Η Μαρία Αποστολάκη, δικηγόρος Κοινωνικής Πολιτικής και συντονίστρια της Νομικής Υπηρεσίας του Κέντρου “ΔΙΟΤΙΜΑ” γράφει στο news24/7 για την ανάγκη νομικής αναγνώρισης του όρου γυναικοκτονία.
Άλλη μια γυναίκα δολοφονήθηκε από το σύντροφό της χθες στη Ρόδο, αυξάνοντας τον αριθμό των γυναικοκτονιών, στις περιπτώσεις που είδαν το φως της δημοσιότητας, σε 11 μέσα στο 2021. Τα τόσο συχνά επαναλαμβανόμενα περιστατικά δολοφονιών γυναικών λαμβάνουν χώρα στο ίδιο ή παρεμφερές συγκείμενο: “ζηλιάρηδες” και αυταρχικοί σύντροφοι/σύζυγοι, συχνά ήδη κακοποιητικοί και στο παρελθόν, που σκέφτονται και δρουν υπό την πεποίθηση πως έχουν το δικαίωμα να ελέγχουν, να “σωφρονίζουν”, να τιμωρούν ασκώντας έμφυλη βία που φτάνει μέχρι την αφαίρεση της ζωής.
Η γυναικοκτονία ως κοινωνιολογικός όρος δημιουργήθηκε και εδραιώθηκε ακριβώς διότι οι δολοφονίες γυναικών στηρίζονται στην έμφυλη και κοινωνική διάσταση του ατόμου και συγκεντρώνουν πολλά χαρακτηριστικά τα οποία τις διαφοροποιούν από τις υπόλοιπες εν γένει ανθρωποκτονίες. Ορίζεται ως αποκορύφωμα της βίας κατά των γυναικών από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας ήδη από το 2012, και έχει επίσημα αναγνωρισθεί ως όρος (“femicide”) από τον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών το 2013.
Επιτακτικής σημασίας, όμως, θεωρούμε και τη νομική αναγνώριση του φαινομένου. Και τούτο διότι οι περιστάσεις κάτω από τις οποίες δολοφονούνται γυναίκες και θηλυκότητες είναι διαφορετικές από ό,τι στην κοινή ανθρωποκτονία του Ποινικού μας Κώδικα, ο οποίος αντιμετωπίζει το αδίκημα ως gender neutral και δεν μπορεί να καλύψει την απαξία που προκύπτει από την έμφυλη και κοινωνική διάσταση του φαινομένου.
Σύμφωνα με ό,τι ισχύει στη Ελληνική Νομοθεσία σήμερα, βάσει το αρ. 299 του Ποινικού Κώδικα η ανθρωποκτονία από πρόθεση τιμωρείται με την ποινή της ισόβιας κάθειρξης ή με ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης τουλάχιστον 10 ετών. Στην πράξη πολλές φορές η ποινή αυτή μειώνεται, καθώς το Δικαστήριο μπορεί να αναγνωρίσει ελαφρυντικές περιστάσεις, επομένως ο δράστης είναι δυνατόν να τιμωρηθεί με μια ποινή μικρότερη ακόμη και από την ελάχιστη προβλεπόμενη. Στις περιπτώσεις γυναικοκτονιών, ωστόσο, είναι τεράστια η κοινωνική ανάγκη να τιμωρείται προσηκόντως το αδίκημα, να καλύπτονται όλα τα δομικά στοιχεία του φαινομένου και να καταδεικνύεται ότι πρόκειται για ακραία εγκληματική συμπεριφορά που στηρίζεται σε μισογύνικο/σεξιστικό κίνητρο.
Η ικανοποίηση αυτής της κοινωνική ανάγκης θα μπορούσε να επιτευχθεί με τους εξής τρόπους. Είτε, με την εισαγωγή απευθείας στο ισχύον άρθρο 299 ΠΚ, επιβαρυντικής περίστασης, είτε, κατά τη επιμέτρηση της ποινής σύμφωνα με το αρ. 79 ΠΚ, να λαμβάνεται σοβαρά υπόψη ο παράγοντας του φύλου του θύματος, η σχέση του με το δράστη και οι περιστάσεις υπό τις οποίες τελέστηκε το έγκλημα, είτε ακόμη, στο αρ. 82Α ΠΚ (έγκλημα με ρατσιστικό κίνητρο) να εισαχθεί και η διάσταση του φύλου ως λόγος επιλογής του συγκεκριμένου θύματος.
Και βέβαια, πριν από όλα αυτά και παράλληλα με όλα αυτά, στο πλαίσιο των διεθνών υποχρεώσεών μας (Ν.4531/2018 με τον οποίον κυρώθηκε η Σύμβαση της Κωνσταντινούπολης) είναι αναγκαίο όσο ποτέ να εφαρμόζονται ολοκληρωμένες και ολιστικές πολιτικές για την πρόληψη και την αντιμετώπιση της έμφυλης βίας εν γένει. Η οικογένεια, το σχολείο, ο χώρος εργασίας, οι χώροι τέχνης δεν μπορούν να αποτελούν πεδία καταπάτησης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Η διαφύλαξη του αδιαπραγμάτευτου δικαιώματος για μια ζωή χωρίς βία τόσο στην ιδιωτική όσο και στη δημόσια σφαίρα αποτελεί ευθύνη της Πολιτείας.
Η Μαρία Αποστολάκη είναι Δικηγόρος, MCS Κοινωνικής Πολιτικής και Συντονίστρια Νομικής Υπηρεσίας Κέντρου «ΔΙΟΤΙΜΑ»
ΠΗΓΗ : in