Η πρόσφατη αναθέρμανση των σχέσεων μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της Μεγάλης Βρετανίας στον τομέα της αμυντικής πολιτικής σηματοδοτεί μια ιστορική στροφή για τη Γηραιά Ήπειρο. Η εκλογή του Ντόναλντ Τραμπ στην Προεδρία των ΗΠΑ και η διαφαινόμενη απόσυρση της Ουάσιγκτον από τον παραδοσιακό της ρόλο ως εγγυήτριας της ευρωπαϊκής ασφάλειας έχουν καταστήσει επιτακτική την ανάγκη για μια πιο αυτόνομη αμυντική στρατηγική της Ευρώπης.
Η στροφή του Λονδίνου
Παρά το Brexit και την περίοδο ψυχρότητας που ακολούθησε, η Μεγάλη Βρετανία φαίνεται έτοιμη να αναλάβει εκ νέου ηγετικό ρόλο στο ευρωπαϊκό αμυντικό οικοδόμημα. Ο Βρετανός Πρωθυπουργός, Κρις Στάρμερ, διαμήνυσε την πρόθεση της χώρας του να συμμετάσχει ενεργά στην ευρωπαϊκή αμυντική αρχιτεκτονική, δηλώνοντας χαρακτηριστικά πως «η ασφάλεια της Ουκρανίας είναι και εθνική ασφάλεια της Μεγάλης Βρετανίας».
Αυτό το νέο πλαίσιο συνεργασίας μεταξύ Λονδίνου και Βρυξελλών αποκτά πρακτική υπόσταση με την ανακοίνωση ότι το Ηνωμένο Βασίλειο είναι διατεθειμένο να αποστείλει ειρηνευτικές δυνάμεις στην Ουκρανία, ενώ παράλληλα εξετάζεται η αποστολή εξοπλισμού και συμβούλων στρατηγικής εκπαίδευσης στις ουκρανικές ένοπλες δυνάμεις.
Ο Ρόλος της ΕΕ και οι στρατηγικές προκλήσεις
Η Ευρωπαϊκή Ένωση, από την πλευρά της, έχει ήδη καταρτίσει ένα σχέδιο στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία, ύψους 6 δισ. ευρώ, το οποίο περιλαμβάνει την αποστολή αμυντικού εξοπλισμού και την ενίσχυση των ουκρανικών δυνάμεων. Σε αυτό το πλαίσιο, η Μεγάλη Βρετανία εμφανίζεται ως αναπόσπαστο μέρος αυτής της στρατηγικής, γεφυρώνοντας το χάσμα που είχε δημιουργηθεί μετά την αποχώρησή της από την ΕΕ.
Ωστόσο, η πρακτική εφαρμογή αυτής της συνεργασίας δεν είναι απαλλαγμένη προκλήσεων. Ο ίδιος ο Βρετανός Υπουργός Άμυνας, Τζον Χίλι, έχει παραδεχθεί πως ο βρετανικός στρατός αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα επάνδρωσης και υλικοτεχνικής υποδομής, γεγονός που μπορεί να περιορίσει τις δυνατότητές του. Παράλληλα, η στενή διασύνδεση της Μεγάλης Βρετανίας με το ΝΑΤΟ δημιουργεί ερωτήματα σχετικά με το εάν η ευρωπαϊκή αμυντική στρατηγική μπορεί να αναπτυχθεί χωρίς την άμεση συμμετοχή των ΗΠΑ.
Η Προοπτική της Ευρωπαϊκής αμυντικής αυτονομίας
Το νέο αυτό εγχείρημα ανοίγει τον δρόμο για μια πιο αυτόνομη ευρωπαϊκή άμυνα, ενισχύοντας την ιδέα ενός ευρωπαϊκού στρατιωτικού βραχίονα που θα μπορεί να λειτουργεί συμπληρωματικά με το ΝΑΤΟ, αλλά και ανεξάρτητα, όταν αυτό απαιτείται. Παρίσι και Λονδίνο εξετάζουν ήδη τρόπους ενίσχυσης της συνεργασίας τους σε θέματα στρατιωτικών αποστολών, αποφεύγοντας όμως την άμεση εμπλοκή σε ζώνες σύγκρουσης.
Μια πρώτη δοκιμή αυτής της νέας αμυντικής προσέγγισης αποτελεί η Νατοϊκή άσκηση «Steadfast Dart 2025», η οποία έδειξε ότι το Ηνωμένο Βασίλειο μπορεί να κινητοποιήσει σημαντικές στρατιωτικές δυνάμεις σε ευρωπαϊκό έδαφος μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα.
Η αναδυόμενη συνεργασία μεταξύ της ΕΕ και της Μεγάλης Βρετανίας στον αμυντικό τομέα μπορεί να αλλάξει τα δεδομένα της ευρωπαϊκής ασφάλειας. Η σταδιακή αποδέσμευση των ΗΠΑ από τις ευρωπαϊκές υποθέσεις καθιστά αναγκαία την αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων, με το Ηνωμένο Βασίλειο να επανατοποθετείται ως κρίσιμος εταίρος της ΕΕ. Παρότι η αμυντική αυτονομία της Ευρώπης εξακολουθεί να είναι ένα ζητούμενο, οι τελευταίες εξελίξεις αποδεικνύουν ότι μια νέα σελίδα γράφεται στην ιστορία της ευρωπαϊκής ασφάλειας.