Οι επιστήμονες που προσπαθούν να χαρτογραφήσουν την ικανότητα μνήμης, υποστηρίζουν πως οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν λάθη μετά από μόλις λίγα δευτερόλεπτα – φαινόμενο που αποκαλούν «ψευδαισθήσεις βραχυπρόθεσμης μνήμης» ( short-term memory illusions)
Από τον επεισοδιακό μήνα του μέλιτος έως τη γέννηση ενός παιδιού, οι άνθρωποι έχουν την τάση να θυμούνται με κενά τις αναμνήσεις στο βαθύ παρελθόν τους. Ωστόσο, τώρα ερευνητές υποστηρίζουν πως και οι πρόσφατες μνήμες μπορεί να είναι εσφαλμένες.
Οι επιστήμονες που προσπαθούν να χαρτογραφήσουν την ικανότητα μνήμης, υποστηρίζουν πως οι άνθρωποι μπορούν να κάνουν λάθη μετά από μόλις λίγα δευτερόλεπτα – φαινόμενο που αποκαλούν «ψευδαισθήσεις βραχυπρόθεσμης μνήμης» ( short-term memory illusions).
«Ακόμη και στο πιο βραχύβιο διάστημα, η μνήμη μας ενδέχεται να μην είναι πλήρως αξιόπιστη» εξηγεί η δρ. Μάρτε Ότεν, εκ των επικεφαλής της έρευνας του πανεπιστήμιου του Άμστερνταμ που δημοσιεύτηκε στην επιστημονική επιθεώρηση Plos One.
«Ιδίως όταν έχουμε μεγάλες προσδοκίες για το πώς θα έπρεπε να είναι ο κόσμος, όταν η μνήμη μας αρχίζει να εξασθενεί κάπως -ακόμη και μετά από ενάμισι, δύο, τρία δευτερόλεπτα- τότε αρχίζουμε να καλύπτουμε τα κενά βάσει των προσδοκιών μας» σημειώνει η ίδια.
Τα τέσσερα πειράματα
Όπως σημειώνουν στη δημοσίευσή τους η Ότεν και οι συνάδελφοί της, προγενέστερη έρευνα έχει καταδείξει πως όταν στους ανθρώπους παρουσιάζεται ένα περιστρεφόμενο ή αντικατοπτριζόμενο γράμμα, συχνά αναφέρουν πως το βλέπουν στο σωστό προσανατολισμό του.
Παρότι αρχικά εικαζόταν από τους επιστήμονες πως οι συμμετέχοντες έβλεπαν λάθος το σχήμα, η Ότεν και η ομάδας της διατηρούσαν αμφιβολίες.
«Θεωρούσαμε πως ήταν πιο πιθανό να πρόκειται για φαινόμενο μνήμης. Δηλαδή, παρότι οι συμμετέχοντες το είχαν δει σωστά, μόλις το απομνημόνευσαν, άρχισε το πράγμα να πηγαίνει στραβά» λέει η Ότεν.
Για να το μελετήσουν περαιτέρω, οι ερευνητές έκαναν συνολικά τέσσερα πειράματα.
Στο πρώτο από αυτά, οι συμμετέχοντες υποβλήθηκαν σε τεστ ώστε να διασφαλιστεί πως ήταν σε θέση να διεκπεραιώσουν βασικές εργασίες οπτικής μνήμης, προτού τους παρουσιαστεί ένας κύκλος με έξι ή οκτώ γράμματα, εκ των οποίων το ένα ή δύο από αυτά ήταν κατοπτρικά.
Μετά από μερικά δευτερόλεπτα, στους συμμετέχοντες παρουσιαζόταν ένας δεύτερος κύκλος γραμμάτων, τον οποίο είχαν εντολή να αγνοήσουν – σε μια προσπάθεια να τους αποσπάσουν την προσοχή. Έπειτα, τους ζητήθηκε να επιλέξουν, από μια σειρά επιλογών, ένα σχήμα που βρισκόταν σε συγκεκριμένη θέση στον πρώτο κύκλο, ώστε να αξιολογήσουν την αξιοπιστία τους.
Τα αποτελέσματα από τους 23 συμμετέχοντες -που συχνά δήλωναν μεγάλη βεβαιότητα για τις απαντήσεις τους- αποκάλυψαν πως το πιο κοινό λάθος ήταν η επιλογή της κατοπτρικής μορφής του γράμματος. Παρόλα αυτά, αυτό ήταν συνηθέστερο όταν το ίδιο το γράμμα-στόχος, ήταν πράγματι κατοπτρισμός. Οι συμμετέχοντες δήλωσαν σε ποσοστό 37% πως είχαν δει ένα πραγματικό γράμμα όταν στην πραγματικότητα τούς είχε επιδειχθεί ένα κατοπτρικό – και σε ποσοστό 11% το αντίστροφο.
Σύμφωνα με την ερευνητική ομάδα, η στρέβλωση αυτή υποδεικνύει πως τα λάθη οφείλονταν στη γνώση του αλφαβήτου από τους συμμετέχοντες και συνεπώς στις προσδοκίες τους – κι όχι απλώς στις ομοιότητες στην εμφάνιση των σχημάτων.
Ο αριθμός δε, των λαθών αυξανόταν όσο χρόνος καθυστέρησης ή ο βαθμός απόσπασης της προσοχής στο πείραμα, αλλά μόνο στις περιπτώσεις που το ζητούμενο σχήμα ήταν ένα κατοπτρικό κι όχι πραγματικό γράμμα.
Τα επιστημονικά αυτά ευρήματα επιβεβαιώθηκαν από τα αποτελέσματα τριών ακόμη ανάλογων πειραμάτων, με τη συμμετοχή συνολικά 348 συμμετεχόντων.