Η έγκρισή του αμφιλεγόμενου νομοσχεδίου μετατίθεται για μετά το Πάσχα μετά την πρωτόγνωρη πολιτική και κοινωνική αναταραχή που ξέσπασε στη χώρα.
Οδό διαφυγής μέσω της «παύσης» αναζήτησε τελικά χθες ο Πρωθυπουργός του Ισραήλ, Μπενιαμίν Νετανιάχου, προκειμένου να αποκλιμακωθεί το σαρωτικό κύμα αντιδράσεων που προκάλεσε στη χώρα η επιχειρούμενη δικαστική μεταρρύθμιση, τους τελευταίους τρεις μήνες. Σε ένα δραματικό διάγγελμά του χθες, ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός επέλεξε να φρενάρει την αμφιλεγόμενη μεταρρύθμιση, χωρίς να την αποσύρει οριστικά, σε μια προσπάθεια να αποφύγει τα χειρότερα κι ενώ η χώρα του έχει βυθιστεί σε πολιτική και οικονομική αστάθεια από τις αρχές του έτους.
Αναφορικά με το νομοσχέδιο, «θέλοντας να προλάβω μια ρήξη στο έθνος, αποφάσισα να καθυστερήσω την δεύτερη και την τρίτη ανάγνωση, ώστε να επιτύχουμε ευρεία συναίνεση» τόνισε ο Νετανιάχου, γνωστοποιώντας ότι η έγκρισή του μετατίθεται για μετά το Πάσχα, παρά τον αρχικό του σχεδιασμό, που ήθελε την ολοκλήρωση των διαδικασιών πριν την παύση της Κνεσέτ, δηλαδή πριν από τις 2 Απριλίου.
Σύμφωνα με το Axios, o Νετανιάχου επέλεξε την καθυστέρηση της νομοθεσίας, «για να αποφευχθεί ο εμφύλιος πόλεμος», καθώς τις τελευταίες ημέρες αναλυτές έκαναν λόγο για την «μεγαλύτερη κρίση των τελευταίων ετών» στη χώρα. Παρά τις αρχικές εκτιμήσεις της κυβέρνησης, το Ισραήλ γνώρισε μια πρωτόγνωρη πολιτική και κοινωνική αναταραχή, θέτοντας την κοινωνία σε συνθήκες πόλωσης και διχασμού. Στο πλαίσιο αυτό, ο Ισραηλινός Πρωθυπουργός δεσμεύτηκε στο χθεσινό διάγγελμά του πως θα αφήσει χρόνο σε όλα τα εμπλεκόμενα μέρη, αποβλέποντας, ωστόσο, στην «ευρεία συναίνεση» για την υιοθέτησή της.
Το κύμα των σφοδρών αντιδράσεων επέτεινε η απόλυση του υπουργού Άμυνας της χώρας, Γιόαβ Γκάλαντ από τον Νετανιάχου, όταν ο πρώτος ζήτησε να ανασταλεί η επίμαχη νομοθεσία, ενώ την εικόνα παράλυσης ενίσχυσε χθες η γενική απεργία των συνδικάτων, τη στιγμή που έχουν ανασταλεί η λειτουργία του διεθνούς αεροδρομίου του Τελ Αβίβ, των περισσότερων λιμανιών, αλλά και των πανεπιστημίων «μέχρι νεωτέρας». Σημειωτέον ότι στην απεργία μετείχε και η ομάδα εργαζομένων «Histadrut», η οποία αριθμεί περισσότερους από 700.000 εργαζόμενους στην υγεία, τις διαμετακομιστικές υπηρεσίες και τις τράπεζες, εντείνοντας την πίεση προς τον κυβερνητικό συνασπισμό.
Τα πνεύματα καταλάγιασαν μερικώς μετά το διάγγελμα του Ισραηλινού Πρωθυπουργού, ο επικεφαλής της αντιπολίτευσης Yair Λαπίντ εμφανίστηκε ανοιχτός σε συνομιλίες, αλλά, σε κάθε περίπτωση, το προσωπικό κεφάλαιο αξιοπιστίας του Ισραηλινού Πρωθυπουργού έχει σε μεγάλο βαθμό εξαερωθεί, με τους περισσότερους αναλυτές να προεξοφλούν νέο αδιέξοδο στις διαπραγματεύσεις. Την ίδια ώρα, οξείες είναι και οι πολιτικές αντιδράσεις στο εσωτερικό της χώρας, καθώς ο Πρόεδρός της, Ισαάκ Χέρτζογκ προέτρεψε τον Νετανιάχου να διακόψει την αναμόρφωση του δικαστικού συστήματος, προτάσσοντας την ενότητα του έθνους. «Ολόκληρο το έθνος είναι γεμάτο από βαθιά ανησυχία. Η ασφάλειά μας, η οικονομία, η κοινωνία μας – όλα απειλούνται», ανέφερε ο Χέρτζογκ, καταλήγοντας: «Ξυπνήστε τώρα!».
Οι μαζικές κινητοποιήσεις είχαν ακόμα ως αποτέλεσμα να συγκεντρωθούν δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές την περασμένη Κυριακή στους δρόμους σε ολόκληρο το Ισραήλ, με τις διαμαρτυρίες να κορυφώνονται στη διάρκεια της νύχτας. Ορισμένοι διαδηλωτές άναψαν φωτιές στον κεντρικό αυτοκινητόδρομο του Τελ Αβίβ, ενώ άλλοι απέκλεισαν δρόμους σε όλη την επικράτεια, ως αντίδραση και στην απόλυση του Υπουργού Άμυνας. Σημειωτέον ότι στην δικαστική μεταρρύθμιση αντιτίθενται επιχειρηματίες, νομικοί, κρατικοί λειτουργοί, αλλά και στρατιωτικοί, όταν ο Γκάλαντ υπήρξε το πρώτο κυβερνητικό στέλεχος του κόμματος Λικούντ που αντιτάχθηκε στην μεταρρύθμιση, με την αιτιολογία ότι αυτή απειλούσε με αποδυνάμωση τον ισραηλινό στρατό.
Τον προβληματισμό του για την εικόνα χάους που εξέπεμψε το Ισραήλ δεν έκρυψε και ο Λευκός Οίκος, καθώς ο εκπρόσωπος του Εθνικού Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΠΑ, Αντριέν Γουάτσον δήλωσε πως «ανησυχούμε βαθιά για τις σημερινές εξελίξεις έξω από το Ισραήλ, οι οποίες υπογραμμίζουν περαιτέρω την επείγουσα ανάγκη για συμβιβασμό». «Όπως συζήτησε πρόσφατα ο Πρόεδρος με τον Πρωθυπουργό Νετανιάχου, οι δημοκρατικές αξίες ήταν πάντα, και πρέπει να παραμείνουν, χαρακτηριστικό της σχέσης ΗΠΑ-Ισραήλ. Οι δημοκρατικές κοινωνίες ενισχύονται από ελέγχους και ισορροπίες και οι θεμελιώδεις αλλαγές σε ένα δημοκρατικό σύστημα θα πρέπει να επιδιωχθούν με την ευρύτερη δυνατή βάση λαϊκής υποστήριξης» πρόσθεσε, υπογραμμίζοντας ότι «συνεχίζουμε να προτρέπουμε σθεναρά τους Ισραηλινούς ηγέτες να βρουν έναν συμβιβασμό το συντομότερο δυνατό. Πιστεύουμε ότι αυτός είναι ο καλύτερος δρόμος για το Ισραήλ και όλους τους πολίτες του. Η υποστήριξη των ΗΠΑ για την ασφάλεια και τη δημοκρατία του Ισραήλ παραμένει σιδερένια».
Αιχμή των αντιδράσεων αποτελεί η μεταβίβαση εξουσίας από το Ανώτατο Συμβούλιο στον κυβερνητικό συνασπισμό, ο οποίος θα είχε τον τελευταίο λόγο για όλους τους διορισμούς των δικαστικών. Επιπλέον, η δικαστική μεταρρύθμιση θα παρείχε στο κοινοβούλιο την εξουσία να ανατρέπει αποφάσεις του Ανωτάτου Δικαστηρίου (προπύργιο των φιλελεύθερων ιδεών), αλλά και να περιορίζει τη δικαστική αναθεώρηση των νόμων, παρέχοντας υπερεξουσίες στην εκτελεστική εξουσία. Την ίδια ώρα, ο κυβερνητικός αντίλογος θέλει την επιχειρούμενη μεταρρύθμιση να αποκαθιστά την ισορροπία μεταξύ της δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας, φρενάροντας τον παρεμβατικό ρόλο του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Στο ενδιάμεσο, η πρωτοφανής έκταση των επεισοδίων απασχόλησε έντονα και τον διεθνή Τύπο, με το ειδησεογραφικό δίκτυο Bloomberg να επισημαίνει πως «τα δημοκρατικά διαπιστευτήρια του Ισραήλ αντιμετωπίζουν περισσότερες δοκιμασίες», ενώ για «εκτεταμένες αναταραχές» έκανε λόγο το Politico, σχολιάζοντας πως «το πακέτο δικαστικών αλλαγών του Νετανιάχου θα αφαιρούσε ουσιαστικά την ανεξαρτησία του από το Ανώτατο Δικαστήριο του Ισραήλ και θα δυσφημούσε τα δικαστήρια του έθνους, επιτρέποντας στην κυβέρνηση να εγκρίνει νομοθεσία που δεν μπορεί να ελεγχθεί από δικαστές».
Στο τέλος της ημέρας, ο αρκετά δεξιόστροφος συνασπισμός υπό τον Νετανιάχου, αλλά και οι ποινικές διώξεις εναντίον του με την κατηγορία της διαφθοράς ερμηνεύουν κατά κύριο λόγο για την αντιπολίτευση την σπουδή του να εισηγηθεί τη συγκεκριμένη μεταρρύθμιση, οι αντιδράσεις απέναντι στην οποία ήταν εν πολλοίς γνωστές από καιρό και σταθερά κλιμακούμενες. «Είναι μια επίθεση στην ίδια την ψυχή και τη φύση της δημοκρατίας μας» ανέφερε χαρακτηριστικά ο πρώην Πρωθυπουργός της χώρας, Εχούντ Μπάρακ, καλώντας τους Ισραηλινούς σε μαζική ανυπακοή απέναντι στην μεταρρύθμιση.