Σε πολλές περιπτώσεις έχουν δημιουργηθεί εκ των υστέρων και αυθαιρέτως, καθιστώντας το κτίσμα ευάλωτο σε περίπτωση μεγάλου σεισμού
Ακίνητα: Πηγή κινδύνων οι πιλοτές στα παλιά κτίρια
Οι πιλοτές – ιδίως στα παλιά κτίρια – αποτελούν κίνδυνο για τη σεισμική ασφάλεια των κτιρίων με ό,τι αυτό συνεπάγεται για όσους ζουν και εργάζονται σε αυτά σε περίπτωση ενός μεγάλου σεισμού (!).
Αυτό υποστηρίζει μιλώντας στα «ΝΕΑ», ο ακαδημαϊκός, μέλος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Επιστημών και Τεχνών, ομότιμος καθηγητής του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου (ΕΜΠ), Παναγιώτης Καρύδης.
Πιλοτές: Ερχεται ρύθμιση – ανάσα για χιλιάδες ιδιοκτήτες
Το πρόβλημα είναι πολύ μεγάλο για τη χώρας μας, από πλευράς σεισμικής διακινδύνευσης αφού εκτιμάται πως το 40% έως το 50% των κτιρίων έχουν πιλοτή. Σημειώνεται πως το 2% της παγκόσμιας σεισμικής ενέργειας απελευθερώνει κάθε χρόνο η Ελλάδα – και πάνω από το 50% της ευρωπαϊκής (!).
Επιπλέον, σύμφωνα με τον Παναγιώτη Καρύδη, οι πιλοτές σε κτίρια κατασκευασμένα προ του 1971 δημιουργήθηκαν εκ των υστέρων και εν πολλοίς αυθαιρέτως, μετά από κατεδάφιση των διαχωριστικών ή ακόμη και φερουσών εσωτερικών – εξωτερικών τοιχοποιιών, ενώ σε κτίρια κατασκευασμένα μετά το ’71 κατασκευάστηκαν τυπικώς μεν νομίμως, ουσιαστικώς δε αυθαιρέτως από αντισεισμικής πλευράς.
Η έλλειψη αυτών των διαχωριστικών τοιχοποιιών, κατά τον ομότιμο καθηγητή του ΕΜΠ, μπορεί να συμβαίνει είτε στο ισόγειο, είτε σε οποιονδήποτε άλλον όροφο. Επίσης, πιλοτές δημιουργούνται σε παλαιά κτίρια τα οποία συνήθως βρίσκονται στα ιστορικά κέντρα πόλεων και οικιστικών συνόλων όπου το τουριστικό και, γενικώς, το εμπορικό ενδιαφέρον αυξάνεται με την πάροδο του χρόνου.
Σε αυτά τα κτίρια συνήθως καθαιρούνται τοιχοποιίες, κυρίως στο ισόγειο, για δημιουργία μεγαλύτερων και ενιαίων χώρων (για εστίαση, για καταστήματα, για πάρκινγκ, κ.λπ.), και για να διαμορφωθούν ανοίγματα για εισόδους, για βιτρίνες, κ.λπ., χωρίς πάντοτε να λαμβάνονται τα κατάλληλα κατασκευαστικά μέτρα.
Εκτός από το ισόγειο λειτουργία πιλοτής μπορεί να δημιουργηθεί και όταν σε κάποιον όροφο επάνω από το ισόγειο κατεδαφίζονται οι διαχωριστικές τοιχοποιίες για δημιουργία ελεύθερων χώρων άθλησης, ή ακόμη και χώρων γραφείων, όπου ως διαχωριστικά, πλέον, στοιχεία, τοποθετούνται κινητά ή ελαφρά διαχωριστικά χωρίσματα, ή άλλου είδους χωρίσματα τα οποία συνολικώς δεν προσφέρουν τη δυσκαμψία που προσέφεραν οι τοιχοποιίες που κατεδαφίστηκαν.
Δύο κατηγορίες κτιρίων
Υπάρχουν οι εξής κατηγορίες κτιρίων με πιλοτές:
1) Το 75% των κτιρίων που υπάρχουν σήμερα στη χώρα μας έχει κατασκευαστεί προ του 1985. Το 45% έχει κατασκευαστεί στην περίοδο 1959 -1985 και το 30% προ του 1959.
Η αναφορά στο έτος 1959 γίνεται επειδή τότε θεσπίστηκε και τέθηκε σε υποχρεωτική ισχύ, σε ολόκληρη τη χώρα, ο πρώτος Ελληνικός Αντισεισμικός Κανονισμός.
2) Σχετικά με τα κτίρια της περιόδου 1959 – 1985 (το 45% των κτιρίων της χώρας), το 1971 θεσπίσθηκε και τέθηκε σε άμεση εφαρμογή η δυνατότητα προσθήκης ενός ακόμη ορόφου, υπό τη μορφή ενός ανοιχτού κοινόχρηστου ορόφου, χωρίς δηλαδή διαχωριστικές τοιχοποιίες στο ισόγειο.
«Η χρηστικά ευεργετική αυτή διάταξη ακολουθήθηκε, όπως άλλωστε το βλέπουμε σήμερα, σε ευρύτατη κλίμακα στα ννεοανεγειρόμενα τότε κτίρια. Το θέμα όμως αυτό αποτελεί μια αυθαίρετη κατασκευή από αντισεισμικής πλευράς, η οποία δημιουργεί, υπό προϋποθέσεις, αυξημένη σεισμική τρωτότητα στα αντίστοιχα κτίρια», υποστηρίζει ο Παναγιώτης Καρύδης.
Η εκτίμηση είναι ότι περί το 25% – 30% των κτιρίων της χώρας κτισμένων κατά την περίοδο 1959 – 1985 είναι με πιλοτή ή έχουν τέτοια διαμόρφωση (καταστήματα, χώροι στάθμευσης, άθλησης, θέατρα, κ.λπ.) που χαρακτηρίζονται ως κτίρια με πιλοτή.
Τι πρέπει να γίνει
Κατά τον Παναγιώτη Καρύδη, η πολιτεία θα πρέπει να δεχθεί την κατασκευή στον χώρο της πιλοτής του ισογείου, φέρουσες τοιχοποιίες οι οποίες δεν θα δημιουργούν κλειστούς χώρους και δεν θα αναστέλλουν τον σκοπό για τον οποίο θεσπίστηκε το καθεστώς της πιλοτής.
Οι εν λόγω τοιχοποιίες δεν θα επηρεάζουν τον φέροντα οργανισμό, και δεν θα βρίσκονται σε επαφή με τα κατακόρυφα φέροντα στοιχεία και θα κατασκευάζονται με άδεια «μικρής κλίμακος». Επίσης, επειδή το πρόβλημα οφείλεται σε σφάλμα της πολιτείας, για την αποκατάστασή του θα πρέπει η ίδια η πολιτεία να συνδράμει και οικονομικά σε σημαντικό ποσοστό.