Η ικανότητα του καφέ να ενισχύει την εγρήγορση αποδίδεται συνήθως στην καφεΐνη, αλλά νέα έρευνα δείχνει ότι μπορεί να υπάρχουν κι άλλοι, πρόσθετοι μηχανισμοί που συμβάλλουν σε αυτό το αποτέλεσμα.
Ορισμένες ενώσεις στον καφέ, τόσο η καφεΐνη, όσο και τα χλωρογενή οξέα, έχει τεκμηριωθεί ότι έχουν ψυχοδραστικά αποτελέσματα, όμως η ψυχολογική επίδραση της κατανάλωσης καφέ και καφεΐνης παραμένει θέμα συζήτησης.
Επιστήμονες, προχώρησαν στη διερεύνηση της νευροβιολογικής επίδρασης που προκαλεί η κατανάλωση καφέ στον τρόπο με τον οποίο επηρεάζει τη συνδεσιμότητα του εγκεφάλουΠ, χρησιμοποιώντας λειτουργική απεικόνιση μαγνητικού συντονισμού (λειτουργική μαγνητική τομογραφία – fMRI) σε κατάσταση ηρεμίας. Η σχετική μελέτη δημοσιεύτηκε διαδικτυακά στο Frontiers in Behavioral Neuroscience.
«Όλοι όσοι πίνουν καφέ συστηματικά, περιμένουν ότι ο καφές ενισχύει την εγρήγορση και την ψυχοκινητική τους απόδοση. Με την βαθύτερη κατανόηση των μηχανισμών που κρύβονται πίσω από αυτό το βιολογικό φαινόμενο, ανοίγει ο δρόμος για τη διερεύνηση των παραγόντων που μπορούν να το επηρεάσουν. Μπορούμε επίσης να διερευνήσουμε και τα πιθανά πλεονεκτήματα αυτών των μηχανισμών», δήλωσε ο επικεφαλής της μελέτης Νούνο Σόουζα από το Πανεπιστήμιο του Μίνιο της πόλης Μπράγκα της Πορτογαλίας.
Η καφεΐνη δεν είναι το παν
Οι ερευνητές, συγκέντρωσαν 47 υγιείς ενήλικες, μέσης ηλικίας 30 ετών εκ των οποίων οι 31 ήταν γυναίκες, οι οποίοι έπιναν τακτικά τουλάχιστον ένα φλιτζάνι καφέ την ημέρα. Οι συμμετέχοντες απέφευγαν να φάνε ή να πίνουν ποτά με καφεΐνη για τουλάχιστον 3 ώρες πριν υποβληθούν στη λειτουργική μαγνητική – fMRI.
Για να διερευνηθεί η συγκεκριμένη επίδραση της πρόσληψης καφέ με καφεΐνη, οι ερευνητές έδωσαν σε 30 άτομα που συνηθίζουν να πίνουν καφέ – μέσης ηλικίας 32 ετών, εκ των οποίων οι 27 γυναίκες – ζεστό νερό που περιείχε την ίδια ποσότητα καφεΐνης, αλλά δεν ήταν καφές.
Οι ερευνητές πραγματοποίησαν δύο απεικονίσεις fMRI – μία πριν και μία 30 λεπτά μετά την κατανάλωση καφέ ή νερού με έγχυση καφεΐνης.
Τόσο η κατανάλωση καφέ, όσο και η κατανάλωση σκέτης καφεΐνης, μείωσαν τη σύνδεση του δικτύου του εγκεφάλου που ορίζεται από την αυτόματη φυσιολογική λειτουργία του, το οποίο είναι συνήθως ενεργό κατά τη διάρκεια καταστάσεων ηρεμίας.
Δηλαδή, όπως εξήγησαν οι ερευνητές, αυτό το εύρημα υποδηλώνει ότι η κατανάλωση είτε καφέ, είτε σκέτης καφεΐνης αύξησε την ετοιμότητα των ατόμων να μεταβούν από μια κατάσταση ανάπαυσης στην ενασχόληση με δραστηριότητες που σχετίζονται με την εργασία.
Καλύτερη μνήμη και στόχοι
Παρόλα αυτά όμως, η κατανάλωση ενός φλιτζανιού καφέ, διαπιστώθηκε ότι ενίσχυσε επιπλέον, και τη συνδεσιμότητα στο ανώτερο οπτικό δίκτυο και το δεξί δίκτυο εκτελεστικού ελέγχου, που συνδέονται με τη μνήμη εργασίας, τον γνωστικό έλεγχο και τη συμπεριφορά που ορίζεται από τους στόχους του ατόμου – κάτι που δεν προέκυψε από την κατανάλωση σκέτου νερού με καφεΐνη νερού.
«Με απλά λόγια, τα άτομα εμφάνισαν μια αυξημένη κατάσταση ετοιμότητας, ανταποκρινόμενα και πιο προσεκτικά στα εξωτερικά ερεθίσματα μετά την κατανάλωση καφέ», δήλωσε η πρώτη συγγραφέας της μελέτης Μαρία Πικό – Πέρες από το Πανεπιστήμιο του Μίνιο.
Πρόσθεσε όμως, πως «δεδομένου ότι ορισμένες από τις επιδράσεις του καφέ εμφανίστηκαν μόνο με την καφεΐνη, είναι εύλογο να υποθέσουμε ότι άλλα ποτά με καφεΐνη μπορεί να έχουν παρόμοια αποτελέσματα».
Ωστόσο, ορισμένες επιδράσεις προέκυψαν μόνο από την κατανάλωση καφέ, «πιθανώς επηρεασμένες από παράγοντες όπως το ξεχωριστό άρωμα και η γεύση του καφέ ή οι ψυχολογικές προσδοκίες που σχετίζονται με την κατανάλωση αυτού του συγκεκριμένου ροφήματος», έγραψε ο ερευνητής.
Οι ερευνητές αναφέρουν ότι οι παρατηρήσεις αυτές, θα μπορούσαν να αποτελέσουν μια επιστημονική βάση για την πεποίθηση ότι ο καφές αυξάνει την εγρήγορση και τη γνωστική λειτουργία. Όμως απαιτείται περαιτέρω έρευνα για τη διαφοροποίηση των επιδράσεων της καφεΐνης σε σύγκριση με τη συνολική εμπειρία της κατανάλωσης καφέ.
Ένας περιορισμός της μελέτης είναι η απουσία δείγματος ελέγχου χωρίς κατανάλωση (για να αποκλειστεί το αποτέλεσμα στέρησης) ή εναλλακτικής ομάδας που κατανάλωνε καφέ χωρίς καφεΐνη (για να αποκλειστεί η επίδραση εικονικού φαρμάκου της πρόσληψης καφέ) – κάτι που θα πρέπει να ληφθεί υπόψη σε μελλοντικές μελέτες, σημειώνουν οι ερευνητές.