Ανάλυση του «Εθνικού Κήρυκα»
Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Εφαρμοσμένης Επικοινωνίας
Οι ελληνικές εφημερίδες έχουν ιδιαίτερη σημασία σε ατομικό και κοινωνικό επίπεδο γιατί βρίσκονταν πάντοτε σε διαπλοκή με την δημόσια και ιδιωτική ζωή των Ελλήνων μεταναστών. Ακόμα γιατί συνέβαλαν στην διαφύλαξη και επιβίωσης ελληνικής γλώσσας στην διατήρηση ενός ισχυρού εθνικού συναισθήματα αισθήματος και της συνοχής της κοινότητας. Επιπροσθέτως γιατί αντανακλούν τη διανοητική δύναμη των Ελλήνων της Διασποράς σε κάθε ιστορική στιγμή της παρουσίας τους και εξασφαλίζουν την επικοινωνία της με το εθνικό κέντρο. Μεγάλη σημασία έχει διαδραματίσει ο ρόλος του ομογενειακού Τύπου στην Αμερική και στην Αυστραλία ως προς την ανάπτυξη του διαλόγου ανάμεσα στους εκπροσώπους των ομογενειακών θεσμών, στην διευκόλυνση των μεταναστών και στην γνωριμία τους με τις καινούργιες πατρίδες, στην επικοινωνία με την χώρα καταγωγής και τους θεσμούς της σε περίπτωση παλιννόστησης, στην διατήρηση και στην αύξηση της κοινωνικότητας μεταξύ των ομογενών. Ιστορικά τα ομογενειακά μέσα αντιπροσωπεύουν την πολύτιμη πρωτογενή πηγή για την ελληνική ιστορία, πολιτική οικονομική, κοινωνική, νοοτροπιών και πολιτισμού.
Οι εφημερίδες που ίδρυσαν οι Ελληνες της Διασποράς είχαν σε μεγάλο βαθμό συνείδηση της ελληνικότητάς τους. Ο «Εθνικός Κήρυκας» της Νέας Υόρκης, πρωινή καθημερινή εφημερίδα, ιδρύθηκε το 1915 από τον Πέτρο Τατάνη ο οποίος είχε και την ευθύνη της διοίκησης του εθνικού και θρησκευτικού ιδρύματος μαζί με τον Ευριπίδη Κεχαγιά και τον Πωλ Δήμο για μικρό διάστημα και τον Βασίλειο Βλαβιανό. Από το 1947 την διεύθυνση της εφημερίδας ανέλαβε ο Μπάμπης Μαρκέτος, ο οποίος υπέγραφε συχνά το κύριο άρθρο. Ο υπότιτλος της εφημερίδας ήταν The National Herald Progressive Daily Newspaper και μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο The Νational Herald. Greek American daily and Sunday newspaper. Για μερικά χρόνια στη δεκαετία του ‘50 έφερε τον υπότιτλο The Νational Herald, An anti- communist Organ.
Ενας κύκλος δραστηριοτήτων που περιελάμβανε το βιβλιοπωλείο του «Εθνικού Κήρυκα» και τις εκδόσεις του, μεταξύ των οποίων το ελληνοαγγλικό λεξικό, αντανακλούσε την προτεραιότητα που έδινε στην ελληνική γλώσσα και την ελληνική παιδεία. Ενισχύονται τα εθνικά συνεδρία της GAPA -Greek American Progressive Association- με σκοπό να προτάξει την συνέχεια της ελληνικής γλώσσας και των παραδόσεων. Ο Δημήτριος Καλλίμαχος εκδότης του «Εθνικού Κήρυκα υπήρξε θερμός υποστηρικτής της ελληνοαμερικανικής αυτής οργανώσεως. Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι η εφημερίδα αποδοκίμασε την απόφαση του 20ού Κληρικολαϊκού Συνεδρίου περί της χρήσης της Αγγλικής στη Θεία Λειτουργία και τάχθηκε στο πλευρό του Πατριαρχείου (5 Ιουλίου 1970).
Η ανάλυση του «Εθνικού Κήρυκα»
Οι κατηγορίες που εμφανίζουν τη μεγαλύτερη συχνότητα στις σελίδες του «Εθνικού Κήρυκα» καθ’ όλη την εξεταζόμενη περίοδο είναι οι εξής: πολιτιστική κληρονομιά, γλώσσα, ελληνική και ελληνορθόδοξη ταυτότητα, ελληνοαμερικανική ταυτότητα και τόποι καταγωγής. Η επικράτηση των κατηγοριών αυτών εξηγείται από την έμφαση που αποδίδει η εν λόγω εφημερίδα στις φυλετικές αρετές των Ελλήνων, τις οποίες συνδέει νοηματικά με τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική παράδοση. Η διαιώνιση της ελληνικής γλώσσας συνιστούσε εξάλλου ζήτημα φυλετικό, θρησκευτικό, φιλανθρωπικό, ανθρωπιστικό, εκπολιτιστικό. Η συνάρθρωση των στοιχείων αυτών ερμηνεύει ακριβώς τη σύζευξη ελληνικής ορθόδοξης και ελληνοαμερικανικής διαστάσεως της ταυτότητας. Η ελληνική γλώσσα «παμπάλαια αιωνία», γλώσσα της «χριστιανοσύνης» συνιστά για την εφημερίδα την βάση του αμερικανικού πολιτισμού και της δυτικής κληρονομιάς. Γίνεται μάλιστα συχνά αντικείμενο εκστρατειών που έχουν σκοπό την διατήρηση της. («Εθνικός Κήρυξ» 31 Ιανουαρίου 1955). Η μέριμνα για την διατήρηση της γλώσσας διατηρήθηκε αμείωτη καθ’ όλη τη διάρκεια της περιόδου που καταλαμβάνει το ερευνητικό μας υλικό.
Η πραγματιστική αντίληψη σχετικά με την επιβίωση της που επισημαίνεται σ’ ένα πρώτο χρόνο φαίνεται να μειονεκτεί αργότερα προς όφελος μιας αδιάλλακτης ενίοτε στάσης. «Πρέπει κανείς να εθελοτυφλεί –έγραφε η «Οικοδέσποινα» (στήλη του «Ε.Κ.») τον Μάιο του ‘56, για να πιστεύει ότι η ελληνικής καταγωγής τρίτη, τετάρτη, πέμπτη, έκτη γενιά θα ομιλούν κατά πλειονότητα την ελληνική γλώσσα και ότι η εκκλησιαζόμενοι από τις γενιές αυτές θα εννοούν την Λειτουργία και κάθε άλλη ιεροτελεστία στην ελληνική. Δεν έχουμε ανάγκη νεκροπομπών για τον εθνικοθρησκευτικό μας ενταφιασμό, αλλά ανάγκη ιατρού, για να βοηθήσει στην διατήρηση της εθνικοθρησκευτικής μας υποστάσεως».
Την 1η Ιουλίου 1963 διαβάζουμε: «Χρειάζεστε τον ελληνικό Τύπο γιατί είστε ορθόδοξοι. Ο ελληνικός Τύπος είναι ο κρίκος που συνδέει τους Ελληνες της Αμερικής εθνικοθρησκευτικώς. Οταν ο ελληνοαμερικανικός Τύπος δεν θα μπορεί πλέον να κρατηθεί με την ελληνική γλώσσα, ας γράφεται στην αγγλική και ας συνεχίσει την αποστολή του έστω και αγγλιστί. Γιατί και με την αγγλική γλώσσα θα εξακολουθεί να είναι ο συνδετικός κρίκος των Ελληνοαμερικανών».
Την 1η Ιουλίου 1988 διαβάζουμε στα ομογενειακά νέα: «Ο Αρχιεπίσκοπος επιχείρησε να εκπαραθυρώσει την γλώσσα μας και από την λατρεία μας ακόμα. Με το σύνθημα ‘Δεν είμαστε πια μια εκκλησία μεταναστών’ ανθελληνοποίησε την Θεολογική Σχολή».
Θα πρέπει επίσης να αναφερθεί εμφατικά, ότι η ελληνική ταυτότητα, δεν συγκρούεται με την ελληνοαμερικανική. Απεναντίας στον λόγο του «Εθνικού Κήρυκα», η Ελλάδα και η Αμερική ονοματίζονται ως «δύο πατρίδες» («Ε.Κ.» 1η Ιουνίου 1953 – 1η Μαρτίου 1954- 2 Ιουνίου 1974) στις οποίες αποδίδεται σεβασμός που απορρέει από την διπλή νομιμοφροσύνη του Ελληνοαμερικανού. Εξάλλου, Ελληνισμός και ορθόδοξος χριστιανισμός είναι έννοιες ταυτόσημες και αδιαίρετες, αφού την ελληνική γλώσσα διάλεξε ο Θεός για να επικοινωνεί με τον άνθρωπο. («Ε.Κ.», 1η Ιουλίου 1993). Η εθνικοθρησκευτική διάπλαση, η αγωγή των μελών της κοινότητας και η εμμονή στη συνέχεια των ηθών και εθίμων, τις γλώσσες και τις παραδόσεις αποτελούν τη μόνη οδό που μπορεί να αποτρέψει την αφομοίωση και την παραστράρτησιν της νεολαίας. («Ε.Κ.», 1η Αυγούστου 1968). Γι’ αυτό άλλωστε η πολιτιστική κληρονομιά αποτελεί την πλέον προβεβλημένη και διαρκή αναφορά της εφημερίδας καθ’ όλη την εξετασθείσα χρονική περίοδο.
Τα προαναφερθέντα καθίστανται σαφέστερα, αν σταθούμε στην εικόνα που έχει συγκροτήσει για τον εαυτό της η εν λόγω εφημερίδα. Γενικότερα το ρόλο του ελληνικού Τύπου της Αμερικής η εφημερίδα τον αντιλαμβανόταν ως πλαισιωτικό και καθοδηγητικό του Ελληνισμού της Αμερικής επί συνεχείς δεκαετίες ή στον αγώνα «του καλού και του ωραίου διά την ενδόξον χώρα μας την Αμερική και την ενδόξον χώρα της καταγωγής μας την προσφιλή μας Ελλάδα» («Ε.Κ.», 14 Ιανουαρίου 1958). Μέσα από την έμφαση στην ελληνορθόδοξη ταυτότητα, την προσπάθεια αποτροπής του ανθελληνισμού της ορθοδοξίας και διατήρησης της μητρικής γλώσσας και της ελληνικής πολιτιστικής ταυτότητας αναδεικνύονται ως κυρίαρχη εικόνα ενός ηρωικού προτύπου Ελληνοαμερικανού θεματοφύλακα των ιδανικών του γένους. («Ε.Κ.», 1η Νοεμβρίου του 1990 και 1η Νοεμβρίου του 1988). Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης ίσως όχι μόνο για την ιστορία της εφημερίδας, το πέρασμα από το σημαίνον «Ελληνες της Αμερικής» (η λέξη Ελληνομερικανός ή ελληνοαμερικανικός προσδιορίζει τις περισσότερες φορές, ως επίθετο, δραστηριότητες ή εκδηλώσεις της Ομογένειας), που επικρατεί στο μεσοπόλεμο στους Ελληνοαμερικανούς των μεταπολεμικών δεκαετιών και την επανεμφάνιση του «Ελληνα» τις δύο τελευταίες δεκαετίες – του ομογενή που αισθάνεται εγκλωβισμένος ανάμεσα σε δύο πατρίδες, στην οικονομική πραγματικότητα της μίας και στις εθνικές ανησυχίες της άλλης. («Ε.Κ.», 1-11-1992). Αξίζει, εξάλλου, να αναφερθεί εδώ η διαπίστωση της εφημερίδας ότι «η Ομογένεια στην προσπάθειά της να σώσει τον Ελλαδισμό της, έχασε τον Ελληνισμό της και μείναμε στις σπανακόπιτες και στα σουβλάκια, τους καλαματιανούς χορούς και τα τσιφτετέλια. («Ε.Κ.», 4-1-988). Η παρατήρηση αυτή μπορεί να θεωρηθεί και ως αυτοκριτική δεδομένου ότι η εφημερίδα πρόβαλε τον φολκλορικό χαρακτήρα των εορταστικών εκδηλώσεων της Παροικίας. (Βλέπε μεταξύ άλλων τα σχόλια για την φουστανέλα και το τσαρούχι ως το παγκόσμιο καμάρι στον «Εθνικό Κήρυκα», 2 Μαΐου 1955).
Η μετατόπιση της έμφασης που σημειώσαμε αμέσως παραπάνω δεν θα πρέπει ωστόσο να ληφθεί στην ονομαστική της αξία, με την έννοια δηλαδή ότι δεν χαρακτηρίζει ως τέτοια μια σύνθετη ιστορική πραγματικότητα στην οποία οι τομές δεν είναι ευδιάκριτες. Με άλλα λόγια, η διπλή ταυτότητα του Ελληνα και του Αμερικανού οικοδομείται πολύ νωρίς και όχι βεβαίως την εποχή του Ψυχρού Πολέμου κατά την οποία εντείνεται η προσπάθεια εθνικοθρησκευτικής διάπλασης. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να πούμε ότι παρ’ όλο που η ελληνική και η αμερικανική ταυτότητα εκφράζονται με ενιαίο τρόπο από πολύ νωρίς και παρά το γεγονός ότι για την δεύτερη και τρίτη γενιά Ελληνοαμερικανών η διπλή ταυτότητα θεωρείται αυτονόητη, κατά τη διάρκεια της εξετασθείσας αυτής περιόδου οι κατηγορίες αυτές εμφανίζουν μια ιδιότυπη εξέλιξη. Ενώ μέχρι και την δεκαετία του ‘60 η αμερικανική ταυτότητα εκφράζεται με μία σχετική ένταση από το ‘70 και μετά διατηρείται σταθερή, καθ’ όλη την περίοδο μέχρι το 1994 από το 1952. Διαφορετικά εκτυλίσσονται κατηγορίες «ελληνική ταυτότητα» και «ελληνορθόδοξη ταυτότητα». Παρατηρείται μία συγκέντρωση των αναφορών στην ελληνική και την ελληνορθόδοξη ταυτότητα. Μεσολαβεί μια δεκαετία περίπου ύφεσης την οποία διαδέχεται μία ανάκαμψη τόσο στη μια όσο και στην άλλη κατηγορία. Παρατηρείται δηλαδή μία σχεδόν αντίστροφη τάση σε σύγκριση με την ελληνοαμερικανική ταυτότητα.
Ενώ εκείνη παραμένει σταθερή από το ‘70 και μετά, οι αναφορές στην ελληνική και την ελληνορθόδοξη ταυτότητα αυξάνουν απότομα. Θα μπορούσαμε να υποθέσουμε, ότι η ανάκαμψη αυτή οφείλεται σε τρεις διαφορετικούς λόγους:
Πρώτον, στο γεγονός ότι από το 1974 και μετά η μητρόπολη αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα στην εξωτερική της πολιτική (Κυπριακό, Μακεδονικό) με αποτέλεσμα ο Τύπος, στην περίπτωσή μας ο «Εθνικός Κήρυκας», να τονίζει τα ελληνικά θέματα και την ελληνική ταυτότητα της Διασποράς λόγω αλληλεγγύης προς την Ελλάδα.
Δεύτερον, στο γενικότερο κλίμα του κινήματος για την ανακάλυψη της εθνοτικής ταυτότητας στις Ηνωμένες Πολιτείες Αμερικής, το οποίο εκδηλώθηκε κυρίως από τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Ηδη αναφερθήκαμε στο φαινόμενο αυτό με το οποίο θα πρέπει να συσχετιστεί η εμφάνιση της συμβολικής υπευθυνότητας.
Τρίτον, στην προοδευτική αποσυσχέτιση της ελληνικής από την ορθόδοξη ταυτότητα, που παρατηρείται ανάμεσα σε Ελληνοαμερικανούς δεύτερης και τρίτης γενιάς. Από μία σχετική ανάλυση του Κουρβετάρη (Kourvetaris) διαπιστώνεται ότι στην ελληνική Διασπορά των ΗΠΑ παρατηρείται τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στην ελληνική εθνοτική ταυτότητα και την ορθόδοξη ταυτότητα. Η πρώτη αφορά την γλώσσα, την παράδοση και την οικογένεια. Η δεύτερη αφορά την εσωτερικότητα της ορθοδοξίας και το τελετουργικό της θρησκευτικής πίστης. Βέβαια οι διαπιστώσεις του Κουρβετάρη χρήζουν, όπως και ο ίδιος παρατηρεί, περαιτέρω υποστήριξης από επιπλέον έρευνες πάνω στο θέμα. Τα συμπεράσματά του πάντως ενισχύονται από τα δικά μας ευρήματα από τα οποία μπορούσε να υπόθεση κανείς ότι η ορθόδοξη ταυτότητα χαρακτήριζε την πρώτη κυρίως γενιά Ελληνοαμερικανών, ενώ αργότερα μετά τη δεκαετία του ’80 η ορθόδοξη ταυτότητα αφορά την δεύτερη, τρίτη γενιά, υπό τον όρο βέβαια, ότι είναι αναγνώστες τής εν λόγω εφημερίδας. Η προκοπή και οικονομική επιτυχία καταλαμβάνουν αρκετά σημαντική θέση στην ιεραρχία των κατηγοριών που χρησιμοποιήθηκαν. Τούτο είναι φυσικό, διότι όπως προαναφέρθηκε, βασική μέριμνα των Ελλήνων μεταναστών υπήρξε η εξασφάλιση της οικονομικής και κοινωνικής ανόδου, τόσο σε προσωπικό, όσο και σε οικογενειακό επίπεδο. Βέβαια, η προκοπή είναι μία κατηγορία παραδοσιακή, εκτός της ορθολογικότητας της αγοράς, μιας και προϋποθέτει και συνοδεύεται από την συμβολική αναγνώριση και την υπεροχή στο πλαίσιο της οικογένειας, της ιδιαίτερης πατρίδας και της κοινότητας.
Οπως χαρακτηριστικά αναφέρεται, «Οι Ελληνες μετανάστες ήρθαν οπλισμένοι με πίστη προς ανώτερα και αλτρουιστικά πράγματα και επεδίωξαν να αποκτήσουν οικονομική ανεξαρτησία. Εγιναν στην πλειονότητά τους επιχειρηματίες. Με αυτά τα στοιχεία κατόρθωσαν να επιταχύνουν την είσοδό τους στην αμερικανική ζωή». («Ε.Κ.», 2-6-1952). Απεναντίας, οικονομική επιτυχία είναι μία νεωτεριστική κατηγορία και στοιχειοθετείται από λέξεις και θεματικές προτάσεις που αφορούν την παραγωγικότητα, την πρόοδο, την ενεργητικότητα, τον επαγγελματισμό, τις επιδόσεις και τα λοιπά. Τόσο πάντως με όρους προκοπής, όσο και με όρους οικονομικής επιτυχίας, η εφημερίδα προωθεί και αναπαράγει το μύθο του επιτυχημένου Ελληνοαμερικανού στο πλαίσιο του αμερικανικού ονείρου. Φυσικά ο συγκεκριμένος μύθος, όπως όλοι οι μύθοι, περιέχει στοιχεία πραγματικότητας που δεν εξαντλούν την αλήθεια. Οπως αναφέρει ο Κουρβετάρης, παρ’ όλη την επιτυχία και τον εξαστισμό χιλιάδων Ελλήνων, πολλοί άλλοι δεν κατόρθωσαν να επιτύχουν στην Αμερική. Ενδιαφέρον παρουσιάζει επίσης η εξέλιξη του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίζει η εφημερίδα τις σχέσεις των δύο φύλων, η οποία κλιμακώνεται χρονικά από μία παραδοσιακή αντίληψη, προς μία σύγχρονη θεώρηση των δύο φύλων. Τούτο φαίνεται καθαρά από την συγκριτική ανάγνωση των διαγραμμάτων.
Πηγή: Απόδημοι Ελληνες. Πολιτιστική Ταυτότητα και Ομογενειακά Μέσα Επικοινωνίας