Η κυβέρνηση ανοίγει τον διάλογο µε τους κοινωνικούς φορείς το 2025, προκειµένου να εξετάσει τη µείωση των φορολογικών βαρών για τη µεσαία τάξη, καθιστώντας το ζήτηµα αυτό κεντρική προτεραιότητα για την επόµενη φάση των οικονοµικών παροχών. Σκοπός είναι η ενίσχυση της αγοραστικής δύναµης του µεγαλύτερου τµήµατος του πληθυσµού, το οποίο έχει σηκώσει σηµαντικό βάρος των οικονοµικών επιβαρύνσεων από τα µνηµόνια και έχει πληγεί σηµαντικά από τη λιτότητα.
Ως εκ τούτου, οι προγραµµατισµένες παρεµβάσεις στη φορολογική κλίµακα, µε µειώσεις συντελεστών για τα εισοδήµατα που κυµαίνονται από 18.000 έως 40.000 ευρώ, θεωρούνται αναγκαίες για την αποκατάσταση της οικονοµικής ευηµερίας της συγκεκριµένης κοινωνικής οµάδας. Η εν λόγω πρωτοβουλία έρχεται ως απάντηση στις διαρκείς πιέσεις για µια πιο δίκαιη κατανοµή του φορολογικού λογαριασµού, σε µια περίοδο που η ανάγκη για κοινωνική και οικονοµική σταθερότητα παραµένει επιτακτική. Το φορολογικό πακέτο, ωστόσο, που θα βρεθεί υπό συζήτηση µε τους φορείς περιλαµβάνει και άλλες σηµαντικές αλλαγές, όπως η µείωση των τεκµηρίων διαβίωσης και των ασφαλιστικών εισφορών για αυτοαπασχολούµενους, ατοµικές επιχειρήσεις και εργαζόµενους µε «µπλοκάκι», καθώς και η κατάργηση του τέλους επιτηδεύµατος για τις επιχειρήσεις και τα υποκαταστήµατά τους.
Στόχος είναι οι προτεινόµενες φοροελαφρύνσεις να χρηµατοδοτηθούν από τα αυξηµένα έσοδα που θα προκύψουν από τον περιορισµό της φοροδιαφυγής, καθώς µε τους νέους κανόνες του Συµφώνου Σταθερότητας έχουν περιοριστεί τα περιθώρια δηµοσιονοµικής ευελιξίας, ενώ το όποιο πλεόνασµα των εσόδων δεν µπορεί να χρησιµοποιηθεί για τη χρηµατοδότηση νέων µέτρων στήριξης, µε εξαίρεση τις εισπράξεις που θα προέλθουν από το χτύπηµα στο «µαύρο» χρήµα. Ακόµη και σε αυτήν την περίπτωση απαιτείται προηγούµενη έγκριση από τα θεσµικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.