Ένα από τα πιο προβληματικά πράγματα με τις στατιστικές είναι ότι δεν σε κοιτάζουν στα μάτια. Σε πετούν στρογγυλεμένα ποσοστά και δείκτες, σου λένε «όλα πάνε καλά», και φεύγουν. Δεν ακούνε την ανάσα σου στην ουρά του σούπερ μάρκετ. Δεν ξέρουν τι σημαίνει να πρέπει να επιλέξεις αν θα πληρώσεις τη ΔΕΗ ή το φροντιστήριο.
Αυτές τις μέρες, οι αριθμοί είναι μεθυσμένοι απ’ τη χαρά. Το ΑΕΠ ανεβαίνει. Τα spreads πέφτουν. Οι οίκοι αξιολόγησης γράφουν δελτία νίκης, σαν να παίζουμε σε διεθνές χρηματοοικονομικό πρωτάθλημα. Η κυβέρνηση μιλά για «ανάπτυξη που ήρθε για να μείνει». Το αφήγημα «προχωράμε μπροστά» κρατάει γερά.
Και όμως – εκεί, στη βάση της κοινωνίας, μια άλλη καμπύλη τεντώνεται: αυτή των ανισοτήτων.
Σύμφωνα με την τελευταία μελέτη της διαΝΕΟσις, από το 2019 και μετά, το εισοδηματικό χάσμα δεν μειώνεται – μεγαλώνει. Ο δείκτης S80/S20 φαρδαίνει. Ο Gini παχαίνει. Η Ελλάδα δεν συγκλίνει με την Ευρώπη, απομακρύνεται.
Δεν είναι απλώς στατιστικά. Είναι σήματα καπνού για όποιον έχει μάτια και καρδιά. Γιατί όταν ο μισθός μένει πίσω από τις τιμές των βασικών αγαθών, δεν ζεις — ισορροπείς. Όταν ο ΦΠΑ χτυπά με την ίδια ένταση τη σύνταξη των 700 ευρώ και το εισόδημα των 7.000, δεν έχεις φορολογία – έχεις αδικία.
Η διαΝΕΟσις λέει κομψά πως χρειάζεται «αλλαγή αρχιτεκτονικής». Πιο απλά: ο πλούτος μοιράζεται στραβά. Και το κράτος, αντί να ισιώνει την ανισότητα, τη βαθαίνει. Γιατί οι έμμεσοι φόροι είναι εύκολοι. Γιατί το πρωτογενές πλεόνασμα είναι το μόνο που μετράει στις Βρυξέλλες. Γιατί η κοινωνική συνοχή μπήκε στο ράφι «θα το δούμε αργότερα».
Και κάπου εκεί, ανάμεσα στους δείκτες και τα ράφια, μπαίνει στη σκηνή και ο Ντόναλντ Τραμπ.
Ο ηγέτης-τηλεοπτικό επεισόδιο, που παίζει «κόκκινο φως, πράσινο φως» με τους δασμούς. Πρώτα αναγγέλλει φορολογικές καταιγίδες, μετά εξαιρεί smartphones «για να πάρουν οι εταιρείες τον χρόνο τους».
Μέσα στον καταιγισμό δηλώσεων, ξεχώρισα ένα meme που εξηγεί τα πάντα:
«Έχω έλλειμμα με το κινεζικό εστιατόριο της γειτονιάς μου. Εγώ αγοράζω φαγητό, εκείνοι τίποτα. Γι’ αυτό αποφάσισα να τους πληρώνω περισσότερο για να ενθαρρύνω τον εαυτό μου να μαγειρεύω σπίτι».
Σαν να ακούς ολόκληρη την εμπορική πολιτική του Τραμπ σε 2 αράδες.
Στην άκρη της ίδιας σκηνής, βρίσκεται και η Avramar – κολοσσός της ιχθυοκαλλιέργειας – που προσπαθεί να προστατέψει τις εξαγωγές της στην Αμερική από τα δασμολογικά πυρά. Συνεχίζει τις επενδύσεις της, αλλά το ερώτημα παραμένει: ποιο θα είναι το επόμενο πλήγμα; Ποια η επόμενη αυθόρμητη απόφαση που θα ανατρέψει ισορροπίες;
Και μέσα σε όλα, έχουμε κι εμείς τα δικά μας. Το καλώδιο που υποτίθεται ότι θα ένωνε ενεργειακά την Ελλάδα με την Κύπρο – ξεχασμένο ξανά κάπου στις βραχονησίδες της αβεβαιότητας. Την εξωτερική πολιτική να πηγαίνει από bromance σε bromance. Τραμπ και Ερντογάν «γουστάρουν ο ένας τον άλλον», εμείς απλώς κοιτάμε. Ή περιμένουμε μια ημερομηνία συνάντησης, να ξέρουμε πότε να αγχωθούμε επισήμως.
Και ο πολίτης;
Ο πολίτης κοιτά το ράφι, κοιτά τον μισθό του και νιώθει ότι κάπου, κάποιος του λέει ψέματα. Όχι φωναχτά. Αλλά με χαμόγελο και ποσοστά. Κι αυτό, ξέρεις, είναι πιο επικίνδυνο από μια κραυγή. Γιατί δεν είναι κραχ — είναι φθορά. Δεν είναι βίαιο — είναι αργό. Αλλά πονάει το ίδιο.