Με την επιβολή αλλεπάλληλων περιορισμών του δυτικού κόσμου στη Ρωσία, αναδύονται άλλες χώρες που θα κυριαρχήσουν στην παγκόσμια αγορά υγροποιημένου φυσικού αερίου (LNG) με πρώτες και σημαντικότερες τις ΗΠΑ και το Κατάρ.
Το μερίδιο της Ρωσίας, αντιθέτως, θα μειωθεί σημαντικά.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις της S&P, μέχρι το 2030 η παγκόσμια παραγωγική δυνατότητα LNG θα έχει αυξηθεί κατά 50% φτάνοντας στα 671 εκατ. τόνους ετησίως. Οπως, όμως, τονίζει ο Ζι Σι Τσονγκ, διευθυντής της S&P για το φυσικό αέριο σε Νότια και Νοτιοανατολική Ασία, το μερίδιο των ΗΠΑ θα ανέρχεται στο 25% αυτής της παραγωγικής δυνατότητας και του Κατάρ στο 19%. Το μερίδιο της Ρωσίας, αντιθέτως, θα έχει μειωθεί στο 5% από το 6,7% στο οποίο ανέρχεται σήμερα. Ηδη από το πρώτο εξάμηνο του περασμένου έτους, η υπερδύναμη είχε εκτοπίσει το Κατάρ και την Αυστραλία και αναδείχθηκε σε πρώτη εξαγωγική δύναμη σε LNG, σύμφωνα με στοιχεία της υπηρεσίας ενημέρωσης για θέματα ενέργειας. Οπως, άλλωστε, τονίζει ο Χένινγκ Γκλοϊστάιν, υπεύθυνος θεμάτων ενέργειας, κλίματος και φυσικών πόρων στη συμβουλευτική Eurasia Group, οι ΗΠΑ και το Κατάρ θα είναι κυρίως οι χώρες που θα επωφεληθούν τα μέγιστα, καθώς η Ρωσία θα απομονώνεται εκτός του παγκόσμιου συστήματος εμπορίας LNG. Ο ίδιος τονίζει πως από τη στιγμή που η Ευρώπη στράφηκε στην αγορά LNG, «επισπεύσθηκαν νέα σχέδια και έργα επέκτασης των υφιστάμενων εγκαταστάσεων τόσο στις ΗΠΑ όσο και στο εκτεταμένο βόρειο κοίτασμα του Κατάρ».
Πέραν των ΗΠΑ και του Κατάρ, οι χώρες της Ανατολικής Μεσογείου είναι, σύμφωνα με τον Χένινγκ, πιθανόν να επωφεληθούν καθώς η γεωγραφική τους θέση τις διευκολύνει να υποκαταστήσουν το ρωσικό φυσικό αέριο που μεταφέρεται μέσω αγωγών στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και ιδιαιτέρως η Ιταλία, η Ελλάδα και η Κροατία. Ο ρόλος της Ρωσίας πρόκειται να περιορισθεί μέσα στη δεκαετία, εκτιμά ο ίδιος, ενώ επισημαίνει πως ήδη είχε αρχίσει να υποβαθμίζεται προτού ακόμη εισβάλει στην Ουκρανία στις αρχές του περασμένου έτους. Ομοίως ο Τσονγκ της S&P υπογραμμίζει πως «μέσα στη δεκαετία που διανύουμε, η Ρωσία θα αντιμετωπίσει εξαιρετικά μεγάλες δυσκολίες στην προσπάθειά της να επεκτείνει τις δυνατότητές της στον τομέα υγροποίησης του φυσικού αερίου εξαιτίας των κυρώσεων που της έχουν επιβληθεί».
Ο ίδιος εκτιμά πως η συνολική παραγωγική δυνατότητα των ρωσικών εγκαταστάσεων LNG θα παραμείνει αμετάβλητα στα 37 εκατ. τόνους τα επόμενα χρόνια. Το 2021, όταν δεν είχε εισβάλει στην Ουκρανία, η Ρωσία ήταν η πρώτη στον κόσμο σε εξαγωγές φυσικού αερίου καθώς και τέταρτη σε εξαγωγές LNG μετά την Αυστραλία, το Κατάρ και τις ΗΠΑ.
Σε ό,τι αφορά, πάντως, τις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου που ενδέχεται να αναβαθμιστούν στον διεθνή χάρτη εμπορίου του φυσικού αερίου, οι αναλυτές επισημαίνουν πως το «παράθυρο ευκαιρίας είναι σχετικά στενό», δεδομένου ότι η Ευρώπη σχεδιάζει να περιορίσει τη συνολική κατανάλωση φυσικού αερίου επιβάλλοντας περιορισμούς στη χρήση του σχετικά ρυπογόνου καυσίμου και επενδύοντας στις εναλλακτικές πηγές ενέργειας. Αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία η Ε.Ε. παρουσίασε το σχέδιο REPowerEU που προβλέπει αύξηση στο 45% του ποσοστού των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας στην κατανάλωση ενεργειακών πόρων. Ο φιλόδοξος αυτός στόχος θέτει χρονικό ορίζοντα μάλιστα το τέλος της δεκαετίας.