Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις (ΑΞΕ) στην Ελλάδα συνεχίζουν να ακολουθούν ανοδική πορεία, με το μεγαλύτερο ποσοστό να κατευθύνεται προς υπηρεσίες και ακίνητα. Ωστόσο, η έλλειψη επενδύσεων σε κρίσιμους τομείς που θα ενίσχυαν την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας, όπως ο ψηφιακός μετασχηματισμός, παραμένει ένα σημαντικό εμπόδιο για τη βιώσιμη ανάπτυξη.
Σύμφωνα με την Έκθεση Οικονομικών Εξελίξεων του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Ερευνών (ΚΕΠΕ), η Ελλάδα έχει βελτιώσει τη θέση της στους δείκτες ανταγωνιστικότητας, αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν κενά στην ψηφιακή μετάβαση και στις σχετικές δεξιότητες του εργατικού δυναμικού.
Οι υπηρεσίες διατηρούν την κυρίαρχη θέση στις καθαρές ΑΞΕ, με τους χρηματοπιστωτικούς και ασφαλιστικούς κλάδους να κατέχουν τη δεύτερη θέση.
Τα τελευταία πέντε χρόνια (2019-2023), οι καθαρές ΑΞΕ στον τομέα των υπηρεσιών ανήλθαν σε πάνω από 3 δισ. ευρώ ετησίως, με εξαίρεση το 2020, όταν λόγω της πανδημίας καταγράφηκε πτώση στα 1,9 δισ. ευρώ. Το 2019 ήταν έτος-ορόσημο με ρεκόρ 3,4 δισ. ευρώ, το οποίο ξεπεράστηκε το 2022, με επενδύσεις ύψους 4,8 δισ. ευρώ.
Σε συνολικό επίπεδο, οι καθαρές Άμεσες Ξένες Επενδύσεις στην Ελλάδα ακολουθούν ανοδική πορεία, με τα προσωρινά στοιχεία του 2023 να δείχνουν ότι οι επενδύσεις ανέρχονται σε 4,8 δισ. ευρώ, σημειώνοντας σχετική υποχώρηση σε σύγκριση με το 2022, αλλά παραμένοντας σε υψηλά επίπεδα.
Η άνοδος των επενδύσεων σε ακίνητα
Οι επενδύσεις σε ακίνητα έχουν αυξηθεί σημαντικά, αποτελώντας πλέον ένα μεγάλο μέρος των συνολικών ΑΞΕ. Το 2013, το ποσοστό τους ήταν μόλις 7,4%, ενώ το 2018 είχε εκτοξευθεί στο 33,5%. Μεταξύ 2019-2020, η συμμετοχή των ακινήτων στις ΑΞΕ ξεπέρασε το 30%, λόγω της Golden Visa. Παρά την πτώση στο 22% το 2021, το 2023 σημειώθηκε ιστορικό ρεκόρ, με το 44,7% των ΑΞΕ να αφορά επενδύσεις σε ακίνητα.
Η Ελλάδα υστερεί στην ψηφιακή μετάβαση
Παρότι έχουν γίνει βήματα προόδου, ιδιαίτερα στη ψηφιοποίηση των δημόσιων υπηρεσιών, η ψηφιακή μετάβαση των επιχειρήσεων και οι ψηφιακές υποδομές παραμένουν σημαντικά χαμηλότερες από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Το ΚΕΠΕ επισημαίνει ότι η ψηφιοποίηση της ελληνικής οικονομίας απαιτεί:
- Βελτίωση των ταχυτήτων του διαδικτύου, που εξακολουθούν να υστερούν έναντι της ΕΕ.
- Εκπαίδευση και κατάρτιση των εργαζομένων σε τεχνολογίες Πληροφορικής και Επικοινωνιών (ICT).
- Ενίσχυση των επενδύσεων στον ψηφιακό μετασχηματισμό των επιχειρήσεων μέσω καλύτερης πρόσβασης σε χρηματοδότηση.
- Αποτελεσματικότερη εφαρμογή του νομικού συστήματος, ιδιαίτερα σε θέματα συμβάσεων και δικαστικών διαδικασιών.
Το ΚΕΠΕ προτείνει ότι, για να διασφαλιστεί βιώσιμη ανάπτυξη, η Ελλάδα πρέπει να προσελκύσει περισσότερες ξένες επιχειρήσεις υψηλής τεχνολογίας. Αυτό θα συμβάλει όχι μόνο σε άμεσες επενδυτικές ροές, αλλά και στη μεταφορά τεχνογνωσίας και τη δημιουργία ενός οικοσυστήματος καινοτομίας που μπορεί να ενισχύσει την ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας.
Οι Άμεσες Ξένες Επενδύσεις στην Ελλάδα έχουν σημειώσει αξιοσημείωτη ανάπτυξη, αλλά η υπερσυγκέντρωση επενδύσεων σε υπηρεσίες και ακίνητα δείχνει ότι η χώρα δεν έχει ακόμα πετύχει την αναγκαία οικονομική διαφοροποίηση. Η ψηφιακή μετάβαση και η ενίσχυση των τεχνολογικών επενδύσεων αποτελούν κρίσιμες προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπιστούν για να διασφαλιστεί μια βιώσιμη και ανταγωνιστική οικονομία στο μέλλον.