Σοβαρές παρενέργειες στο οικονομικό κλίμα, κυρίως στις βιομηχανίας και τους καταναλωτές, αρχίζει να προκαλεί η ενεργειακή κρίση στην Ευρώπη, που έχει οδηγήσει σε τιμές ρεκόρ το κόστος του ρεύματος και του φυσικού αερίου, προκαλώντας μεγάλες επιβαρύνσεις που επηρεάζουν ήδη το κλίμα και θα επιβραδύνουν την αναπτυξιακή δυναμική της οικονομίας.
Το ρεύμα είναι από τα βασικότερα στοιχεία κόστους στη βιομηχανική παραγωγή και, ιδιαίτερα στην Ελλάδα, αποτελεί μόνιμο «πονοκέφαλο» των επιχειρήσεων, καθώς οι τιμές είναι συστηματικά υψηλότερες από τις αντίστοιχες στην Ευρώπη, ενώ η κατάσταση έχει ξεφύγει από τον έλεγχο το τελευταίο διάστημα, όπου οι χονδρικές του ρεύματος στην Ευρώπη και στην εγχώρια αγορά βρίσκονται σε ιστορικά υψηλά.
Οι καταναλωτές βρίσκονται επίσης στην πρώτη γραμμή της επιβάρυνσης από το αυξημένο κόστος του ρεύματος και ήδη οι περισσότεροι διαπίστωσαν στους λογαριασμούς του Σεπτεμβρίου τις μεγάλες αυξήσεις που προκάλεσε η αύξηση της χονδρικής τιμής που άρχισε από τον Μάιο. Η εισοδηματική «αφαίμαξη» από το ρεύμα θα εξασθενήσει τους επόμενους μήνες την αύξηση της καταναλωτικής δαπάνης, που αποτελεί βασική συνιστώσα της ανάκαμψης.
Το Ίδρυμα Οικονομικών και Βιομηχανικών Ερευνών, δημοσιοποιώντας χθες τα νέα στοιχεία για τους δείκτες εμπιστοσύνης, που εμφανίζουν σαφή επιδείνωση, σημειώνει ότι «από την ταχύτερη της αναμενόμενης ανάκαμψη της παγκόσμιας οικονομίας, προκαλείται έντονη άνοδος των τιμών των ενεργειακών προϊόντων. Προς το παρόν, οι επιπτώσεις των αυξήσεων είναι εντονότερες στη βιομηχανία και τα νοικοκυριά, όμως όσο οι τιμές παραμένουν υψηλά, τα προβλήματα μπορεί να διευρύνονται στην παραγωγή, στις εφοδιαστικές αλυσίδες και την απασχόληση».
Όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ, σε ό,τι αφορά τη βιομηχανία, ο Δείκτης Επιχειρηματικών Προσδοκιών υποχώρησε αισθητά τον Σεπτέμβριο, στις 106,9 μονάδες (από 112,3 τον Ιούλιο). Το ισοζύγιο προβλέψεων για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες εξασθένησε αισθητά. Το ισοζύγιο στις προβλέψεις για τις μεταβολές των τιμών ενισχύθηκε, στις +31 (από +23) μονάδες, με το 61% (από 73%) των επιχειρήσεων να μην αναμένει μεταβολές τους το προσεχές τρίμηνο και ένα 35% (από 25%) να αναμένει άνοδό τους.
Η αβεβαιότητα για το μέλλον έχει αυξηθεί. Στην έρευνα ζητείται από τις επιχειρήσεις να αξιολογήσουν κατά πόσο η μελλοντική ανάπτυξη της επιχείρησης μπορεί εύκολα να προβλεφθεί. Τον Σεπτέμβριο, το 50% των επιχειρήσεων θεώρησαν ότι η μελλοντική ανάπτυξη μπορεί να προβλεφθεί δύσκολα ή σχετικά δύσκολα, εξέλιξη που αποτελεί επιδείνωση σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (42%).
Σε ό,τι αφορά τους καταναλωτές, καταγράφεται νέα υποχώρηση εμπιστοσύνης, από επιδείνωση προβλέψεων για την οικονομική κατάσταση των νοικοκυριών και της πρόθεσής τους για μείζονες αγορές. Ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης υποχώρησε αισθητά τον Σεπτέμβριο και διαμορφώθηκε στις –38,3 (από –32,9) μονάδες. Οι πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με την υγειονομική κρίση θεωρείται πως αποτέλεσαν τη βασική αιτία της νέας επιδείνωσης. Μια άλλη εξέλιξη που πλέον επηρεάζει τα νοικοκυριά είναι η ταχύρρυθμη άνοδος των τιμών της ενέργειας και άλλων βασικών εμπορευμάτων. Αυτές οι επιδράσεις αναμένεται να διευρυνθούν και θα κλιμακωθούν τους επόμενους μήνες, με σημαντικό αντίκτυπο στις προσδοκίες.
Οι προβλέψεις των καταναλωτών για την οικονομική κατάσταση του νοικοκυριού τους τους προσεχείς 12 μήνες εξασθένησαν σημαντικά τον Σεπτέμβριο, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις -33,4 (από -23,1) μονάδες. Το 48% (από 35%) των νοικοκυριών αναμένει ελαφρά ή αισθητή επιδείνωση της οικονομικής του κατάστασης, ενώ το 8% προβλέπει μικρή βελτίωση.
ΠΗΓΗ : sofokleousin