Συνέντευξη της Ομοτίμου Καθηγήτριας Ιστορίας του ΕΚΠΑ Μαρίας Ευθυμίου στον Γιώργο Σύρο, συγγραφέα και μέλος Δ.Σ. της Φιλαρχαίου Εταιρείας Αλμυρού ΟΘΡΥΣ
Κ. Ευθυμίου, η προσφορά σας στην ακαδημαϊκή και κατ΄ επέκταση στην εκπαιδευτική κοινότητα είναι γεγονός αναμφίλεκτο. Θεωρείστε ένας απ΄ τους κατεξοχήν ακαδημαϊκούς που έχουν βαθιά, ουσιαστική γνώση του αντικειμένου τους, μα πάνω απ΄ όλα σας διακρίνει το πάθος και η αγάπη σας γι’ αυτό, κάτι το οποίο είναι πρόδηλο στις διαλέξεις και στα μαθήματα που παραδίδετε.
Γ.Σ.: Υφίσταται πράγματι το λεγόμενο τρισχιλιετές σχήμα της αδιάκοπης ελληνικής ιστορικής συνέχειας;
Μ.Ε.: Δεν τίθεται συζήτηση επ΄ αυτού. Από τους Μυκηναίους (τουλάχιστον. Ίσως και ενωρίτερα) μέχρι σήμερα μιλάμε την ίδια γλώσσα. Μάλιστα, όχι μόνον την μιλάμε, αλλά και την γράφουμε αδιαλείπτως. Δύο μόνον λαοί στον κόσμο έχουν αυτήν την συνέχεια: οι Κινέζοι και εμείς. Επομένως δεν υπάρχει ερώτημα επ’ αυτού. Η ελληνική συνέχεια στον χρόνο είναι αναμφίβολη.
Γ.Σ.: Λέτε λοιπόν ότι η γλώσσα είναι ο κυριότερος συντελεστής θεμελιώσεως της πολιτιστικής συνέχειας…
Μ. Ε.: Σαφώς. Η γλώσσα έχει τεράστια σημασία. Για τον Ελληνισμό είναι το κυριότερο πολιτιστικό του στοιχείο. Στην διάρκεια βέβαια του χρόνου, ενσωματώθηκαν – και αναμενόμενο είναι – στον κορμό του Ελληνισμού και ομάδες αλλοεθνών, οι οποίες ωστόσο εξελληνίσθηκαν πολιτισμικά τόσο, ώστε έχουν γίνει οι θερμότεροι Έλληνες. Ακόμη και σε αυτό ο Ελληνισμός ήταν εξαιρετικά επιτυχημένος, μια και έχει να επιδείξει τόσο μεγάλη αφομοιωτική δύναμη.
Γ.Σ.: Έθνος είναι έννοια αποκλειστικώς νεωτερική, όπως διατείνονται κάποιοι κύκλοι;
Μ. Ε.: Ο όρος «έθνος», «έθνη» χρησιμοποιείται από την αρχαιότητα για άτομα που είχαν συνείδηση ότι ανήκαν σε ξεχωριστή ανθρώπινη ομάδα. Ωστόσο, το να δημιουργήσει κάθε έθνος το δικό του ανεξάρτητο εθνικό κράτος είναι κατάκτηση κυρίως του 19ου αιώνα. Εθνικές ταυτότητες, ωστόσο, υπήρχαν πάντα.
Γ.Σ.: Συνεπώς το έθνος προκύπτει από την τάση συνομαδώσεως των ανθρώπων;
Μ. Ε.: Εκ των πραγμάτων προκύπτει από ανθρώπους που ζουν επί μακρόν, σε κοινό περιβάλλον, διαμορφώνοντας κοινά πολιτιστικά χαρακτηριστικά. Αυτή η διαδικασία δεν αφορά βέβαια μόνον τους Έλληνες. Είναι η πορεία σχεδόν κάθε έθνους.
Γ.Σ.: Ας εστιάσουμε λίγο στα ελληνιστικά έτη, η περίοδος των οποίων δεν είναι ευρέως γνωστή. Ωστόσο η επιρροή του ελληνικού πολιτισμού ήταν πρόδηλη…
Μ. Ε.: Μετά τον θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου και την δημιουργία των ελληνιστικών βασιλείων, ο ελληνικός πολιτισμός -και ειδικά η ελληνική γλώσσα- κυριολεκτικώς εκτινάχθηκε. Η ελληνική, γενόμενη γλώσσα διοίκησης, διαδόθηκε ακόμη περισσότερο σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο. Ωστόσο, αν και αυτές οι περιοχές, μετέπειτα, κατακτήθηκαν από τους Ρωμαίους – οι οποίοι είχαν και αυτοί να επιδείξουν ισχυρά πολιτιστικά επιτεύγματα – η ελληνική γλώσσα είχε, από αιώνες ήδη, αποκτήσει τόσο γερές βάσεις που δεν απομακρύνθηκε από το βάθρο της. Συνέχισε να είναι στην κορυφή πάντα, ως γλώσσα παιδείας, επιστήμης, επικοινωνίας, οικονομικών δράσεων. Αυτό δείχνει και την δύναμή της ως πολιτιστικό στοιχείο.
Γ. Σ.: Ωστόσο ο ιστορικός Wilcken χρεώνει μια κάποια «εθνική» κατάπτωση στα ελληνιστικά χρόνια, λόγω του κοσμοπολιτισμού…
Μ. Ε.: Εκ των πραγμάτων, αυτή η τεράστια υπερεθνική πολιτιστική δομή αναγκαστικά συρρικνώθηκε σε βάθος χρόνου. Δεν μπορεί όμως κάποιος να ψέξει αυτό το «άνοιγμα». Έχουμε να κάνουμε με την φυσική ροή των πραγμάτων, με την εξέλιξη. Ωστόσο ο Ελληνισμός απέδειξε πόσο ισχυρό πολιτιστικό εκτόπισμα είχε. Ακόμα και αν, από μια στιγμή και μετά, δεν υπήρχε διοικητική ελληνική παρουσία, υπήρχε πάντα η πάγια πολιτιστική. Για αιώνες. Αυτό είναι τεράστιο κέρδος.
Γ.Σ.: Πάμε σε ένα ζήτημα που ταλανίζει ακόμη τον ιστορικό χώρο. «Βυζάντιο», «Ρωμανία», Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία». Τι ήταν επιτέλους αυτή η χιλιετής αυτοκρατορία;
Μ. Ε.: Ο όρος «Βυζάντιο»/ «Βυζαντινή Αυτοκρατορία» έχει κατοχυρωθεί παγκοσμίως. Προέκυψε από δυτικοευρωπαίους ιστορικούς που ήθελαν να περιγράψουν αυτό το οποίο συνέβη στην Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία όταν αυτή, μετά τον 8ον αιώνα, έχει πλήρως εξελληνισθεί όχι μόνον στην μόρφωση αλλά και στην διοίκηση. Η Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία ποτέ δεν αφομοίωσε σε ευρεία κλίμακα την λατινική γλώσσα ως γλώσσα καθημερινότητας. Αντιθέτως η ελληνική γλώσσα ήταν, επί περισσότερα από χίλια χρόνια, η γλώσσα της μόρφωσης, των τεχνών, της επιστήμης, της επικοινωνίας, τού εμπορίου. Η ελληνική γλώσσα ήταν, δηλαδή, για την Ανατολική Μεσόγειο και τον Εύξεινο Πόντο, για περίπου χίλια χρόνια, ό,τι είναι περίπου σήμερα τα αγγλικά για τον κόσμο.