Γράφει ο Δρ. Ανδρέας Γ.Μπανούτσος,
Ιδρυτής & Πρόεδρος Δ.Σ. ΚΕΔΙΣΑ
Την τελευταία δεκαετία η Τουρκία υπό την ηγεσία του «σουλτάνου» Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν έχει εργαλειοποιήσει την Οθωμανική της κληρονομιά καθώς και τους πολιτιστικούς, ιστορικούς και θρησκευτικούς δεσμούς της με την περιοχή των Βαλκανίων και έχει καταφέρει να επεκτείνει σε σημαντικό βαθμό την κακόβουλη επιρροή της στη Χερσόνησο του Αίμου. Εμπνευστής αυτής της πολιτικής ήταν ο πρώην Πρωθυπουργός και Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου, ο οποίος στο βιβλίο του «Το Στρατηγικό Βάθος» ανέπτυξε την σημασία που έχουν τα Βαλκάνια για την εφαρμογή της Νέο-Οθωμανικής ιδεολογίας.
Μέσα στα πλαίσια αυτής της στρατηγικής τέσσερις χώρες έχουν μεγάλη σημασία για την Τουρκία: Αλβανία, Βοσνία, Βόρεια Μακεδονία και Σερβία. Τα μεγαλύτερο όπλα του Ερντογάν για την επέκταση της κακόβουλης επιρροής της Τουρκίας στα Βαλκάνια είναι η πολιτιστική, οικονομική και θρησκευτική διπλωματία. Ιδιαίτερα μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα του 2016 η Τουρκική πολιτική στα Βαλκάνια πέρα από την οικονομική, θρησκευτική και πολιτιστική διείσδυση είχε ως στόχο την εξουδετέρωση της επιρροής της οργάνωσης FETO του Ιμάμη Φετουλάχ Γκιουλέν ασκώντας πίεση στα προαναφερθέντα Βαλκανικά κράτη να εκδώσουν τα μέλη του Δικτύου Γκιουλέν στην Τουρκία.
Κύριος βραχίονας της επέκτασης της επιρροής της Τουρκίας στα Βαλκάνια είναι η υπηρεσία ΤΙΚΑ (Τουρκική Υπηρεσία Συνεργασίας και Συντονισμού)
η οποία ιδρύθηκε το 1991 με στόχο την αναθέρμανση των σχέσεων της Τουρκίας με πρώην Σοβιετικές Δημοκρατίες στις οποίες η Τουρκική γλώσσα και κουλτούρα ήταν κυρίαρχες. Σήμερα η ΤΙΚΑ συντονίζει επενδυτικά και αναπτυξιακά προγράμματα σε περισσότερες από 150 χώρες παγκοσμίως. Πέρα από την ΤΙΚΑ ενεργό ρόλο στις επιχειρήσεις επιρροής της Τουρκίας στα Βαλκάνια παίζουν το Ίδρυμα Yunus Emre (αντίστοιχος φορέας με το Βρετανικό Συμβούλιο ή το Ινστιτούτο Θερβάντες) και η DIYANET (Προεδρία Θρησκευτικών Υποθέσεων- Diyanet İşleri Başkanlığı). Οι προαναφερθέντες οργανισμοί είναι εξόχως δραστήριοι και στις τέσσερις Βαλκανικές χώρες (Αλβανία, Βοσνία, Βόρεια Μακεδονία και Σερβία) που η Τουρκία θεωρεί ως στρατηγικές για την ενίσχυση και επέκταση της επιρροής της στην περιοχή των Βαλκανίων.
Στη Σερβία η πολιτική του Προέδρου Αλεξάνταρ Βούτσιτς για ενίσχυση των σχέσεων με την Τουρκία έχει καταστήσει τη χώρα υπ’αριθμόν 1 παραλήπτη Τουρκικών επενδύσεων στα Βαλκάνια για το 2019.
Οι σχέσεις των δύο χωρών είναι πολύ στενές και στον τομέα της Άμυνας και Ασφάλειας με την Σερβία να εκδηλώνει ενδιαφέρον για αγορά Τουρκικής κατασκευής συστημάτων ασφαλείας. Η Τουρκία επιδιώκει να παίξει και το ρόλο του μεσολαβητή στην ιστορική διένεξη Σερβίας-Κοσόβου καθώς διατηρεί στενές σχέσεις και με το Κόσοβο ενώ σύμφωνα με το Τουρκικό Υπουργείο Εξωτερικών η Τουρκία είναι ο μεγαλύτερος επενδυτής στη χώρα μετά την ΕΕ με επενδύσεις ύψους 350 εκατ. ευρώ. Οι Τουρκικές επενδύσεις επικεντρώνονται στους στρατηγικούς τομείς των τραπεζών και των ορυχείων. Πέρα από την καθαρά οικονομική διείσδυση η Τουρκία έχει επενδύσει μέσω της ΤΙΚΑ σημαντικά κεφάλαια για τη διατήρηση της Οθωμανικής κληρονομιάς στο Κόσοβο.
Η Τουρκική επιρροή είναι πολύ σημαντική επίσης και στη Βοσνία με το κυβερνών κόμμα ΑΚΡ και προσωπικά τον Πρόεδρο Ερντογάν να στηρίζει τον ηγέτη του Μουσουλμανικού κόμματος Δημοκρατικής Δράσης Μπακίρ Ιζετμπέγκοβιτς υιό του πρώην Προέδρου της χώρας Αλία Ιζετμπέγκοβιτς. Η Τουρκική επιρροή στη Βοσνία δεν εξαντλείται στην πολιτική στήριξη του Ιζετμπέγκοβιτς αλλά επεκτείνεται και στην οικονομία της χώρας με τα κεφάλαια της ΤΙΚΑ να κατευθύνονται στον αγροτικό και τραπεζικό τομέα και στον εκσυγχρονισμό των υποδομών.
Η Τουρκία τα τελευταία χρόνια έχει αυξήσει σημαντικά την επιρροή της και στην Αλβανία ο πρωθυπουργός της οποίας Έντι Ράμα είναι προσωπικός φίλος του Ερντογάν.
Η Τουρκία ήταν μία από τις πρώτες χώρες που απέστειλαν ανθρωπιστική και οικονομική βοήθεια στην Αλβανία μετά τον καταστροφικό σεισμό του Νοεμβρίου του 2019 και η κίνηση αυτή εκτιμήθηκε δεόντως από την Αλβανική πολιτική ηγεσία. Οι επενδύσεις της Τουρκίας στην Αλβανία ξεπερνούν τα 3 δις ευρώ και επεκτείνονται σε όλους του τομείς της οικονομίας (υποδομές, ενέργεια, τηλεπικοινωνίες, βιομηχανία χάλυβα), ενώ η DIYANET έχει χρηματοδοτήσει την κατασκευή ενός μεγάλου Τεμένους στα Τίρανα. Τέλος η Τουρκία έχει επενδύσει μέσω της ΤΙΚΑ κεφάλαια ύψους 100 εκατ. ευρώ στη Βόρεια Μακεδονία. Η χρηματοδότηση αυτή αφορούσε κυρίως τον αγροτικό και εκπαιδευτικό τομέα, σημαντικές όμως επενδύσεις πραγματοποιήθηκαν και στον τομέα των υποδομών με Τουρκικές εταιρείες να έχουν αναλάβει τη διαχείριση των αεροδρομίων των Σκοπίων και της Οχρίδας.
Οι συστηματικές προσπάθειες της Τουρκίας να ενισχύσει την επιρροή της στα Βαλκάνια θα έπρεπε να προβληματίσει τόσο την Ελλάδα όσο και την ΕΕ. Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα πρέπει ίσως να επανεξετάσουν τη διαδικασία διεύρυνσης της ΕΕ με τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων και αυτό γιατί δεν θα ήταν προς το μακροπρόθεσμο συμφέρον της Ένωσης η ένταξη κρατών που έχουν τόσο στενές σχέσεις με μία αναθεωρητική δύναμη όπως η Τουρκία που επιδιώκει να ανασυστήσει δια της πλαγίας οδού την πάλαι ποτέ Οθωμανική κυριαρχία στην περιοχή των Βαλκανίων.
Η Ελλάδα περισσότερο ίσως από οποιαδήποτε άλλη χώρα στην ΕΕ έχει κάθε λόγο να αποτρέψει να αποκτήσει η Τουρκία κράτη «Δορυφόρους» και «Δούρειους Ίππους» μέσα στους κόλπους της Ένωσης.