«Το νόημα δεν είναι να πάρουν οι γυναίκες την εξουσία από τους άντρες, το ζήτημα είναι να καταρρίψουμε την ιδέα της εξουσίας»
Με το μήνυμα αυτό της Simon de Beauvoir, φαίνεται να εναρμονίζεται απόλυτα η σύγχρονη τέχνη, η οποία αυτοπροσδιορίζεται ως εργαλείο για να αναδείξει, να σχολιάσει και να αμφισβητήσει την έμφυλη βία και τις επιπτώσεις της στη ψυχολογία και την κοινωνική θέση της γυναίκας στην σύγχρονη κοινωνία. Οι σύγχρονοι καλλιτέχνες έχουν συχνά χρησιμοποιήσει τα έργα τους για να φωτίσουν την καταπίεση των γυναικών και άλλων περιθωριοποιημένων ομάδων (ΛΟΑΤΚΙ), ενώ η τέχνη μπορεί να λειτουργήσει και ως μέσο θεραπείας και αυτοέκφρασης των θυμάτων της έμφυλης βίας. Έχει επίσης τη δύναμη με τη χρήση οπτικών και μεταφορικών συμβόλων να προκαλέσει συναισθηματική αντίδραση και να ευαισθητοποιήσει τη κοινή γνώμη για τη σοβαρότητα του κοινωνικού προβλήματος αμφισβητώντας τις κοινωνικές συνθήκες που ευνοούν την έμφυλη βία. Αποτελεί δηλαδή μία πρόσφορη και εύκολα προσβάσιμη πλατφόρμα για την έκφραση των θυμάτων και την ενημέρωση του κοινού.
Σύγχρονοι καλλιτέχνες όπως η Cindy Sherman και η Jenny Holzer χρησιμοποιούν τη φωτογραφία και τις εγκαταστάσεις για να διερευνήσουν την απεικόνιση της γυναικείας υποταγής, την αντικειμενικοποίηση των γυναικών και τη ψυχολογική βία που υφίστανται. Ο σύγχρονος κινηματογράφος αλλά και το αρχαίο θέατρο υπήρξαν ισχυρά μέσα για την αναπαράσταση της έμφυλης βίας αλλά και την ανάδειξη της ως χαρακτηριστικό στοιχείο της κοινωνικής παθογένειας. Στο αρχαίο θέατρο, έργα όπως η Αντιγόνη του Σοφοκλή και η Μήδεια του Ευριπίδη αγγίζουν θέματα εκδίκησης και σχέσεων εξουσίας μεταξύ των φύλων, ενώ οι κινηματογραφικές ταινίες όπως «Το Πορφυρούν Χρώμα» του Στίβεν Σπίλμπεργκ και η «Μονάκριβη» (Precious) του Λι Ντάνιελς προσφέρουν έντονες αναπαραστάσεις της γυναικείας κακοποίησης και της προσπάθειας των γυναικών για απελευθέρωση.
Κι ενώ η σύγχρονη τέχνη φαίνεται να εναντιώνεται στη γυναικεία κακοποίηση, σε παλαιότερες εποχές αδιαμφισβήτητης πατριαρχίας, η τέχνη έδινε την ευκαιρία στους θεατές να απολαύσουν χωρίς ενοχή τη βάναυση εκδήλωση της ανδρικής ερωτικής συμπεριφοράς στο σώμα ανυπεράσπιστων γυναικών. Εάν λάβουμε υπόψη ότι τόσο οι παραγγελιοδότες όσο και οι δημιουργοί των ζωγραφικών και γλυπτών έργων ήταν στην πλειοψηφία τους άνδρες, γίνεται εύκολα αντιληπτός ο τρόπος με τον οποίον νομιμοποιούνταν και ικανοποιούνταν η ανδρική ηδονοβλεπτική επιθυμία.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η περίπτωση του Ρούμπενς, ο οποίος επανερχόταν συνεχώς σε αυτό το θέμα, δημιουργώντας πλειάδα έργων. Σε όλα κυριαρχεί λουσμένη στο φως η εύσαρκη γυναικεία μορφή, σε διαφορετική στάση, διαφοροποιώντας έτσι και την οπτική απόλαυση. Η παρουσία των γερόντων δεν λείπει από κανένα έργο του, οι οποίοι άλλοτε κρυμμένοι στο σκοτάδι παρατηρούν με απληστία τη γυναικεία γυμνή φιγούρα, άλλοτε σκύβουν από πάνω από το υποψήφιο θύμα τους προσπαθώντας να εξασφαλίσουν τη συνενοχή του και άλλοτε κινούνται απειλητικά προς το μέρος του κάνοντας το να τραπεί σε φυγή. Σε όλα τα έργα το λευκό ρούχο της γυναίκας δηλώνει την αγνότητα της. Η έκφραση του προσώπου της γυναίκας σε όλους τους πίνακες, η οποία κυμαίνεται από τη δυσάρεστη έκπληξη μέχρι την απέχθεια και το φόβο, καθώς και η αδέξια προσπάθειά της να κρύψει τη γύμνια της, καθιστούν ξεκάθαρο τον τρόπο με τον οποίο η γυναικεία μορφή βιώνει την επίθεση που δέχεται.
“Who Is Who”
Ελευθερία Σταματοπούλου:Δικ. Υπάλληλος, Ποινικό Τμήμα Εφετειου Αθηνών, Πτυχιούχος Πανεπιστημίου Πειραιώς, μελος του ΟΠΕΔ, Επιστημονικός Συνεργάτης της Ομάδας Εργασίας του ΟΠΕΔ “Δικαιοσύνη, New Management και Βιώσιμη Ανάπτυξη”.