Με αφορμή τις αποκαλύψεις για τον Στάθη Παναγιωτόπουλο, τις γυναικοκτονίες και την έμφυλη βία η κλινική ψυχολόγος – γνωσιακή ψυχοθεραπεύτρια, Εύη Καραγεώργου, αναλύει το προφίλ όσων εκδηλώνουν κακοποιητική συμπεροφορά.
Το ξέρω και ως γυναίκα και ως ειδικός. Δε θα έπρεπε στα τέλη του 2021 να μιλάμε για τα αυτονόητα. Για την κακοποιητική συμπεριφορά και την έμφυλη βία. Ένα βασικό ζήτημα που ανακύπτει στο δημόσιο διάλογο τον τελευταίο χρόνο, λόγω του κινήματος #metoo, της φριχτής αύξησης των γυναικοκτονιών στη χώρα μας και, προσφάτως, της αύξησης της εκδικητικής πορνογραφίας (revenge porn) είναι η προσπάθεια προσδιορισμού του ποιοι είναι αυτοί (συνήθως άντρες), χαρακτηρολογικά ή παθολογικά, που μπορούν να γίνουν παραβιαστικοί ή βίαιοι.
Θα ήταν αρκετά επικίνδυνο να κατηγοριοποιήσουμε ανθρώπους, ειδικά για κάτι τόσο σοβαρό, καθώς η παγκόσμια επιστημονική κοινότητα δεν έχει καταλήξει σε σαφή διάκριση των στοιχείων ενός κακοποιητή και στο ψυχολογικό προφίλ του. Στην προσπάθεια, όμως, να εντοπίσουμε κάποια κοινά χαρακτηριστικά, δε θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε σε ένα σύνηθες κοινό πλαίσιο.
Συχνά, οι άνθρωποι που δύνανται να γίνουν παραβιαστικοί έχουν μεγαλώσει σε έκδηλα σεξιστικά οικογενειακά περιβάλλοντα, όπου μαθαίνουν να πιστεύουν στην υπεροχή των ανδρών και στο στερεότυπο του αντρικού ρόλου στην οικογένεια. Μιμούνται και κατ’ επέκταση αναπαράγουν μεγαλώνοντας, όπως όλα τα παιδιά, αυτά τα πρότυπα, που είναι γνώριμα και οικεία. Αυτό δε σημαίνει ότι δε μπορούμε να βελτιώσουμε τις «εργοστασιακές ρυθμίσεις» μας. Όμως, για να το κατορθώσουμε, απαιτείται, πρώτα απ’ όλα, συνειδητοποίηση της μαθημένης δυσλειτουργικότητας, όσο και σταθερή προσπάθεια αλλαγής. Κάτι τέτοιο προφανώς δεν ευνοείται από τις διάφορες, εμπεδωμένες (και, δυστυχώς, όλο και πιο συχνές) ρατσιστικές προκαταλήψεις.
Είναι, επίσης, εξαιρετικά συχνή η χαμηλή αυτοεκτίμηση, ως βασικό στοιχείο του ανθρώπου που μπορεί να παραβιάσει ψυχικά, συναισθηματικά ή σωματικά. Το άτομο αυτό, λόγω των έντονων ανασφαλειών του και το φόβο προσωπικής ανεπάρκειας, νιώθει «ανώτερο», όταν εκδικείται τη/το σύντροφο, με αποτέλεσμα να γίνεται έντονα ελεγκτικό, επιθετικό (λεκτικά και όχι μόνο) και χειριστικό.
Τα ναρκισσιστικά στοιχεία προσωπικότητας μοιάζει να αποτελούν σύνηθες χαρακτηρολογικό στοιχείο των συγκεκριμένων ανθρώπων. Πιο συγκεκριμένα, χαρακτηριστικά όπως η πυρηνική ανάγκη μεγαλοπρέπειας, η τάση κυριαρχίας στους άλλους, η εγωπάθεια και η έλλειψη ενσυναίσθησης παρατηρούνται συχνά σε όσους γίνονται παραβιαστικοί. Είναι σημαντικό να τονίσουμε ότι πρέπει να αποφεύγουμε την ευθεία σύνδεση κάθε κακοποιητικής συμπεριφοράς με την ψυχοπαθολογία, γιατί έτσι εντείνουμε το στίγμα και, κυρίως, «απενοχοποιούμε» τη συνειδητή (και ποινική) ευθύνη π.χ. όταν κάποιος δημοσιοποιεί προσωπικές στιγμές στο διαδίκτυο. Είναι πιθανό να υπάρχει και ψυχοπαθολογία, αλλά καλό είναι η δημόσια συζήτηση να μην εξαντλείται σε αυτή την ταμπέλα.
Δυστυχώς υπάρχει πολύς δρόμος μπροστά μας τόσο κοινωνικά, όσο και προσωπικά, για να φτάσουμε στο αυτονόητο, ότι κανείς δεν έχει το δικαίωμα να παραβιάζει τα όρια της επιθυμίας και του σώματος του άλλου. Γίνονται, όμως, σημαντικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση και θα πρέπει όλοι, επιστήμονες και μη, να βοηθήσουμε να «σπάει» αυτή η νοσηρή αλυσίδα μέσα στην οικογένεια, στο δρόμο, στο μπαρ, στο χώρο εργασίας. Κάθε μέρα.
ΠΗΓΗ : news247