Είναι κοινός τόπος πως ο Συνδικαλισμός εδώ και δεκαετίες αφήνει αδιάφορους τους εργαζομένους. Το Συνδικαλιστικό Κίνημα έχει περιέλθει σε απαξίωση ακριβώς γιατί έχει συνδεθεί, αν όχι ταυτιστεί, με όλες εκείνες τις παθογένειες, τις υστερήσεις και τα βαρίδια που ακόμα δυστυχώς χαρακτηρίζουν την ελληνική πραγματικότητα: αναχρονιστικές νοοτροπίες, ιδεολογικές εμμονές και αδυναμία παρακολούθησης των ραγδαίων αλλαγών που συντελούνται στην αγορά εργασίας σε ευρωπαϊκό και παγκόσμιο επίπεδο, πελατειακές σχέσεις, κρατικιστικές λογικές και συντεχνιακά συμφέροντα, που εκτρέφουν την «αμυντική καθήλωση» στα
ελάχιστα και ήδη εξασφαλισμένα. Το χειρότερο ίσως είναι μια γενικευμένη απαισιοδοξία που έχει επικρατήσει παντού που υποστηρίζει ότι, σε έναν κόσμο όπου ήδη τα πράγματα πηγαίνουν άσχημα, η κατάσταση θα επιδεινώνεται όλο και περισσότερο. Τα όσα, όμως, συμβαίνουν δεν απορρέουν από μη αναστρέψιμες
νομοτέλειες. Ο εργαζόμενος πολίτης έχει και άλλη διέξοδο από την παραίτηση και την υποταγή στην μιζέρια και στην μεμψιμοιρία.
Υπάρχει ελπίδα αλλαγής, γιατί υπάρχει μια ολοκληρωμένη εναλλακτική πρόταση για έναν Σύγχρονο και Υγιή Συνδικαλισμό, με όρους Ενότητας, Ανανέωσης και Συνεργασίας.
1) Υγιής Συνδικαλισμός σημαίνει με τον ίδιο τρόπο που στέκετε κάποιος απέναντι σε κάθε πολιτική, από όπου κ αν προέρχεται, η οποία υποβαθμίζει έναν κλάδο, με τον ίδιο τρόπο και να στηρίζει κάθε πρωτοβουλία, ανεξαρτήτως κομματικής προέλευσης και πολιτικών προτιμήσεων, που δημιουργεί όρους και προϋποθέσεις για τη βελτίωση της κοινής καθημερινότητας των εργαζομένων, την αναβάθμιση της θέσης και του ρόλου του υπαλλήλου.
2) Ο Υγιής Συνδικαλισμός αποστρέφεται τις προσωπικές επιθέσεις και τους προσωπικούς χαρακτηρισμούς, γιατί πρεσβεύει μια νέα αισθητική, ένα καινούργιο συνδικαλιστικό ήθος και έναν πολιτικό πολιτισμό, μακριά από την πόλωση και την τοξικότητα.
3) Ο Σύγχρονος Συνδικαλισμός ενώνει δυνάμεις, συνθέτει ιδέες και απόψεις, με λόγο θετικό και επιχειρήματα, με προτάσεις επεξεργασμένες και εφαρμόσιμες, όχι με συνθήματα και καταγγελτικές ανακοινώσεις, πέρα και πάνω από κομματικές και παραταξιακές «ταμπέλες» και επίπλαστους διαχωρισμούς περί «Δεξιάς και Αριστεράς», με εκπροσώπους που με αξιοπιστία και δυνατότητα πρόσβασης στα κέντρα λήψης αποφάσεων θέλουν και μπορούν να προωθήσουν τα αιτήματα του κλάδου των εργαζομένων.
Στο χώρο της Δικαιοσύνης, η δημιουργία για πρώτη φορά Εθνικής Σχολής Δικαστικών Υπαλλήλων αποτελεί μια μεγάλη τομή, μια σημαντική θεσμική εξέλιξη που έρχεται (μεταξύ άλλων) να επιβεβαιώσει στην πράξη πως οι δικαστικοί υπάλληλοι αποτελούν ξεχωριστή κατηγορία κρατικών υπαλλήλων με ιδιαίτερη συνταγματική κατοχύρωση και έναν από τους πιο σημαντικούς παράγοντες της ελληνικής Δικαιοσύνης. Η ξεχωριστή και ειδική θέση του δικαστικού υπαλλήλου στο ελληνικό δικαιικό σύστημα προσδιορίζεται και διασφαλίζεται μέσα από ένα πλήθος νομοθετημάτων, πρωτίστως δε από την κορωνίδα της Δημοκρατίας, το Σύνταγμα της
Ελλάδος. Ο δικαστικός υπάλληλος είναι αρωγός και φυσικός συνεργάτης των δικαστικών λειτουργών, συμβάλλει στη λειτουργία του δικαστικού συστήματος, αποτελώντας με τα υπόλοιπα νομικά επαγγέλματα εχέγγυο αυτού.
Φυσικά, η δημιουργία της Σχολής από μόνη της δεν έρχεται να λύσει διά μαγείας και μονομιάς όλα τα χρόνια και συσσωρευμένα προβλήματα του κλάδου. Δημιουργούνται, ωστόσο, όροι και προϋποθέσεις, καθώς και ευκαιρίες για την αναβάθμιση της θέσης και του ρόλου του δικαστικού υπαλλήλου: από την οικονομική/μισθολογική αναβάθμιση (διεκδίκηση Ειδικού μισθολογίου και επιστροφή των επιδομάτων εορτών και αδείας), την αντιμετώπιση της υποστελέχωσης (καθώς δημιουργείται πλέον, μέσω της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Υπαλλήλων, μια μόνιμη και σταθερή, σε ετήσια βάση, διαδικασία ταχύτερης πρόσληψης προσωπικού, υπό την επίβλεψη μάλιστα της Εθνικής Σχολής Δικαστικών Λειτουργών), μέχρι την εκπαίδευση και την κατάρτιση, την επιμόρφωση και την επιστημονική εξωστρέφεια, τόσο των νεοπροσληφθέντων όσο και των ήδη υπηρετούντων δικαστικών υπαλλήλων. Εξελίξεις που έρχονται να διασφαλίσουν ότι το ελληνικό σύστημα Δικαιοσύνης θα διαθέτει επαρκή αριθμό καταρτισμένων και αποτελεσματικών δικαστικών υπαλλήλων.
Ολα τα παραπάνω, όμως, προϋποθέτουν και μια νέα λειτουργία του συνδικαλισμού στον ευαίσθητο και πολύπαθο χώρο της Δικαιοσύνης, με όρους ενότητας, ανανέωσης και συνεργασίας. ΕΝΟΤΗΤΑ πέρα και πάνω από κομματικές και παραταξιακές «ταμπέλες» και επίπλαστους διαχωρισμούς περί Δεξιάς και Αριστεράς, για να γυρίσουμε οριστικά σελίδα στις παθογένειες του παρελθόντος, σε όλα εκείνα που μας πλήγωσαν και μας κράτησαν χρόνια πίσω: μικροκομματικά παιχνίδια και προσωπικοί παραγοντισμοί, ιδεολογικές εμμονές και μια μόνιμη, σχεδόν μονότονη, άρνηση απέναντι σε κάθε τι καινούργιο. ΑΝΑΝΕΩΣΗ σε πρόσωπα και ιδέες. Για μια νέα αισθητική, ένα καινούργιο συνδικαλιστικό ήθος και έναν πολιτικό πολιτισμό, μακριά από την πόλωση και την τοξικότητα. ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ ενώνοντας δυνάμεις, συνθέτοντας ιδέες και απόψεις. Με λόγο θετικό και
επιχειρήματα, όχι συνθήματα, καταγγελτικές ανακοινώσεις και πρακτικές επαναστατικής γυμναστικής, με προτάσεις επεξεργασμένες και εφαρμόσιμες, με εκπροσώπους που με αξιοπιστία και δυνατότητα πρόσβασης στα κέντρα λήψης αποφάσεων μπορούν να συμβάλουν στη βελτίωση της καθημερινότητας και στην
αναβάθμιση της θέσης και του ρόλου του δικαστικού υπαλλήλου.
Ο κόσμος προχωρά και η ζωή εξελίσσεται. Για αυτό και αν κάτι τελικά χρειαζόμαστε περισσότερο από οτιδήποτε άλλο στην Ελλάδα, και ειδικότερα στο χώρο της Δικαιοσύνης, είναι μια επανάσταση της κοινής λογικής. Ο κλάδος αποζητά ΑΝΑΝΕΩΣΗ και ΣΥΝΕΡΓΑΣΙΑ. Να Ενώσουμε δυνάμεις βάζοντας πάνω από όλα
τον Συνάδελφο. Αυτός είναι και ο δρόμους που καλούμαστε να βαδίσουμε ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ οι δικαστικοί υπάλληλοι της χώρας.
Χρήστος Μπαξεβάνης
Διδάκτωρ Νομικής ΑΠΘ – Διεθνολόγος
Πρ. Αναπλ. Γενικός Γραμματέας του Συλλόγου Δικαστικών Υπαλλήλων Θεσσαλονίκης