Όταν φτάνω στην κορυφή κάποιου βουνού και η αδηφάγα ματιά μελετάει τον ορίζοντα, που σαν πάπυρος ελληνικής τοπιογραφίας, σε
σκριπτόριο κάποιας Αγιορείτικης Μονής, ξετυλίγεται μπροστά μου, μονολογώ: «Μεγάλος Είσαι Κύριε και θαυμαστά τα έργα Σου.»
Είναι ο ενθουσιασμός, το ξεχείλισμα της χαράς, ο θαυμασμός για τη δημιουργία, την ύπαρξη;
Η ευφορία από την εμπειρία της κατάκτησης μιας ακόμη κορυφής;
Η ευχαρίστηση από την αποθησαύριση νέων εικόνων;
Είναι όλα μαζί.
Να ’μαστε λοιπόν και πάλι να τραβάμε την ανηφόρα για μια ακόμη κορυφή, στο συνήθη σχηματισμό, ένας-ένας στη σειρά, χρωματιστά T-Shirts, ξέπνοα φορτηγά Dodge της δεκαετίας του 1950 στη Ρίκνα Καμήλα (μεγάλη ανηφοριά πριν την Κέλλη στον παλιό δρόμο Έδεσσας-Φλώρινας).
Διαλέξαμε να επαναλάβουμε την κλασική διαδρομή για την κορυφή του Σινιάτσικου (Άσκιο). Συντροφιά με το Γιαννάκη είχα κάνει για πρώτη φορά τη διαδρομή αρκετά χρόνια πριν, και τότε αναρωτήθηκα με ειλικρίνεια, γιατί άργησα τόσο πολύ, να διαλέξω για ορειβασία αυτό το τόσο κοντινό και όμορφο βουνό. Δυο-τρεις της παρέας ήθελαν να καλύψουν…μερικά κενά αναβάσεων!
Είναι το βουνό που βλέπουμε στα νοτιοδυτικά της Πτολεμαΐδας ή αν θέλετε βόρεια της Σιάτιστας. Εγώ το ονομάζω βουνό της Βλάστης, της Εράτυρας και της Γαλατινής, πανέμορφων χωριών σκαρφαλωμένων στις πλαγιές του.
Το βλέπω σαν ένα τεράστιο τραπέζιο να εκτείνεται από το Βορρά προς το Νότο χωρίς να ξεχωρίζεις την ψηλότερη ανήψωσή του το «Σημείο» 2.111 μ. υψ.
Κάποτε ήταν δασοσκέπαστο. Σήμερα οι κύριες πλαγιές του είναι φαλακρές εξαιτίας παμπάλαιων πυρκαγιών και της απληστίας των τσελιγκάδων για περισσότερα κοπάδια και βοσκοτόπια. Γι’ αυτό ονομάζεται και Άσκιο, βουνό χωρίς τη σκιά των δέντρων.
Στα Βόρεια όμως κοντά στη Βλάστη και πιο πέρα στο Μουρίκι και ως την Κλεισούρα, στα όρια με το Βίτσι, έχει πλούσια και όμορφα δάση. Στα νότια καταλήγει στο κατάξερο βουνό Βέλια στη Σιάτιστα. Η Μπάρα το χωρίζει από το Βούρινο. Στα πλούσια βοσκοτόπια άλλοτε ανθούσε η νομαδική κτηνοτροφία. Σήμερα τα κοπάδια είναι πολύ λιγότερα.
Όλες μας οι αναβάσεις στο Σινιάτσικο έγιναν προτού ανεμογεννήτριες βλαστήσουν στις κόψεις του και πληγώσουν την αισθητική μας και όχι μόνο.
Θιασώτης της ανάπτυξης πράσινης ενέργειας, σε κουβέντες με φίλους λέω: «Εμείς καήκαμε στο χυλό (εννοώντας τα ορυχεία του λιγνίτη) και δε φυσήξαμε, τώρα να φυσάμε στο γιαούρτι;». Ορθολογικά πράξαμε, γιατί ο λιγνίτης στάθηκε η λοκομοτίβα της ανάπτυξης της περιοχής και ολόκληρης της Ελλάδας.
Το 2006 πήγα δυο-τρείς φορές στο Αργοστόλι, η Ευδοξία είχε διοριστεί στην Κεφαλονιά. Πηγαίνοντας στη Σάμη μετρούσα τις ανεμογεννήτριες, που είχαν εγκατασταθεί απέναντι από τον Αίνο!
Πατήσαμε το Start της ανάβασης στη θέση Τσιλιμίγκα. Από εκεί εκκινεί το μονοπάτι της κλασικής διαδρομής.
Φθάσαμε με το Lexus του φίλου μας Θανάση. Το Subaru ήταν και αυτό μαζί μας.
Ο Θανάσης Τόιτος, ο Λάζαρος Ηλιόπουλος, ο Γιάννης Λιάσης, ο Θωμάς Τζήγας, ο Χρήστος Γρομπανόπουλος και εγώ ήταν η όμορφη παρέα.
Είχαμε πάρει τον επαρχιακό δρόμο Πτολεμαΐδας-Βλάστης. Στη λεγόμενη «διασταύρωση» λίγο πριν τη Βλάστη, στον αυχένα όπου το εξωκκλήσι των Αγίων Κοσμά του Αιτωλού και Ιωάννου του Χρυσόστομου ακολουθήσαμε το χωματόδρομο αριστερά, που κατευθύνεται στο καταφύγιο του Χ.Ο.Ο. Πτολεμαΐδας, στη θέση Μαγούλα Μακρυγιάννη σε υψόμετρο 1.450 μ. και στη συνέχεια στη θέση Τσιλιμίγκα.
Ο μίτος της Αριάδνης, το μυθικό G.P.S., που έβγαλε ασπροπρόσωπο το Θησέα στο Λαβύρινθο του Μίνωα ήταν αχρείαστος.
Το μονοπάτι είναι καλοσχηματισμένο, πολυπερπατημένο, το δείχνουν και κόκκινες κηλίδες σε πέτρες. Διακρίνεται σ’ όλο σχεδόν το μάκρος του καθώς ορειβατεί στη φαλακρή πλαγιά. Σε πάει με κλειστά μάτια στην κορυφή. Στα πλαϊνά του χορτάρι και αγριολούλουδα σε αποπροσανατολίζουν με τη χάρη τους από μόχθο της άτεγκτης ανηφοριάς.
Το ίδιο και η ικανοποίηση, που φτερουγίζει μέσα σου καθώς βλέπεις πίσω σου τις πλαγιές, που ήδη έχεις καβαλήσει και τις λίγες, που μένουν, ψηλά, για να φτάσεις.
Παρόμοια ξεκούραστα λειτουργεί και η θέαση των εντυπωσιακών οδοντωτών κορυφών του Ολύμπου πέρα από τα Πιέρια και τα Καμβούνια.
Και αλήθεια, πόσο περίεργα δουλεύει αυτό το μαραφέτι, το μυαλό! Εκεί στον ανελέητο ανήφορο θυμήθηκα, ενώ έπαιρνα λίγες ανάσες ξεκούρασης ατενίζοντας το βουνό των Θεών, τον όμορφο μύθο που διηγήθηκα ένα μεσημέρι στο Γιώργο και το Θανάση. «Μια μέρα» τους είπα, «ανέβηκε ο Προμηθέας στον Όλυμπο, και κρυφά, χωρίς να τον δει κανένας, έκλεψε από το παλάτι του Δία ένα κομμάτι αναμμένο κάρβουνο, το πήγε στους ανθρώπους και τους έδειξε πως να ανάβουν φωτιά! Έτσι οι άνθρωποι έμαθαν να ζεσταίνονται όταν κρύωναν, να φωτίζουν τα σκοτάδια, να μαγειρεύουν και να χρησιμοποιούν τη φωτιά για να φτιάχνουν τα εργαλεία. Το ανθρώπινο γένος από τότε προόδευσε πολύ».
Δεν τους είπα τίποτα για την τιμωρία του.
Το μονοπάτι ανεβαίνει στην νοτιοανατολική κόψη του βουνού και είναι αρκετά ανηφορικό. Μετά ένα χαρακτηριστικό σκαλοπάτι σε λίγα βράχια, τραβερσάρει στην ανατολική πλαγιά κάτω από το φρύδι της κορυφογραμμής και είναι γλυκά ανηφορικό.
Η θέα από το τμήμα αυτό του μονοπατιού είναι πανοραμική.
Σύντομα μας οδήγησε σ’ ένα υψίπεδο με χαλαρό ανάγλυφο. Κινήθηκε προς τα βόρεια και φθάσαμε εύκολα στην τελική ανύψωση του βουνού στο «Σημείο», την κορυφή του Σινιάτσικου.
Για μια ακόμη φορά, βλέπαμε το Αμύνταιο, την Πτολεμαΐδα και την Καστοριά από τα 2.111 μ. υψ.
Διαβάσαμε με το ζήλο του επιμελούς μαθητή τη Γεωγραφία της περιοχής. Μετρήσαμε τις καμινάδες των Α.Η.Σ. της Δ.Ε.Η. στο σεληνιακό τοπίο και με ανάμεικτα συναισθήματα είπαμε αντίο στις σβηστές. Η μετά-λιγνίτη εποχή είχε αρχίσει. Το αφήγημά της φαντάζει διφορούμενο αν όχι ζοφερό.
Η Βλάστη και η Εράτυρα, χίλια μέτρα πιο χαμηλά, έμοιαζαν ξεμοναχιασμένα κοπάδια στα λιβάδια του βουνού.
Η λίμνη της Καστοριάς με παραστάτες το Γράμμο, το Μάλι Μάδι και το Βίτσι ήταν μαγευτική στο μπλε-μπλε.
Ο κάμπος της Εορδαίας, όσος της έχει μείνει, ετοιμαζόταν για το θέρος.
Ο Σμόλικας κι ο Βαρνούντας μας προκαλούσαν με το μέγεθός τους.
Πήραμε το ίδιο μονοπάτι για την επιστροφή.
Οι τίτλοι τέλους μιας ακόμη ορειβατικής παράστασης έπεφταν με αγαλλίαση και ανακούφιση.
Στην πλατεία της Βλάστης στον ίσκιο πλατύφυλλων πλατανιών μας περίμεναν κρύες μπίρες, κοντοσούβλι ζυγούρι, μανούρι και μπάτζος.
ΠΗΓΗ: https://lexovitis.blogspot.com
Θανάσης Τραϊανός