Είμαστε στο καθιστικό με τα σεπαρέ στο ιστορικό Désiré της Δημοκρίτου, μπροστά στις προθήκες με τις Saint Honoré, τις μον μπλαν και τις μπισκοτοκαρδούλες.
Στο καθιστικό του Désiré, με τα πιανιστικά κομμάτια να παίζουν χαμηλά, θα ακούσεις χωρίς δόση ειρωνείας λέξεις όπως «αθυρόστομος» και εκφράσεις όπως «αγνές προθέσεις». Ο πιο παλιός πελάτης, ετών 87, κατεβαίνει τρεις φορές την εβδομάδα από την Κηφισιά στο κέντρο για να πάρει εκεί τον καφέ και το γλυκό του, ενώ το πελατολόγιο του καταστήματος που βρίσκεται στο ίδιο σημείο της Δημοκρίτου από το 1962 έχει συμπεριλάβει από τον Αβέρωφ μέχρι τη Μαλβίνα και τον Λάνθιμο (μια σκηνή από τις «Άλπεις» έχει μάλιστα γυριστεί εκεί).
Οι συνταγές όλα αυτά τα χρόνια δεν έχουν αλλάξει παρά ελάχιστα. «Μόνο τη ζάχαρη έχουμε μειώσει κάπως» λέει ο Γιάννης Σταθόπουλος δείχνοντας τα γοητευτικά ρετρό γλυκά που γεμίζουν ακόμα τις προθήκες του καταστήματος: τη Saint Honoré με τα γλασαρισμένα κεράσια, τη λατρεμένη «μον μπλαν», την κλασική σοκολατίνα που βάζει σοβαρή υποψηφιότητα για μια από τις ωραιότερες της πόλης, τις απαράλλακτες μπισκοτοκαρδούλες, τα μπαμπαδάκια, τα ροζουλί πτι φουρ. Οι τρούφες αμυγδάλου είναι ένα παμπάλαιο κερασματάκι με πολύ αμύγδαλο και λίγη κρέμα -ίσα ίσα για να κολλάνε απαλά μεταξύ τους οι καρποί- μαζί με μια κουταλιά μαρμελάδας στο κέντρο. Αυτές οι συνταγές ήταν κληρονομιά που παρέλαβε ο Γιάννης Σταθόπουλος μαζί με τον αδερφό του Αντώνη, όταν οι πρώτοι ιδιοκτήτες τούς παραχώρησαν το ζαχαροπλαστείο.
«Το Désiré το ξεκίνησαν οι αδελφοί Λαζαρίδη, Έλληνες της Αιγύπτου που έφυγαν και ήρθαν στην Αθήνα την εποχή του Νάσερ. Πρώτα είχαν στην Αλεξάνδρεια ένα παρόμοιο ζαχαροπλαστείο με ευρωπαϊκά γλυκά γαλλικής επιρροής και, ερχόμενοι εδώ, συνέχισαν τη δουλειά που ήξεραν να κάνουν», λέει ο ίδιος. Η φωτογραφία στον τοίχο ακριβώς πίσω του έχει τραβηχτεί την ημέρα των εγκαινίων του καταστήματος, το 1962. «Είχαν αμέσως πολλή δουλειά. Το Κολωνάκι εκείνη την εποχή δεν ήταν μόνο γραφεία και μαγαζιά όπως είναι σήμερα. Ζούσαν εδώ οικογένειες, παιδιά… κυκλοφορούσε νέος κόσμος, οι φοιτητές της Νομικής… Το Désiré είχε μάλιστα τότε κουρτίνες μπροστά, για ιδιωτικότητα, και έρχονταν πολλοί για ραντεβού. Ξέρετε πόσους πελάτες έχουμε σήμερα που μας λένε ότι γνώρισαν εδώ τις συζύγους τους ή ότι βγήκαν εδώ το πρώτο ραντεβού; Υπάρχουν άνθρωποι που κλαίνε όταν έρχονται και βλέπουν ότι υπάρχει ακόμα το μαγαζί.
»Όταν το 1995 τα αδέρφια Λαζαρίδη μάς παρέδωσαν το κατάστημα ήταν μια εποχή που όλα τα κτίρια του κέντρου τα έπαιρναν τράπεζες για να τα εκμεταλλευτούν για άλλες χρήσεις. Τους είχαν κάνει πολλές προσφορές όμως εκείνοι ήθελαν να το δώσουν σε κάποιον που θα το συνέχιζε ως ζαχαροπλαστείο, επειδή είχαν δέσιμο με τη δουλειά τους και ήθελαν να κρατηθεί αυτό το παλιό μαγαζί της πόλης και να μη χαθεί» συνεχίζει ο ίδιος.
Στο εργαστήριο, λίγες μέρες πριν τα Χριστούγεννα, δέκα άτομα δουλεύουν ασταμάτητα. Ετοιμάζουν δεκάδες ταψιά με εκείνα τα μελομακάρονα-μπουκίτσες που αγαπούν όλοι οι πελάτες, φτιάχνουν χειροποίητα σοκολατάκια, μοντάρουν τούρτες, ανοίγουν τη δική τους σφολιάτα για τα τυροπιτάκια. Σε μία γωνία μια ζαχαροπλάστρια βάζει τα τελευταία στολίδια σε κάτι υπέροχα ρετρό στρογγυλά κέικ (αν τα δείτε θα καταλάβετε ότι χρειαζόμαστε περισσότερα στρογγυλά κέικ). Τι να πει το βαρετό ορθογώνιο μπροστά σε μια μπάλα από κέικ πορτοκάλι, βουτηγμένη σε μαρμελάδα βερίκοκο και αμύγδαλο φιλέ;
Ο Αντώνης Σταθόπουλος, σημερινός ιδιοκτήτης του καταστήματος μαζί με τον αδερφό του, Γιάννη, εργάζεται και αυτός, ακούραστος, τα τελευταία τριάντα χρόνια στο εργαστήριο. Κάθε μέρα εκεί από τις 6 το πρωί. «Το καλαμπούρι που λέμε είναι ότι το Désiré είναι ΙΕΚ υπουργών και προέδρων δημοκρατίας. Μέσα στα χρόνια έδιναν εδώ συνεχώς ραντεβού πολιτικοί, βουλευτές αλλά και άνθρωποι της τέχνης και των γραμμάτων, συγγραφείς» αναφέρει. «Κλείνουν εδώ τα ραντεβού τους, απολαμβάνουν την ησυχία. Είναι απόλαυση να ακούς τις συζητήσεις» συμπληρώνει ο αδερφός του ενώ θυμάται μια από τις πιο αγαπημένες του πελάτισσες, τη Μαλβίνα Κάραλη: «Η Μαλβίνα ερχόταν εδώ να πάρει τούρτα για να πάει κάπου επίσκεψη. Ενώ πήγαινα να τη βάλω στο κουτί μου έλεγε “για φέρτη εδώ” και βούταγε το χέρι και άρπαζε λίγη! Αφού, έτσι και αλλιώς, θα τη φάμε, μου έλεγε!».
Desire