Η αγορά ακινήτων στη Νοτιοανατολική Ευρώπη διανύει μια περίοδο γεμάτη αντιφάσεις. Παρά το γεγονός ότι οι τιμές των κατοικιών είναι οι χαμηλότερες στην Ευρώπη, η απόκτηση ενός σπιτιού παραμένει ιδιαίτερα δύσκολη. Στην Ελλάδα, το ποσοστό ιδιοκατοίκησης διατηρείται στο 72%, ξεπερνώντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο του 69,1%.
Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα της Deloitte, η Βοσνία-Ερζεγοβίνη καταγράφει τις χαμηλότερες τιμές κατοικιών στην περιοχή, με 1.315 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο για νέες κατοικίες. Η Ελλάδα ακολουθεί, με μέση ζητούμενη τιμή 1.463 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, και αμέσως μετά έρχεται η Ρουμανία με 1.504 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Οι υψηλότερες τιμές παρατηρούνται στη Σερβία, όπου το κόστος φτάνει τα 1.697 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, ενώ η Ιταλία ακολουθεί με 2.118 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Ισραήλ παραμένει η πιο ακριβή χώρα για αγορά ακινήτων, με μέση τιμή συναλλαγής στα 5.439 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο. Στην υπόλοιπη Ευρώπη, η Αυστρία παραμένει η δεύτερη πιο ακριβή αγορά, με μέσες τιμές στα 4.920 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο, ενώ η Γερμανία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο ακολουθούν με 4.700, 4.538 και 3.849 ευρώ ανά τετραγωνικό μέτρο αντίστοιχα.
Παρά τις υψηλές τιμές, η ιδιοκατοίκηση παραμένει σε υψηλά επίπεδα στην Ευρώπη, με μόνο το 30,9% των Ευρωπαίων να ζουν σε ενοικιαζόμενα σπίτια. Στην Ελλάδα, αν και το ποσοστό ιδιοκατοίκησης είναι υψηλό, αναμένεται να μειωθεί λόγω της συνεχούς αύξησης των τιμών. Ήδη, το δεύτερο τρίμηνο του 2024, η μέση τιμή πώλησης ακινήτων στη χώρα αυξήθηκε κατά 9,6% σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2023.
Στην Ευρώπη, οι χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά ιδιοκατοίκησης περιλαμβάνουν τη Ρουμανία με 94,8%, τη Σλοβακία με 93%, την Κροατία με 91,1% και την Ουγγαρία με 90,1%. Η Γερμανία αποτελεί εξαίρεση, καθώς το 53,5% του πληθυσμού της ζει σε ενοικιαζόμενα σπίτια, όπως και η Αυστρία και η Δανία με ποσοστά ενοικίασης 48,6% και 40,4% αντίστοιχα.
Η έρευνα της Deloitte ανέλυσε επίσης την οικονομική προσιτότητα, εξετάζοντας πόσοι ακαθάριστοι ετήσιοι μισθοί απαιτούνται για την αγορά μιας νέας κατοικίας. Στην Ελλάδα, απαιτούνται κατά μέσο όρο 6,8 ακαθάριστοι ετήσιοι μισθοί, καθιστώντας την πιο προσιτή σε σχέση με την Τσεχία, όπου χρειάζονται 13,3 ετήσιοι μισθοί. Παρά τις διαμαρτυρίες για την αύξηση των τιμών, τα ελληνικά ακίνητα παραμένουν ελκυστικά για ξένους αγοραστές, τόσο σε οικονομικές όσο και σε ακριβότερες περιοχές.
Στην Τσεχία, οι πολίτες χρειάζονται κατά μέσο όρο 12,7 ετήσιους μισθούς για να αγοράσουν ένα νέο σπίτι. Στο Ισραήλ, την Ιρλανδία και την Ουγγαρία απαιτούνται 10,2 ετήσιοι μισθοί, ενώ στη Βοσνία, αν και οι τιμές είναι χαμηλές, απαιτούνται 6-8 ετήσιοι μισθοί για την αγορά μιας νέας κατοικίας.
Σερβία και Κροατία απαιτούν 8-10 ετήσιους μισθούς, ενώ στη Ρουμανία απαιτούνται 5-6 μισθοί. Σε πλουσιότερες χώρες όπως η Νορβηγία και η Δανία, οι πολίτες χρειάζονται λιγότερους από 5 ετήσιους μισθούς για να αποκτήσουν δικό τους σπίτι, παρά τις υψηλές τιμές αγοράς.