Τον περασμένο Μάρτιο μία είδηση έκανε τον γύρο του διαδικτύου, η Ελλάδα σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat εμφανιζόταν δεύτερη από το τέλος ανάμεσα στις 27 χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το 2023, σε ό,τι αφορά στον δείκτη του κατά κεφαλήν ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος (ΑΕΠ), εκπεφρασμένου σε μονάδες αγοραστικής δύναμης. Μόνο η Βουλγαρία βρισκόταν κάτω από την Ελλάδα. Το συμπερασμα που έβγαινε ήταν σαφές, οι Έλληνες πολίτες βρισκόντουσαν σχεδόν στον μισθολογικό “πάτο” με τον κλιμακούμενο πληθωρισμό να κατατρώει τα εισοδήματά τους.
Το Λουξεμβούργο και η Ιρλανδία είχαν τα υψηλότερα επίπεδα (140% και 112% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, αντίστοιχα), πολύ μπροστά από την Ολλανδία (30% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), τη Δανία (+28%) και την Αυστρία (+23%).
«Διαφορετική εικόνα της πραγματικής ατομικής κατανάλωσης»
Όπως σημειώνουν στελέχη του Μαξίμου, η πραγματική ατομική κατανάλωση κατα κεφαλήν, εκπεφρασμένη σε όρους αγοραστικής δύναμης, όπως αναφέρει η ίδια η Eurostat, είναι καλύτερο μέτρο σύγκρισης της ευημερίας μεταξύ χωρών, διότι ενώ το ΑΕΠ είναι κυρίως ένας δείκτης του επιπέδου της οικονομικής δραστηριότητας, η πραγματική ατομική κατανάλωση μπορεί να θεωρηθεί ως δείκτης υλικής ευημερίας των νοικοκυριών. Περιλαμβάνει όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες που τα νοικοκυριά καταναλώνουν, ανεξάρτητα από το αν τα αγόρασαν ή τους τα παρέχει το κράτος ή μη-κερδοσκοπικές οργανώσεις.
Κυβερνητικά στελέχη τονίζουν, ενόψει και ΔΕΘ, πως με βάση αυτόν τον δείκτη ευημερίας, η Ελλάδα βρίσκεται στο 79 τοις εκατό του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Αυτή η θέση της Ελλάδος υπογραμμίζουν, έρχεται σε αντιπαραβολή με την προτελευταία θέση στην Ευρωπαϊκή Ένωση που προκύπτει από το πραγματικό κατα κεφαλήν ΑΕΠ σε όρους αγοραστικής δύναμης, και δείχνει την χώρα μας στο 67 τοις εκατό του μέσου όρου της ΕΕ-27.
Σε καμία περίπτωση η ερμηνεία αυτού του δείκτη δεν ικανοποιεί τους συνεργάτες του Πρωθυπουργού οι οποίοι επισημαίνουν: “Η αλήθεια είναι πως και με βάση αυτόν τον πιο ορθό δείκτη, η Ελλάδα δεν είναι ακόμα εκεί που θα θέλαμε να είναι, ωστόσο δεν είμαστε προτελευταίοι μονάχα πάνω από την Βουλγαρία στην ευημερία των νοικοκυριών όπως κάποιος θα ερμήνευε λανθασμένα από το πραγματικό ΑΕΠ κατα κεφαλήν”.
Τα τελευταία χρόνια πηγαίνουμε να καλύψουμε το χαμένο έδαφος που μας άφησαν τα σημάδια της δεκαετούς κρίσης σημειώνουν από την Κυβέρνηση. Στον δείκτη πραγματικής ατομικής κατανάλωσης κατα κεφαλήν εκπεφρασμένη σε όρους αγοραστικής δύναμης, η Ελλάδα ήταν το 2019 στο 77 τοις εκατό του μέσου όρου της ΕΕ-27, ενώ το 2023 είχε φτάσει στο 79 τοις εκατό. Επίσης το ίδιο διάστημα, είχαμε την όγδοη υψηλότερη κατα κεφαλήν ανάπτυξη στο πραγματικό ΑΕΠ στην ΕΕ-27 με σωρευτική αύξηση 7,8 τοις εκατό, υπερδιπλάσια του μέσου ευρωπαϊκού όρου 3,3 τοις εκατό.
Πέρυσι τονίζεται η Ελλάδα είχε την δεύτερη υψηλότερη κατα κεφαλη ανάπτυξη στο πραγματικό ΑΕΠ στην ΕΕ-27 με ρυθμό αύξησης 2,5 τοις εκατό έναντι μηδενικής μεταβολής στην ΕΕ-27.
“Έχουμε πολύ δρόμο ακόμα, αλλά είμαστε στον σωστό δρόμο” σημειώνουν από το οικονομικό επιτελείο και προσθέτουν πως μονάχα αυτή η συνέχιση της υπεραπόδοσης στους ρυθμούς ανάπτυξης έναντι του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης θα φέρει τη χώρα πιο κοντά σε επίπεδα ευημερίας τα οποία όλοι προσδοκούν.
Χρύσανθος Κοσελόγλου – CNN Greece