς και υποκατάστατα γεύματος.
«Αν πρέπει να αρχίσω να ανησυχώ για κάτι που θα επηρεάσει τον όγκο μου 10 χρόνια αργότερα κατά μισό έως 1%… Λοιπόν, νομίζω ότι έχω άλλα πράγματα που είναι πιο σημαντικά να ασχοληθώ σήμερα», λέει ο βαν ντε Πουτ.
Σταθερός βηματισμός
Προς το παρόν, η Mondelez προχωράει με στέρεα βήματα. Την περασμένη εβδομάδα ανακοίνωσε καλύτερα από τα αναμενόμενα αποτελέσματα τρίτου τριμήνου με όγκους που ήταν περίπου σταθεροί, μια σημαντική εξέλιξη καθώς ο τομέας συσκευασμένων τροφίμων μαστίζεται από μειώσεις πωλήσεων.
Αυτό δεν σημαίνει ότι όλα είναι καλά για τη Mondelez. Παράλληλα με τις υψηλότερες τιμές των βασικών εμπορευμάτων, η εταιρεία σημειώνει ότι το κόστος των άλλων εισροών παρέμεινε σταθερό, αντί να μειωθεί, όπως ίσως κάποιοι ήλπιζαν. Η μετοχή έχει επίσης να αντιμετωπίσει τη γενική απέχθεια των επενδυτών για τον κλάδο, η οποία επεκτείνεται και στους θεσμικούς αγοραστές, όπως ανέφερε το Investor’s Business Daily αυτό το καλοκαίρι.
Παρ’ όλα αυτά, ο CEO της εταιρείας εμφανίζεται κάτι περισσότερο από αισιόδοξος για το επόμενο έτος, καθώς αναμένονται ελάχιστες διαταραχές στις πωλήσεις από τις συνεχιζόμενες αυξήσεις των τιμών, λόγω του υψηλότερου κόστους κακάο και ζάχαρης. Αυτό οφείλεται στο ότι οι καταναλωτές παραμένουν πιστοί στις μάρκες που πωλούν γλυκίσματα, ενώ και ο ανταγωνισμός από τα προϊόντα ιδιωτικής ετικέτας είναι ασθενέστερος.
«Η πανδημία άλλαξε ριζικά τους καταναλωτές: Πριν ανησυχούσαν ιδιαίτερα για τις απολαύσεις και η συμπεριφορά τους ήταν διαφορετική», λέει ο βαν ντε Πουτ. Και ενώ πολλοί άνθρωποι ευαισθητοποιήθηκαν περισσότερο σε θέματα υγείας κατά τη διάρκεια της πανδημίας, αυτό συνοδεύτηκε από την ανάγκη για αυτοφροντίδα, η οποία συχνά περιλάμβανε γλυκά. «Τώρα η παρασπονδία είναι πολύ αποδεκτή και αποτελεί σχεδόν ανάγκη. Οι άνθρωποι δηλώνουν ανοιχτά ότι η καλοπέραση πρέπει να είναι μέρος της ημέρας τους.»