Στην Συκιά Κορινθίας βρίσκεται το Πυργόσπιτο του πλουσιότερου Τούρκου της Πελοποννήσου, του Κιαμήλ Μπέη και η αμύθητη περιουσία του που αναζητείται εδώ και 200 χρόνια!
Ο Κιαμήλ Μπέης ήταν επιφανέστατος Τούρκος της Πελοποννήσου. Γόνος ισχυρής οικογένειας που κυβερνούσε την Κορινθία για όλο το διάστημα της δεύτερης Τουρκοκρατίας, υπήρξε ο τελευταίος Τούρκος διοικητής και δυνάστης της Κορίνθου.
Είχε μεγάλη ακίνητη περιουσία όχι μόνο στην Κόρινθο αλλά και στην Αρκαδία την Αθήνα και την Λιβαδειά ενώ εκμεταλλευόταν φορολογικά και περιοχές στην Κορινθία, την Αρκαδία και την Μεσσηνία. Τόσο ο Δεληγιάννης που ήταν ο αντίπαλος του όσο και ο Ρήγας Παλαμήδης αναφέρονται σε αυτόν με αρνητικούς χαρακτηρισμούς.
Αντίθετα η διοίκηση του αποτιμάται θετικά από ξένους περιηγητές και ιστορικούς, καθώς θεωρούν ότι η μακροχρόνια άσκηση της εξουσίας από την οικογένειά του συνέβαλε στην επιδίωξη μακροπρόθεσμης ευημερίας και όχι σε πρόσκαιρη εκμετάλλευση του τόπου. Ο Κιαμηλ Μπέης βρισκόταν εντός της Τριπολιτσάς κατά την άλωση της. Η αιχμαλωσία του ήταν σημαντική για το απελευθερωτικό αγώνα γι’ αυτό και ορίστηκε αμοιβή για τη σύλληψη του.
Τελικά συνελήφθη και κρατήθηκε αιχμάλωτος ενώ το 1822 απεβίωσε. Ο Πύργος του στη Συκιά Κορινθίας αποτελούσε ένα από τα σπίτια που είχε στην ιδιοκτησία του καθώς απολαμβάνετε την εκτίμηση του Σουλτάνου. Πρόκειται για μία οχυρή κατοικία κάτοψης σχήματος Τ, που σχηματίζεται από ένα μεγάλο ορθογώνιο κτίριο, στο οποίο προσαρτάται ένας μικρότερος ορθογώνιος Πύργος. Το κτίριο κατασκευάστηκε στις αρχές του 19ου αιώνα και έκτοτε δέχθηκε αρκετές παρεμβάσεις.
Σημειώνεται πως η αυθεντική οροφή έχει αντικατασταθεί λόγω υποχώρησης της. Το ισόγειο αποτελείται από δύο δωμάτια στο ένα από τα οποία ενσωματώνεται μία ορθογώνια κατασκευή, πιθανόν δεξαμενή. Ο δεύτερος όροφος απαρτίζεται από έναν προθάλαμο και δύο δωμάτια. Και τα δύο είχαν εστία, μάλιστα η ημικυκλική προεξοχή της καμινάδας στην εξωτερική πλευρά του Νοτίου δωματίου ήταν περίτεχνα κοσμημένη. Για την κατασκευή του πύργου χρησιμοποιήθηκαν αργοί λίθοι εκτός από τα πλαίσια των παραθύρων και τους γωνιαίους λίθους που είναι λαξευμένοι.
Τέλος να σημειώσουμε πως η αμύθητη περιουσία του, από Χρύσα γρόσια, πουγκιά με γεμάτα χρυσά νομίσματα, βενετσιάνικοι λίθοι και κούτες με σμαράγδια αναζητείται εδώ και 200 χρόνια από γενιές και γενιές Ελλήνων. Ακόμα και ο Κολοκοτρώνης, επιφανείς επαναστάτες του 1821 αλλά και χιλιάδες απλοί Έλληνες έζησαν με την αναζήτηση του μεγάλου αυτού θησαυρού που Θα άλλαζε την πορεία του ελληνικού έθνους.
Πρόσφατο τραγικό παράδειγμα πριν 3 χρόνια ο θάνατος των τεσσάρων φίλων που πιθανότατα αναζητούσαν θησαυρό του Κιαμήλ Μπέη που λέγεται πως έχει θαφτεί στην περιοχή στην άγνωστη σπηλιά στο Άνω Καρμπουνάρι Λουτρακίου.
Ποιος ήταν ο Κιαμήλ Μπέης
Ακόμη και στις μέρες μας εξακολουθούν κάποιοι να αναζητούν μάταια την τεράστια περιουσία του Κιαμήλ μπέη, του τελευταίου τούρκου διοικητή της Κορίνθου. Αληθοφανείς πληροφορίες, χάρτες με αινιγματικά σημάδια αλλά και θρύλοι που διαδόθηκαν από στόμα σε στόμα προσπαθούν να απαντήσουν στο μεγάλο μυστήριο.
Ο Κιαμήλ Μπέης γεννήθηκε στην Κόρινθο το 1784. Το 1815 διαδέχτηκε τον πατέρα του Νουρή Μπέη, ως επικεφαλής του “καζά” της Κορίνθου. Η κυριαρχία του εκτείνονταν στις περιοχές Ισθμίας, Κορινθίας, Σικυωνίας, Πελλήνης, Φενεού, Στυμφαλίας, Επιδαυρίας, Τροιζήνας, καθώς και στα Δερβενοχώρια των Μεγάρων, περιλαμβάνοντας συνολικά 163 χωριά, ενώ είχε την φορολογική εποπτεία σε εδαφικές εκτάσεις σε Αρκαδία και Μεσσηνία.
Όταν ξέσπασε η Επανάσταση εγκλωβίστηκε στην Τριπολιτσά, όπου και αιχμαλωτίστηκε κατά την άλωσή της (23 Σεπτεμβρίου 1821). Με εντολή του Κολοκοτρώνη και του Δημήτριου Υψηλάντη του φέρθηκαν καλά και την προστασία του, καθώς και την εξασφάλιση των αναγκών του, ανέλαβε ο Μυστριώτης αγωνιστής και γιατρός Παναγιώτης Γιατράκος. Τους επόμενους πέντε μήνες κρατήθηκε σε διάφορους τόπους, με σκοπό να αποκαλύψει πού είχε κρυμμένους τους θησαυρούς του, αφού παράλληλα συναινούσε στην παράδοση του Ακροκορίνθου. Από την Τριπολιτσά μεταφέρθηκε στο Άργος, μετά στη Νεμέα και στη συνέχεια στα Εξαμίλια. Τελικά, στις 19 Φεβρουαρίου 1822 παραδόθηκε από τον Γιατράκο στην Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος, η οποία τον φυλάκισε στον Ακροκόρινθο, που μόλις είχε καταληφθεί (19 Φεβρουαρίου 1822).
Μικρό μέρος του θησαυρού
Κατά την κατάληψη του κάστρου στην Ακροκόρινθο βρέθηκε πολύ μικρό μέρος της αμύθητης περιουσίας του, αποτελούμενο από χρυσές οθωμανικές λίρες, πολύτιμους λίθους, σκεύη και λοιπά τιμαλφή, που υπολογίστηκε σε 2.000.000 γρόσια. Αν ληφθεί υπόψη ότι η οθωμανική λίρα υποδιαιρούνταν σε 100 γρόσια, μιλάμε για 20.000 λίρες. Από αυτό το ποσό το μισό χάθηκε κατά το πλιάτσικο που ακολούθησε. Χάρη στον Δημήτριο Υψηλάντη αποφεύχθηκε περαιτέρω αρπαγή και έτσι μπόρεσαν να γίνουν οι απαιτούμενες επισκευές και η ενίσχυση των οχυρώσεων του φρουρίου του Ακροκορίνθου. Τελικά περίσσεψαν μόλις 40.000 γρόσια σε πολύτιμους λίθους, που αποδόθηκαν για την ενίσχυση του στόλου…
Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Ο ζάμπλουτος Χαλίλ μπέης είχε χτίσει τη δικιά του ηγεμονία στην περιοχή της Κορίνθου. Γιος του ήταν ο Νουρή μπέης, ο οποίος, πεθαίνοντας το 1815 άφησε διάδοχό του και κληρονόμο του τον Κιαμήλ μπέη. Ο τελευταίος είχε ωραίο παρουσιαστικό, θεωρείτο ένας δίκαιος άνθρωπος και παντρεύτηκε μια πανέμορφη γυναίκα, την Γκιαούλ Χανούμ, κάνοντας μαζί της τρεις γιους. Μέχρι οι Ελληνες να απελευθερώσουν την Ακροκόρινθο ο Κιαμήλ είχε αποκτήσει μια τεράστια περιουσία από τις εμπορικές του δραστηριότητες και από τη φορολογία των υπηκόων του. Ξεκινώντας οι εχθροπραξίες τον βρήκαν να αναζητεί καταφύγιο στην Τρίπολη για να είναι ασφαλής. Θα αιχμαλωτιστεί όμως από τους συμπατριώτες μας, που θα τον πιέσουν να αποκαλύψει από την πρώτη στιγμή πού βρίσκονται οι αμύθητοι θησαυροί του. Αφού ο Κολοκοτρώνης θα πείσει το μεγαλύτερο μέρος του στρατού του να εγκαταλείψει το κάστρο, ο Κιαμήλ θα αναγκαστεί να υπογράψει την παράδοσή του κι έτσι οι Ελληνες θα παραλάβουν χρήματα, πολύτιμους λίθους και διάφορα τιμαλφή που έφθαναν σε αξία τα 2.000.000 γρόσια. Ολος αυτός όμως ο τεράστιος θησαυρός θα λεηλατηθεί και μονάχα με την παρέμβαση του Υψηλάντη θα ανακτηθούν περίπου η μισή απ’ αυτή.
Οι παρεμβάσεις προς τον Κιαμήλ μπέη να αποκαλύψει και τον υπόλοιπο θησαυρό δεν θα έχουν αποτέλεσμα, ωσότου θα εκτελεστεί λίγο πριν μπει ο Δράμαλης στην Ακροκόρινθο. Εκεί θα τον υποδεχθεί η γυναίκα του Κιαμήλ μαζί με τη μητέρα του και θα του παραδώσουν 40.000 πουγκιά με χρυσά νομίσματα, τα οποία ο άπληστος Δράμαλης θα παραλάβει μαζί με ακόμη 50.000 γρόσια που ανακάλυψε ο ίδιος στο παλάτι. Αξίζει να αναφερθεί ότι ο Κιαμήλ μπέης είχε 40 παλάτια (!) με μεγαλοπρεπέστερο αυτό της Κορίνθου.
Ο Δράμαλης τελικά θα παντρευτεί τη χήρα του σε μια λαμπρή τελετή. Παρά το γεγονός πως ο τελευταίος «προικίστηκε» με τέτοια περιουσία, όταν θα χάσει τον πόλεμο είναι διάχυτη η εντύπωση στους Ελληνες πως μονάχα ένα μέρος της περιουσίας του Κιαμήλ είχε αποκαλυφθεί.
Έτσι, μετά την απελευθέρωση της Ελλάδας δεκάδες θησαυροθήρες θα παρουσιαστούν στην περιοχή απ’ όλα τα μέρη της χώρας μας, αναζητώντας τον χαμένο θησαυρό. Θα γίνουν νόμιμες αλλά και πολλές παράνομες ανασκαφές με επίκεντρο το παλάτι του Κιαμήλ και γειτονικές περιοχές αλλά δίχως αποτέλεσμα. Καταγράφονται συστηματικές προσπάθειες από το 1905 μέχρι και τη δεκαετία του ’70, οπότε ολόκληρα συνεργεία με πολλούς εργάτες θα επιχειρήσουν σε διάφορα σημεία που υποδείκνυαν ηλικιωμένοι πως βρισκόταν ο υποτιθέμενος θησαυρός.
Όταν ο Δράμαλης υπέστη συντριπτική ήττα από τα ελληνικά στρατεύματα, μπλέχθηκε και το δικό του όνομα στις αναζητήσεις. Ετσι, αρκετοί πίστεψαν πως τα 40.000 πουγκιά με τα χρυσά νομίσματα που είχε στην κατοχή του ο Δράμαλης τα έκρυψε κάπου κοντά στο κάστρο του Αγιονορίου.
Σε εκείνο το σημείο μερικοί ανακάλυψαν και διάφορα σύμβολα που οδηγούσαν υποτίθεται στη λύση του μυστηρίου με τον θησαυρό: Ενα ψάρι χαραγμένο στον τοίχο με ένα μαχαίρι στην ουρά του, ένας κύκλος με πέτρες μέσα στο κάστρο με μια πέτρα στη μέση που φέρει μια χαραγμένη καρδιά καθώς και ένας άνθρωπος ζωγραφισμένος σε έναν βράχο θεωρήθηκαν ως υπόδειξη για το πού είναι θαμμένος ο θησαυρός.
Υπάρχει όμως και άλλος θρύλος που αναφέρει ότι ο Δράμαλης έκρυψε τον θησαυρό σε κάποια σπηλιά στην Αρχαία Κόρινθο πριν την καταστροφή του στρατού του στα Δερβενάκια. Αλλού πάλι διαβάζουμε ότι σε απόσταση περίπου 18 χιλιομέτρων νοτιοδυτικά του Κιάτου, μεταξύ των χωριών Μικρού και Μεγάλου Βάλτου, Σουλίου, Βελίνας, Κλημεντίου και Κρυονερίου, εκεί που βρίσκεται το δρυοδάσος του «Μουγκουστό», στην άκρη του είναι θαμμένοι οι θησαυροί του Κιαμήλ και μάλιστα θεωρούνται… στοιχειωμένοι από το φάντασμα ενός τούρκου φύλακα που δεν επιτρέπει να βρεθούν πριν περάσουν 200 χρόνια και γι’ αυτόν τον λόγο όλοι οι θησαυροθήρες απέτυχαν μέχρι σήμερα. Φυσικά, στο πέρασμα των χρόνων το δάσος άλλαξε εντελώς με τις φωτιές και τις πολλές εκχερσώσεις που έχει υποστεί από καλλιεργητές.
Σας αφήσαμε για το τέλος το καλύτερο.
Σύμφωνα με άλλον θρύλο ο Κιαμήλ μπέης έφυγε από την Κόρινθο προς Πάτρα με όλη του τη συνοδεία, την οικογένειά του, το χαρέμι του, τους αυλικούς του και κάμποσους Τούρκους από την Ακροκόρινθο, με άλογα, μουλάρια και καμήλες. Τα υποζύγια τα είχε φορτώσει με τον τεράστιο θησαυρό του, αποτελούμενο από χρυσά νομίσματα, κοσμήματα, διαμάντια και άλλους πολύτιμους λίθους που συγκέντρωνε όλα αυτά τα χρόνια.
Το φορτωμένο καραβάνι όμως ήταν πολύ βαρύ και οι Ελληνες που τους καταδίωκαν πλησίαζαν επικίνδυνα. Τότε ανακάλυψε ένα σπηλαιοβάραθρο-καταβόθρα κάπου μεταξύ των σημερινών χωριών Ανω Λουτρού και Κορφιώτισσας, λίγο ορεινότερα από το Ξυλόκαστρο, και καταβαράθρωσε τα ζώα μαζί με τους θησαυρούς που κουβαλούσαν σε ένα τεράστιο βάθος 300-400 μέτρων για να μην πέσει στα χέρια των Ελλήνων. Μάλιστα, αναφέρεται πως ο Κιαμήλ μπέης στοίχειωσε τον θησαυρό με μια κατάρα και όποιος επιχειρήσει να ψάξει επιτόπου θα πεθάνει. Χαρακτηριστική είναι μια ιστορία με μια ομάδα θησαυροθήρων που αποπειράθηκαν να κατεβάσουν στο βάραθρο έναν νεαρό και ύστερα από λίγο άκουσαν τα ανατριχιαστικά ουρλιαχτά του.
Η οργιώδης βλάστηση, τα πουρνάρια και τα αγριάγκαθα έκλεισαν με τα χρόνια την είσοδο του σπηλαίου και κανείς πλέον δεν έψαξε ξανά, αφού και η ακριβής τοποθεσία δεν είναι πλέον δυνατό να βρεθεί…
Πληροφορίες: pentapostagma