Αισιόδοξος ότι η επιστροφή, πέρυσι, σε πρωτογενές πλεόνασμα και η σημαντική μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ, δημιουργούν τις συνθήκες για διαρκή αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας από τους οίκους αξιολόγησης- επιταχύνοντας την πλήρη επιστροφή σε επενδυτική βαθμίδα, δηλώνει ο πρόεδρος του Οικονομικού Επιμελητηρίου Ελλάδος Κωνσταντίνος Κόλλιας.
Ωστόσο, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ- ΜΠΕ, ο κ. Κόλλιας δηλώνει ότι δεν είναι «καθόλου εύκολη» η επιστροφή των νέων Ελλήνων από το εξωτερικό στη χώρα και η παραμονή όσων επιθυμούν να φύγουν. Επισημαίνοντας ότι οι άλλες χώρες, σε παγκόσμιο επίπεδο, δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα και τις στρεβλώσεις, που ακόμα διακρίνουν την ελληνική αγορά εργασίας.
Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης έχει ως εξής:
Ερ. Η χρονιά ολοκληρώνεται με την ελληνική οικονομία να συνεχίζει να κινείται αναπτυξιακά, κόντρα στο ρεύμα των ευρωπαϊκών οικονομιών. Πιστεύετε ότι η πορεία αυτή ενισχύει την προσπάθεια για προσέλκυση επενδύσεων;
Απ. Πριν απαντήσω σε αυτό, να σας πω ότι, με βάση τον προϋπολογισμό για το 2024, οι επενδύσεις αποτελούν έναν από τους κύριους λόγους, για τον οποίο η ελληνική οικονομία θα κινηθεί και αυτήν τη χρονιά ανοδικά. Και αυτό, ξέρετε, είναι σημαντικό για δύο λόγους: Τόσο για το θετικό γεγονός της ίδιας της προσέλκυσης επενδύσεων, όσο- και κυρίως- διότι αυτό οδηγεί στην ενίσχυση της κατεύθυνσης δημιουργίας του νέου παραγωγικού μοντέλου. Άλλωστε, να μην ξεχνάμε ότι η τάση αλλαγής του μείγματος οικονομικής ανάπτυξης είναι εμφανής ήδη από τα στοιχεία του πρώτου εξαμήνου της φετινής χρονιάς.
Τώρα, η δουλειά, που έχει γίνει στην οικονομική και τη δημοσιονομική πολιτική ενισχύει σημαντικά την προσπάθεια προσέλκυσης επενδύσεων. Ο λόγος είναι απλός: Το γεγονός ότι επιστρέψαμε σε πρωτογενές πλεόνασμα το 2022, πριν το προβλεπόμενο χρονικό διάστημα, και ότι η σημαντική μείωση του λόγου χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να διατηρηθεί, και την επόμενη χρονιά, οδηγεί σε αλυσιδωτές θετικές εξελίξεις: Καθιστά την Ελληνική Δημοκρατία ακόμα πιο αξιόπιστη εκτός συνόρων. Συνεπώς, δημιουργεί τις συνθήκες για διαρκή αναβάθμιση της πιστοληπτικής μας ικανότητας από τους οίκους αξιολόγησης- επιταχύνοντας την πλήρη επιστροφή σε επενδυτική βαθμίδα. Και αυτό, με τη σειρά του, κάνει ακόμα πιο ελκυστική τη χώρα μας για επενδύσεις.
Ερ. Μιλάτε συχνά για την ανάγκη δημιουργίας κινήτρων τόσο για την επιστροφή νέων Ελλήνων στη χώρα μας, όσο και για την παραμονή όσων ζουν εδώ και ψάχνουν να φύγουν. Πόσο εύκολο είναι αυτό;
Απ. Καθόλου εύκολο. Κι αυτό, γιατί η χώρα μας έχει να αντιμετωπίσει τον παγκόσμιο ανταγωνισμό, αφού- όπως είναι γνωστό- οι επιχειρήσεις και σε άλλες χώρες αντιμετωπίζουν αντίστοιχα προβλήματα στελέχωσης. Με τη διαφορά ότι αυτές δεν αντιμετωπίζουν τα προβλήματα και τις στρεβλώσεις, που ακόμα διακρίνουν την ελληνική αγορά εργασίας. Τα στοιχεία του Δείκτη Παγκόσμιας Ανταγωνιστικότητας Ταλέντου του INSEAD δείχνουν ότι η Ελλάδα είναι στο ν. 39 ανάμεσα σε 134 χώρες και στο ν. 27 στην Ευρώπη. Η ανάλυση αυτών των στοιχείων δείχνει ότι χρειαζόμαστε ακόμα πολλά να λύσουμε.
Μπορεί τα κίνητρα, που έχουν νομοθετηθεί, να είναι ελκυστικά και στη σωστή κατεύθυνση, υπάρχει, όμως, πληθώρα θεμάτων προς επίλυση, όπως οι συνθήκες της αγοράς, και η εικόνα του επιχειρείν και της αγοράς εργασίας, που δημιουργούν αρνητικό συναίσθημα σχετικά με την παροχή δυνατοτήτων για να βρεθεί και να ενισχυθεί το ανθρώπινο δυναμικό. Επίσης, το χάσμα, που καταγράφεται μεταξύ των δαπανών για τα πανεπιστήμια και της επαγγελματικής εκπαίδευσης από τις επιχειρήσεις, και το οποίο δείχνει ότι έχουμε πολλά ακόμα να κάνουμε για να συνδέσουμε ακόμα περισσότερο τα εκπαιδευτικά ιδρύματα με την αγορά εργασίας.
Όλα αυτά, και πολλά άλλα, πρέπει να ενταχθούν μέσα στο πλαίσιο της αλλαγής του παραγωγικού μοντέλου, που ήδη έχει ξεκινήσει. Ώστε εργοδότες και εργαζόμενοι να κατανοήσουν πλήρως και από κοινού την ανάγκη προσαρμογής στα δεδομένα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης και των ραγδαίων αλλαγών, που συντελούνται καθημερινά σε παγκόσμιο επίπεδο.
Ερ. Στις 10 Δεκεμβρίου, διεξάγονται εκλογές στο Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος. Για ποιον λόγο οι οικονομολόγοι να ψηφίσουν;
Απ. Διότι οι φετινές εκλογές στο Οικονομικό Επιμελητήριο Ελλάδος είναι διαφορετικές από όλες τις προηγούμενες. Έχοντας βιώσει, την τελευταία τριετία, πολλαπλές διαταραχές από εξωγενείς παράγοντες, τα μέλη μας έχουν σηκώσει στις πλάτες τους μεγάλο μέρος των κρίσεων, που προέκυψαν. Τόσο οι λογιστές- φοροτεχνικοί, με τις υποχρεώσεις που ανέλαβαν να διεκπεραιώσουν για τους πελάτες τους σε χρόνο- ρεκόρ, όσο και οι οικονομικοί διευθυντές και οι εσωτερικοί ελεγκτές, με τις κρίσιμες αποφάσεις, που κλήθηκαν να λάβουν σε ασφυκτικά και κατεπείγοντα χρονοδιαγράμματα και οι οποίες αφορούσαν την ίδια την υπόσταση της επιχείρησης και τις δουλειές χιλιάδων ανθρώπων. Τα όσα υλοποιήσαμε τούς βοήθησαν σημαντικά σε αυτό το δύσκολο έργο τους.
Για αυτό, και δεδομένου ότι η κανονικότητα δεν έχει επιστρέψει, αλλά και ότι οι διαταραχές και οι αλλαγές είναι διαρκείς και προβλέπονται να συνεχίσουν έτσι, το σύνολο των οικονομολόγων έχει ανάγκη από μια σοβαρή διοίκηση στο ΟΕΕ, που να συνεχίσει να τους εκπροσωπεί αποτελεσματικά και να τους δίνει τα εργαλεία και τα εφόδια να αντιμετωπίζουν ό,τι έκτακτο προκύπτει.
Ερ. Και μπορεί η ΔΗΚΙΟ να διαδραματίσει ξανά αυτόν τον ρόλο;
Απ. Η Δημοκρατική Κίνηση Οικονομολόγων είναι η μόνη παράταξη η οποία έχει αποδείξει ότι αποτελεί τη μοναδική ολοκληρωμένη και τεκμηριωμένη πρόταση για τη διοίκηση του φορέα μας. Με όλα όσα έχουμε κάνει αυτά τα χρόνια, και με όσα σχεδιάζουμε για την επόμενη θητεία μας, εφόσον τα μέλη του ΟΕΕ μας εμπιστευτούν ξανά. Και έχουμε ακόμα περισσότερη όρεξη για δουλειά. Αυτό φαίνεται και στο ψηφοδέλτιό μας, το οποίο συνδυάζει την εμπειρία πολλών υποψηφίων μας, με τη φρεσκάδα και τις νέες ιδέες νέων οικονομολόγων, που διεκδικούν την ψήφο των μελών μας. Το σύνθημά μας είναι ένα και το υποστηρίζουμε διαρκώς στην πράξη: Το ΟΕΕ ακόμα πιο ψηλά!
Συνέντευξη – ΑΠΕ – ΜΠΕ
Πηγή: Αθηναϊκό πρακτορείο ειδήσεων