Θυμάμαι απ’ τις πρώτες κιόλας τάξεις του γυμνασίου τους καθηγητές μου να αυτοσυγχωριούνται. Να λένε τα παιδιά έρχονται έτοιμα στο σχολείο- σαν προϊόντα- από το σπίτι τους. Τα παιδιά δεν αγαπούν το διάβασμα γιατί δεν έχουν βιβλιοθήκη σπίτι τους. Τα παιδιά μιλάνε κακά ελληνικά γιατί δε
μιλάνε σωστά οι γονείς τους. Όλα αυτά τα ας τα πούμε επιχειρήματα, έχουν κάποια βάση. Σίγουρα τα παιδιά υποκύπτουν και αυτά στο νόμο της μίμησης, σίγουρα πηγαίνουν στο σχολείο έχοντας ήδη διαμορφώσει ορισμένες αξίες και συνήθειες όμως αυτό δε δίνει συγχωροχάρτι σε κανένα δάσκαλο ή
καθηγητή, ίσα ίσα αυτή είναι και η πρόκληση για τον καθηγητή, να βοηθήσει το νέο να αλλάξει τις λάθος συνήθειές του, να τον κάνει να αγαπήσει το διάβασμα, να τον δραστηριοποιήσει πνευματικά.
Αν δεχόμασταν το επιχείρημα πως το σχολείο δε δύναται να βοηθήσει έναν νέο να μορφωθεί
και να αποκτήσει στοιχειώδεις τρόπους συμπεριφοράς επειδή «έρχεται έτοιμος» τότε ποιος ο λόγος ύπαρξης του; είναι καθαρά πρακτικός; Για να μάθουν οι μαθητές πόσα ρέστα να περιμένουν απ’ τον μπακάλη και το φούρναρη; Αυτά όντως μπορούν να τα μάθουν και απ’ το σπίτι τους, απ’ τους
γονείς τους.
Ο πραγματικός λόγος ύπαρξης του σχολείου είναι η ουσιαστική μόρφωση των νέων. Μόρφωση με εύρος που δεν αναλώνεται σε εθνικιστική προπαγάνδα για κρυφά σχολειά και στομφώδη «πατριωτικά» ΟΧΙ από Μεταξάδες.
Σκοπός του σχολείου είναι να δώσει πρώτα απ’ όλα ερεθίσματα στους νέους για να ψαχτούν μόνοι τους, όχι μασημένη τροφή. Να τους προβληματίσει και να τους κάνει να αμφισβητήσουν ακόμα και τους ίδιους τους καθηγητές τους. Το μάθημα δε πρέπει να είναι μια διάλεξη καθέδρας αλλά μια
πνευματική μάχη μεταξύ του καθηγητή και του μαθητή. Έτσι μόνο μαθαίνει ο νέος να έχει κριτική σκέψη αλλά και να συμμετέχει σωστά σε μια πολιτισμένη συζήτηση πράγμα που δε βλέπουμε να γίνεται ούτε από τους πολιτικούς ούτε από τους δημοσιογράφους γιατί πολύ απλά δε το ‘μαθαν ποτέ στο σχολείο.
Κάπου εδώ όταν «έγραφα» το άρθρο στο μυαλό μου σκέφτηκα πως θα έπρεπε να αναφερθώ και στον ιστορικό αναλφαβητισμό των νέων και στις… κοτσάνες που ακούμε συχνά να πετούν σε βασικές ερωτήσεις. Μετά σκέφτηκα όμως πως καλά κάνουν και λένε τέτοιες κοτσάνες. Είναι η ζωντανή
απόδειξη πως το βασικό επιχείρημα των καθηγητών περί «έτοιμου προϊόντος» δεν ισχύει. Νομίζω πως θα ήταν πολύ εύκολο για κάθε καθηγητή να μάθει στον νέο ποιος ήταν ο Ελευθέριος Βενιζέλος ή ποιος ήταν ο Καποδίστριας όσο «έτοιμος» και αν είχε έρθει από το σπίτι του κανείς, ακόμα
και «αν δεν είχαν βιβλιοθήκη οι γονείς του». Δυστυχώς όμως βλέπουμε συχνά πως αυτό δε γίνεται. Και όχι μόνο δε γίνεται αλλά βλέπουμε πως αυτοί οι νέοι που δε γνωρίζουν ποιος ήταν ο Καποδίστριας ή ο Κοραής περνάνε τάξεις και τελειώνουν το σχολείο με αξιοπρεπέστατους βαθμούς. Άρα πάλι κύριε καθηγητά μη μου αυτοσυγχωριέσαι. Εσύ τους περνάς γιατί αδιαφορείς.
Γιατί κανένας δε θα σου λέει τίποτα που τους περνάς ενώ είναι αστοιχείωτοι, ίσα ίσα γίνεσαι αγαπητός και δημοφιλής στους μαθητές.
Καταλαβαίνω πως και οι καθηγητές είναι επαγγελματίες. Τη δουλειά τους κάνουν. Αλλά να κοιτούν να την κάνουν σωστά αλλιώς η κοινωνία μας θα συνεχίσει να κυλίεται στο βούρκο της αμάθειας. Το βαρέλι δε θα ‘χει πάτο και τις συνέπειες θα τις λουστούμε όλοι.