Τον λογαριασμό της κρίσης της πανδημίας για τον ελληνικό επιχειρηματικό τομέα αρχίζουν να βγάζουν τα στελέχη των τραπεζών, με τον φόβο ότι τα κυβερνητικά μέτρα στήριξης διέσωσαν προσωρινά επιχειρήσεις που δεν είναι στην πραγματικότητα βιώσιμες και θα αρχίσουν να καταρρέουν όταν αποσυρθεί η στήριξη.
Το ελληνικό πτωχευτικό πλαίσιο ήταν, ως τώρα, μνημειωδώς αναποτελεσματικό στην εκκαθάριση της αγοράς από τις μη βιώσιμες επιχειρήσεις. Ο νέος πτωχευτικός νόμος, που περιλαμβάνει και διατάξεις για την παροχή δεύτερης ευκαιρίας στους πτωχευμένους επιχειρηματίες, τέθηκε σε εφαρμογή από τον Ιούνιο. Ομως, αν και είναι νωρίς να εξαχθούν συμπεράσματα, προς το παρόν δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι επιταχύνει σημαντικά την εκκαθάριση της αγοράς από επιχειρήσεις «ζόμπι».
Τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία, που φθάνουν ως το τέλος του β’ τριμήνου του 2021, δείχνουν ότι, παραδόξως, στην ελληνική επιχειρηματικότητα όχι μόνο ιδρύονται νέες επιχειρήσεις με εντυπωσιακούς ρυθμούς, αλλά και οι πτωχεύσεις βρίσκονται κοντά στο μηδέν:
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, οι εγγραφές νέων επιχειρήσεων το β’ τρίμηνο 2021 ανήλθαν σε 26.370, παρουσιάζοντας αύξηση 71,0% σε σχέση με το Β’ τρίμηνο 2020 που είχαν ανέλθει σε 15.419 και μείωση 0,3% σε σχέση με το Α’ τρίμηνο 2021 που είχαν ανέλθει σε 26.441. Αντίθετα, οι πτωχεύσεις επιχειρήσεων, τόσο το β’ τρίμηνο 2021 όσο και το β’ τρίμηνο του 2020, μετρήθηκαν στα δάκτυλα του… ενός χεριού, καθώς ήταν μόνο 4.
Τα αντίστοιχα στοιχεία της Eurostat για την Ευρωπαϊκή Ένωση δείχνουν ότι όχι μόνο ήταν πολύ μικρότερη η αύξηση των νέων επιχειρήσεων (53% σε ετήσια βάση το β’ τρίμηνο), αλλά και οι πτωχεύσεις ήταν αυξημένες κατά 24% σε ετήσια βάση. Φαίνεται, λοιπόν, ότι, κατά παράδοξο τρόπο, η ελληνική οικονομία, που ήταν εκτεθειμένη περισσότερο από την ευρωπαϊκή στην κρίση της πανδημίας λόγω τουρισμού, έρχεται αντιμέτωπη με ελάχιστο αριθμό πτωχεύσεων, σταθερό μάλιστα σε σχέση με το 2020, την ώρα που αυξάνονται σημαντικά οι πτωχεύσεις στην Ευρώπη.
Οι προειδοποιήσεις της Τρ. Ελλάδος
Πίσω από αυτή τη μαγική εικόνα, εκτός από το αναποτελεσματικό θεσμικό πλαίσιο που απέτρεπε, τουλάχιστον μέχρι και το β’ τρίμηνο, τις πτωχεύσεις, φαίνεται ότι βρίσκεται η παράταση χρόνου ζωής που έχουν κερδίσει χιλιάδες επιχειρήσεις «ζόμπι» χάρη στα κυβερνητικά μέτρα στήριξης. Για αυτές τις επιχειρήσεις, ο αριθμός των οποίων είναι πολύ δύσκολο να υπολογισθεί, οι τράπεζες έχουν τον φόβο ότι από τα τέλη του τρέχοντος έτους και πάντως μέσα στο 2022 θα αποκαλυφθεί η πραγματική δυσμενής τους κατάσταση και θα αρχίσουν τα δάνειά τους να περνούν στα κόκκινα.
Στην ετήσια έκθεσή του, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας έχει προειδοποιήσει ότι η αύξηση των πτωχεύσεων μετά τη λήξη των μέτρων στήριξης είναι ίσως ο σημαντικότερος κίνδυνος για την οικονομία. Όπως ανέφερε σχετικά η έκθεση,
«Σοβαρούς κινδύνους αποτελούν «η εμφάνιση ενός μεγάλου αριθμού πτωχεύσεων μη βιώσιμων επιχειρήσεων και η κατάργηση πολλών θέσεων εργασίας, κυρίως σε υπηρεσίες διαμεσολαβητικού χαρακτήρα και σε κλάδους έντασης εργασίας χαμηλής εξειδίκευσης. Αναπόφευκτα, οι πτωχεύσεις, η αύξηση της ανεργίας και η μείωση του προσωπικού εισοδήματος θα οδηγήσουν σε αύξηση του ιδιωτικού χρέους και νέα αύξηση του ήδη μεγάλου όγκου ΜΕΔ. Είναι επίσης πιθανόν τα μέτρα στήριξης να διατήρησαν εν ζωή επιχειρήσεις που δεν είχαν κερδοφορία και κανονικά θα είχαν διακόψει τη λειτουργία τους.
Το ενδεχόμενο πτώχευσης μεγάλου αριθμού οριστικά μη βιώσιμων επιχειρήσεων ενέχει σημαντικούς πιστωτικούς κινδύνους (νέα ΜΕΔ) και δημοσιονομικούς κινδύνους (καταπτώσεις κρατικών εγγυήσεων, οριστική διαγραφή χρεών προς το Δημόσιο, εισοδηματική στήριξη στους απολυόμενους εργαζομένους). Οι κίνδυνοι αυτοί επηρεάζουν αρνητικά το χρηματοπιστωτικό τομέα και επιβραδύνουν την επιστροφή της χώρας στη δημοσιονομική ισορροπία».
Τι εκτιμά το ΔΝΤ
Σε σχετική ανάλυση που δημοσίευσε πρόσφατα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, επιχειρείται μια καταγραφή του προβλήματος με τις επιχειρήσεις «ζόμπι». Το ΔΝΤ χαρακτηρίζει σαν «ζόμπι» τις επιχειρήσεις με διάρκεια ζωής τουλάχιστον 10 ετών, που για μια περίοδο τουλάχιστον τριών ετών έχουν κέρδη προ φόρων και τόκων λιγότερα από το ύψος των τόκων των δανείων τους, δηλαδή δείκτη κάλυψης τόκων (ICR) μικρότερο από το 1.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΔΝΤ, αν δεν υπήρχαν τα μέτρα στήριξης που εφαρμόσθηκαν στη διάρκεια της κρίσης της πανδημίας, το ποσοστό των επιχειρήσεων «ζόμπι» θα είχε επανέλθει στα επίπεδα όπου έφθασε στη διάρκεια της μεγάλης οικονομικής κρίσης της προηγούμενης δεκαετίας:
Το μερίδιο των επιχειρήσεων με δείκτη ICR κάτω από 1 προβλέπεται από το ΔΝΤ ότι θα υποχωρήσει στο 10%, δηλαδή χαμηλότερα από το 11% όπου βρισκόταν αμέσως πριν την πανδημία, το 2019.
Το χρέος που είναι παγιδευμένο σε μη βιώσιμες επιχειρήσεις εκτιμάται, αντίστοιχα, ότι θα υποχωρήσει από 14% στο 12%.
Χωρίς τα μέτρα στήριξης, το χρέος των μη βιώσιμων επιχειρήσεων εκτιμήθηκε ότι θα ήταν έξι φορές μεγαλύτερο και θα ξεπερνούσε τον μέσο όρο της περιόδου 2010 -2013.
Το μεγάλο ερώτημα πλέον, που συνδέεται και με την κατάσταση των τραπεζικών χαρτοφυλακίων, είναι τι θα συμβεί όταν αποσυρθούν πλήρως αυτά τα μέτρα που αποδείχθηκαν τόσο αποτελεσματικά στην υποστήριξη των επιχειρήσεων: πόσες από τις επιχειρήσεις που βρίσκονται στο οριακό σημείο πριν περάσουν στην κατηγορία των «ζόμπι» θα «πατήσουν» με επιτυχία στην ανάκαμψη της οικονομίας για να εξυπηρετούν χωρίς δυσκολίες τα χρέη τους;
Τα κόκκινα δάνεια
Το μόνο βέβαιο, προς το παρόν, είναι ότι υπάρχουν μεγάλοι και σημαντικοί επιχειρηματικοί κλάδοι υψηλού κινδύνου, λόγω των πολύ αυξημένων ποσοστών μη εξυπηρετούμενων δανείων. Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος,
Οι χρηματοδοτήσεις προς τις επιχειρήσεις ανήλθαν στο τέλος του 2020 σε 126 δισεκ. ευρώ, αποτελώντας περίπου το 67% της συνολικής χρηματοδότησης των ελληνικών πιστωτικών ιδρυμάτων προς την οικονομία. Ο λόγος των ΜΕΔ στο επιχειρηματικό χαρτοφυλάκιο (23,0%) συνεχίζει να επηρεάζεται κυρίως από το υψηλό ποσοστό στην κατηγορία των μικρομεσαίων (32,7%) και των πολύ μικρών επιχειρήσεων (45,1%).
Αναφορικά με τη διάρθρωση των χρηματοδοτήσεων στους κλάδους της ελληνικής οικο-νομίας, σημειώνεται ότι η μεγαλύτερη συγκέντρωση αφορά εταιρίες που δραστηριοποιούνται στον κλάδο του εμπορίου (18% των συνολικών χρηματοδοτήσεων προς επιχειρήσεις). Ο δείκτης ΜΕΔ για τον εν λόγω κλάδο κυμαίνεται σε επίπεδο υψηλότερο του μέσου όρου του αντίστοιχου δείκτη των επιχειρηματικών δανείων (32,8% έναντι 23,0%).
Πολύ υψηλά ποσοστά ΜΕΔ καταγράφονται στους κλάδους της εστίασης (50,7%), των κατασκευών (35,2%), των αγροτικών δραστηριοτήτων (33,1%), των τηλεπικοινωνιών, της πληροφορικής και ενημέρωσης (29,5%) και της μεταποίησης (26,0%).
ΠΗΓΗ : sofokleousin