Οι επαγγελματίες που προσέφυγαν στη Διεύθυνση Επίλυσης Φορολογικών Διαφορών (ΔΕΔ), αμφισβητώντας το ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα που τους αποδόθηκε, βρίσκονται πλέον αντιμέτωποι με την υποχρέωση να καταβάλουν τον φόρο που έχει προσδιοριστεί. Οι προσφυγές τους απορρίφθηκαν στο σύνολό τους, με αποτέλεσμα η μοναδική διέξοδος να είναι τα διοικητικά δικαστήρια.
Οι ισχυρισμοί των επαγγελματιών
Οι προσφεύγοντες επικαλούνται συνταγματικούς λόγους, ζητώντας την ακύρωση των εκκαθαριστικών σημειωμάτων και τη φορολόγηση τους βάσει των δηλωθέντων εισοδημάτων τους, τα οποία είναι χαμηλότερα των τεκμαρτών. Συγκεκριμένα, υποστηρίζουν:
- Αντίθεση στις συνταγματικές αρχές: Θεωρούν ότι το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα παραβιάζει την αρχή της ισότητας, της αναλογικότητας και της δικαστικής προστασίας.
- Μη συνταγματικότητα του τεκμηρίου: Το τεκμαρτό εισόδημα βασίζεται στον κατώτατο μισθό των εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας, κάτι που δεν συνάδει με τις συνθήκες των αυτοαπασχολούμενων.
- Αμφισβήτηση της νομιμότητας του τεκμηρίου: Επικαλούνται τη νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, η οποία απαιτεί τα τεκμήρια να βασίζονται σε άμεσα συναρτώμενα στοιχεία.
Μία από τις υποθέσεις που εξέτασε η ΔΕΔ αφορά δικηγόρο που δήλωσε μηδενικό εισόδημα για το 2023, παρέχοντας μάλιστα βεβαίωση από τον Δικηγορικό Σύλλογο. Ωστόσο, η εφορία προσδιόρισε ελάχιστο φορολογητέο εισόδημα 14.534,52 ευρώ και φόρο εισοδήματος 3.008,07 ευρώ βάσει του τεκμαρτού τρόπου φορολόγησης.
Η ΔΕΔ απορρίπτει τους ισχυρισμούς, υποστηρίζοντας ότι η αμφισβήτηση της συνταγματικότητας των νόμων ανήκει στη δικαιοδοσία των δικαστηρίων, όχι της Διοίκησης. Επιπλέον, επισημαίνει πως οι φορολογούμενοι που διαφωνούν με το ελάχιστο τεκμαρτό εισόδημα έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν φορολογικό έλεγχο μέσω του κωδικού 443-444 του εντύπου Ε1, κάτι που οι περισσότεροι δεν έπραξαν.
Τι ακολουθεί
Μετά την απόρριψη των προσφυγών τους, οι επαγγελματίες έχουν πλέον δύο επιλογές: να καταβάλουν τον φόρο ή να προσφύγουν στα διοικητικά δικαστήρια. Η υπόθεση αναδεικνύει το ευρύτερο ζήτημα της φορολόγησης με τεκμήρια, που πλήττει ιδιαίτερα επαγγελματίες με χαμηλά ή ανύπαρκτα πραγματικά εισοδήματα, δημιουργώντας σημαντικές ανισότητες.
Η διαχείριση τέτοιων ζητημάτων φέρνει στο προσκήνιο την ανάγκη για μεταρρυθμίσεις που θα διασφαλίζουν δίκαιη και διαφανή φορολόγηση, αποτρέποντας την υπερβολική επιβάρυνση πολιτών που βρίσκονται ήδη σε δύσκολη οικονομική θέση.