Άνοδος στις τιμές αγαθών στα σούπερ μάρκετ καταγράφεται τους τελευταίους μήνες. Πού οφείλονται οι ανατιμήσεις στα προϊόντα και τι δείχνουν τα στοιχεία διεθνών οργανισμών.
Ανατιμήσεις, οι οποίες διευρύνονται από το Πάσχα και μετά παρατηρούνται στην ελληνική αγορά τροφίμων και διαρκών καταναλωτικών αγαθών, χωρίς να διαφαίνεται ανάσχεση αυτής της τάσης.
Οι αναλυτές προειδοποιούσαν πως η διαταραχή που επέφερε η πανδημία στην εφοδιαστική αλυσίδα θα φέρει αυξήσεις τιμών στα τελικά προϊόντα, δίνοντας μια απόσταση 6-8 μηνών. Το 2020 παρατηρήθηκε η πρώτη τάση αυξήσεων, η οποία χαρακτηρίστηκε εν πολλοίς «ευκαιριακή», καθώς η αγορά τροφίμων ήταν η μόνη η οποία λειτουργούσε, με τους προμηθευτές και τα σούπερ μάρκετ να έχουν σχετικό περιθώριο κινήσεων.
Υπήρξαν λόγω ζήτησης εξωφρενικές αυξήσεις σε είδη όπως μάσκες και αντισηπτικά, αναγκάζοντας μάλιστα την κυβέρνηση να φέρει νομοθετική ρύθμιση με την οποία απαγόρευε την αύξηση του περιθωρίου μικτού κέρδους των αλυσίδων σούπερ μάρκετ (με βάση τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου 2020) με ισχύ έως τον Φεβρουάριο του 2021.
Η εκτόξευση ωστόσο του μεταφορικού κόστους για εισαγόμενα προϊόντα (το οποίο έχει πενταπλασιαστεί μέσα σ’ένα δωδεκάμηνο), η αύξηση των τιμών σε βασικές πρώτες ύλες (ζάχαρη +10%, πλαστικό PET +20%) μαζί με την αύξηση του ενεργειακού κόστους έχει δημιουργήσει πλέον μια νέα βάση κόστους τόσο για τους παραγωγούς όσο και για τους εμπόρους.
Παρόλο που τα στοιχεία για τον πληθωρισμό δείχνουν ότι οι τιμές των τροφίμων παρέμειναν υπό έλεγχο τον Απρίλιο, εκτιμήσεις του ΙΕΛΚΑ προειδοποιούν για επερχόμενες μεγάλες αυξήσεις τιμών σε βασικά είδη. Στην Ελλάδα από τις αρχές του χρόνου καταγράφεται μεσοσταθμική αύξηση 5% στις τιμές που πουλά η βιομηχανία προς το λιανεμπόριο, έχει αναφέρει ο πρόεδρος του ΙΕΛΚΑ κ. Κωνσταντίνος Μαχαίρας. Σύμφωνα με τον ίδιο τα σούπερ μάρκετ έχουν απορροφήσει, μέσω προσφορών και προωθητικών ενεργειών, το μεγαλύτερο μέρος αυτών των ανατιμήσεων, με αποτέλεσμα οι αυξήσεις που έχει δει ο καταναλωτής να περιορίζονται στο 2%, σημείωσε ο ίδιος.
Ο λόγος αντίστασης στις ανατιμητικές τάσεις είναι πως η ζήτηση – αν και ανελαστική- αρχίζει πλέον να γίνεται πιο «σφιχτή». Μέσα στην καραντίνα, οι καταναλωτές ξόδευαν χωρίς κριτήριο τις τιμές των αγαθών, ωστόσο, αυτή η στάση δεν διήρκησε πολύ.
Μετά τη λήξη των περιοριστικών μέτρων οι τζίροι στα σούπερ μάρκετ υποχωρούν, εξέλιξη που δεν αποδίδεται μόνο στο ότι ο καταναλωτής στράφηκε και στην εστίαση. Σύμφωνα με έρευνες που ήδη τρέχουν στο εξωτερικό, ο μέσος καταναλωτής ανησυχεί για το διαθέσιμο εισόδημα, ιδίως μετά τη λήξη των μέτρων στήριξης. Στην Ιταλία το 33% των καταναλωτών ανησυχεί πάρα πολύ για τις τιμές των προιόντων, στρέφεται στο internet για έρευνα αγοράς και αναζήτηση χαμηλότερης τιμής ακόμη και για βασικά είδη.
Πρόβλεψη για νέες αυξήσεις τιμών
Ο δείκτης πρώτων υλών τροφίμων και ποτών του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (Commodity Food and Beverage Price Index Monthly Price) καταγράφει σε ένα μόλις χρόνο εξαιρετικά μεγάλη αύξηση άνω του 30%, από 92,42 τον Απρίλιο του 2020 σε 125,16 τον Απρίλιο του 2021. Αντίστοιχα ευρήματα προκύπτουν και από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO).
Ο δείκτης τιμών τροφίμων FAO, ή FAO Food Price Index (FFPI), μετράει τη μηνιαία μεταβολή στις διεθνείς τιμές ενός καλαθιού πρώτων υλών. Ο δείκτης έφτασε τον Απρίλιο του 2021 στις 120,9 μονάδες, 28,4 μονάδες αυξημένος σε σχέση με τον Απρίλιο του 2020, ενώ κατέγραψε για 11ο συνεχόμενο μήνα αύξηση στην τιμή του φτάνοντας στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων ετών.
Όλοι οι επιμέρους δείκτες παρουσιάζουν αυξήσεις (δημητριακά, έλαια, κρέας, γαλακτοκομικά, ζάχαρη) με μεγαλύτερες αυξήσεις από αυτές να καταγράφονται στα φυτικά έλαια και στα δημητριακά. Οι αυξήσεις οφείλονται κυρίως στην αποδοτικότητα της παραγωγής στις μεγάλες παραγωγούς χώρες και στην αύξηση της ζήτησης από τις χώρες της Ασίας. Αρκετές από αυτές τις μεταβολές επηρεάζουν την παραγωγή τροφίμων στην Ελλάδα λόγω των εισαγόμενων πρώτων υλών, αλλά και τις εισαγωγές τελικών τροφίμων και ποτών από τις διεθνείς αγορές.
Όπως σημειώνει το ΙΕΛΚΑ, μέχρι τώρα οι αυξήσεις τιμών πρώτων υλών φαίνεται να έχουν απορροφηθεί από τους προμηθευτές και το λιανεμπόριο στην Ελλάδα, αυτό όμως δεν μπορεί να θεωρηθεί ως δεδομένο για το μέλλον, εφόσον οι αυξητικές τάσεις συνεχιστούν.
Σύμφωνα με τα δημοσιευμένα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ ο υπό-δείκτης τιμών καταναλωτή για την ομάδα των ειδών τροφίμων και μη Αλκοολούχων ποτών τον Απρίλιο του 2021 με τιμή 106,22 βρίσκεται στο ίδιο επίπεδο με τον Απρίλιο του 2013 με τιμή 106,09. Παράλληλα δεν φαίνεται να καταγράφονται σημαντικές διακυμάνσεις το 2021. Συγκεκριμένα ο δείκτης βρίσκεται χαμηλότερα από τον Ιανουάριο του 2021 με τιμή 106,51, ενώ παράλληλα βρίσκεται αρκετά χαμηλότερα 1,3% από τον αντίστοιχο μήνα Απρίλιο 2020 με τιμή 107,50. Ο μέσος όρος τετραμήνου Ιανουαρίου – Απριλίου 2021 με 106,44 είναι επίσης χαμηλότερα από τον αντίστοιχο μέσο όρο του τετραμήνου Ιανουαρίου – Απριλίου 2020 με 107,7.
ΠΗΓΗ : news247