Ο Κώστας Χατζής γεννήθηκε στη Λειβαδιά της Βοιωτίας στις 13 Αυγούστου του 1936 και κατάγεται από οικογένεια τσιγγάνων μουσικών και κατοικεί στην Ηλιούπολη. Ο παππούς του Κώστας Καραγιάννης (από το γένος της μητέρας του) ήταν ένας από τους διασημότερους δημοτικούς κλαρινίστες της εποχής του στην Ελλάδα και ο πατέρας του Ευάγγελος Χατζής ήταν δεξιοτέχνης στο σαντούρι.
Ο Κώστας Χατζής έχει βιώσει για τα καλά τον κοινωνικό αποκλεισμό. Πρώτα ως τσιγγάνος, λόγω φυλής, κι έπειτα ως Μάρτυρας του Ιεχωβά, λόγω θρησκευτικών πεποιθήσεων. Το ότι ο καλλιτέχνης και άνθρωπος αυτός κατάφερε να επιτύχει και να αγαπηθεί από έναν ολόκληρο λαό, τον κάνει αυτομάτως σύμβολο, όχι μόνο στο ελληνικό τραγούδι, αλλά και στον αγώνα υπέρ των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη χώρα μας. Όπως διαπιστώνει κανείς από τη συνέντευξη του, ο Χατζής διαθέτει γερή μνήμη για τα 82 του χρόνια. Και χιούμορ αυτοσαρκαστικό, ασυζητητί. Ορισμένα «κολλήματα», επίσης, που είτε συμφωνείς, είτε διαφωνείς μαζί του, δε μπορείς να μην του αναγνωρίσεις το πάθος για την υπεράσπιση των ιδεών του. Για μένα, που είχα την ευκαιρία κατά τη διάρκεια της συζήτησης μας να τον ηχογραφήσω σε ένα νέγρικο blues, είναι κάτι σαν τον «δικό μας» Louis Armstrong με τη βαθιά βραχνή φωνή του, ώριμη πλέον σαν το παλιό καλό κρασί. Χωρίς άλλο πρόλογο από τη μεριά μου, απολαύστε τον στη συνέντευξη που ξεκινάει ευθύς αμέσως. Μέσω της ιστορίας του παρελαύνει και ολόκληρη η πολιτική και πολιτιστική ιστορία της Ελλάδας από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο και μετά
Ο Κώστας Χατζής είναι ένας από τους πιο γνωστούς κλασικούς Έλληνες συνθέτες και ερμηνευτές και ως επί το πλείστον ερμηνευτής της μπαλάντας.
Δημιούργησε ένα δικό του στιλ μουσικής με την κιθάρα του το οποίο ήταν πρωτοποριακό για τα δεδομένα της χώρας του τη δεκαετία του 60 και μέχρι σήμερα παραμένει μοναδικός στο είδος του.
Η καριέρα του ξεκινά από την ευαίσθητη ηλικία των 16 ετών
Στα δεκαέξι του ο Κώστας Χατζής τραγουδούσε με τον πατέρα του σε γάμους, βαφτίσια και σε άλλες εκδηλώσεις. Αυτή την περίοδο γράφει, μάλιστα, και τα πρώτα του τραγούδια.Όπως λέει πάντα ο ίδιος λόγω φτώχειας είχε αποτυχίες στις σπουδές του. Δικάστηκε για την πολιτική του θέση οπότε άρχισε να παίζει κιθάρα και να βγάζει τα προς το ζην για το σπίτι της οικογένειάς του το λάδι της χρονιάς, με παραίνεση της μητέρας του.
Το 1957, έπειτα από μεγάλο διάστημα περιοδειών στην ελληνική επικράτεια εγκαθίσταται στην Αθήνα. Έπειτα από πολλές στερήσεις αρχίζει να γίνεται ευρύτερα γνωστός και κάνει την πρώτη του εμφάνιση το 1961 στη Πλακιώτικη μπουάτ «Τιπούκειτος» του Μπουκουβάλα. Με το πέρασμα του χρόνου γίνεται περισσότερο γνωστός, παρουσιάζοντας και ηχογραφώντας δικά του τραγούδια, που τον ανέδειξαν σταδιακά σε φυσιογνωμία σύγχρονου τροβαδούρου με ιδιότυπη φωνή και προσωπικό ερμηνευτικό ύφος. Ο Χατζής τραγουδούσε μπαλάντες που συνήθως περιείχαν έντονη κοινωνική κριτική που τον καθιέρωσε στη συνείδηση του κόσμου.
Τρία χρόνια αργότερα, το 1963, ηχογράφησε τον πρώτο του δίσκο που περιέχει το τραγούδι του Μίμη Πλέσσα «Έφυγε η αγάπη μου». Στη συνέχεια εμφανίστηκε στη «μπουάτ του Γύφτου» με πολύ μεγάλη επιτυχία. Διετέλεσε από τους κυριότερους εκπροσώπους του μουσικού Νέου Κύματος, ενώ είχε πληθωρική συμμετοχή με αριθμό τραγουδιών του και σε δίσκους άλλων καλλιτεχνών. Διάσημοι συνθέτες της εποχής, όπως οι Μάνος Χατζιδάκις, Μίμης Πλέσσας, Μίκης Θεοδωράκης, Γιάννης Μαρκόπουλος και Σταύρος Ξαρχάκος, τον ανακαλύπτουν και του δίνουν να ερμηνεύσει τραγούδια, στα οποία προσδίδει τη δική του φυσιογνωμία. Σημαντική στιγμή είναι η συμμετοχή του στο δίσκο του Γιάννη Μαρκόπουλου «Το κορίτσι με το κορδελάκι» (Γκρεμισμένα σπίτια, κ.ά.) σε στίχους του Νότη Περγιάλη.
Το 1968 κυκλοφορεί η πρώτη του ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά με τίτλο «Αναγέννησις Αλόννησος» σε μουσική και ενορχήστρωση του ιδίου. Ακολουθούν αρκετές δουλειές του τα επόμενα χρόνια, όπου σε συνεργασία με κορυφαίους στιχουργούς χαρίζουν στο ελληνικό τραγούδι πολλές σημαντικές στιγμές. Με την πιο στενή συνεργάτιδά του, τη Σώτια Τσώτου, γράφουν τραγούδια όπως: «Ο Στρατής», «Δε βαριέσαι αδελφέ», «Κάτι τρέχει», «Τι σήμερα τι αύριο τι χθες», «Λεωφορείο ο κόσμος», «Νυχτώνει δόξα τω Θεώ», «Όλα ανάποδα τα βλέπει», «Η φωτογραφία», «Ένας Γερμανός και μια Εβραία», «Απ’ το αεροπλάνο», «Μη μας περιφρονάς», «Ο κύριος κανείς», «Αν ερχόσουν», κ.ά.
Μεταξύ πολλών άλλων εμφανίσεων εξαιρετικά επιτυχημένη αποδείχθηκε η συνύπαρξή του με τη Μαρινέλλα στην Πλακιώτικη μπουάτ «Σκορπιός» και στη πρεμιέρα τους στις 28 Μαρτίου 1976 παρουσίασαν το πρόγραμμα «Ρεσιτάλ» που περιείχε 50 τραγούδια του, τα περισσότερα σε στίχους της Σώτιας Τσώτου (Σύνορα η αγάπη δε γνωρίζει, Σπουδαίοι άνθρωποι αλλά, Η αγάπη όλα τα υπομένει, Δεν είμ’ εγώ, Κι ύστερα, Σ’ αγαπώ, Όλος ο κόσμος είσ’ εσύ, Μονολογούμε, Πάρε με μαζί σου τσιγγάνε, Αμήν, Τρελός ή παλικάρι, κ.ά.). Η ζωντανή ηχογράφηση που προέκυψε κυκλοφόρησε σε τριπλό δίσκο το Πάσχα του ίδιου χρόνου και σημείωσε μεγάλη εμπορική επιτυχία φτάνοντας τις 500.000 πωλήσιες και αποτελεί μέχρι σήμερα έναν από τους δέκα πιο εμπορικούς δίσκους της ελληνικής δισκογραφίας.
Με τη Μαρινέλλα συνεργάστηκαν αργότερα το 1980 με τον δίσκο «Ταμ – ταμ» (Μια χαμένη Κυριακή, Πάρε ένα κοχύλι απ’ το Αιγαίο, Ζητείται φίλος, Δεν θέλω γράμμα, Το γυφτάκι, κ.ά.) και το 1987 με τον δίσκο «Συνάντηση» (Ιθάκη, Μας κόψαν το φως, Να ‘ταν ο κόσμος μια κάλπη, Τα σ’ αγαπώ σου ένα σωρό, κ.ά.).
Στο τέλος της δεκαετίας του 1970 ο Κώστας Χατζής επισκέπτεται την Αμερική για συναυλίες. H φήμη του ως τραγουδιστή της ειρήνης έφτασε μέχρι το Λευκό Οίκο. O τότε Πρόεδρος Τζίμι Κάρτερ τον προσκάλεσε για να τον γνωρίσει και να τον συγχαρεί για το έργο του.
Στις 18 Οκτωβρίου του 2011 εμφανίστηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με τη μουσική παράσταση «Όταν κοιτάς από ψηλά», ερμηνεύοντας τραγούδια από την πολυετή καριέρα του. Μαζί του στη σκηνή εμφανίστηκαν η Μαρία Αλεξίου και η Αντωνία Χατζίδη.
Άλλα γνωστά τραγούδια του είναι: «Τα καρφιά», «Χάσαμε», «Αντίο, λοιπόν αντίο», «Να ‘χαν όλοι οι άνθρωποι μια αγάπη όπως εγώ», «Θυμάμαι», «Καληνύχτα Μαργαρίτα», «Η γαλαρία», «Στάσου πού πας», «Είμαι ένας άνθρωπος απλός», «Το ταμ-ταμ», «Πάλι ύπνος δε με πιάνει», «Αρουραίοι της νύχτας», «Κι άλλο παιδί γεννήθηκε απόψε», «Και λεγόμαστε άνθρωποι», «Γέρνει ο ήλιος», «Η Γη ακόμα ζει», «Ραμόνα», «Η φωτογραφία», «Στο διεθνές το μαγαζί», «Περιστρεφόμαστε».
Αντιλαμβάνομαι από το χνώτο του κοινού τι θα τραγουδήσω κάθε φορά
Κανείς δεν είχε σκεφτεί τότε να γράψει για την ύπαρξη που καταδυναστευόταν με διάφορους τρόπους. Προέρχομαι από την φυλή των Γύφτων, των σημερινών Ρομά, και σκέφτηκα να γράψω γι’αυτούς οι οποίοι ανήκουν στην τάξη των πληβείων. Έγραψα λοιπόν, για τη φυλή μου με έμμεσο τρόπο και 65 χρόνια τώρα επιμένω στα ανθρώπινα δικαιώματα και καταγγέλω την πολιτεία, πάντα όμως με σεβασμό προς όλους είχε πει στη συνέντευξη που μου είχε παραχωρήσει.
Στους νέους που θέλουν να ασχοληθούν με τη μουσική, λέω πάντα ν’αγαπήσουν αυτό που θέλουν να κάνουν χωρίς καθοδηγητές που θα τους αποπροσανατολίσουν για εμπορικούς, κυρίως, σκοπούς. Να υπηρετήσουν πραγματικά αυτό που νοιώθουν για τον χώρο του πολιτισμού και της χώρας τους έχει πει πολλές φορές ο Κώστας Χατζής.
Προσωπική ζωή
Ο Κώστας Χατζής παντρεύτηκε τη Γερμανίδα Ούρσουλα φον Γιόρντις (Ursula von Jordis). Ο γιος τους Αλέξανδρος Χατζής ασχολείται επαγγελματικά με τη μουσική, ενώ συμμετέχει σε συναυλίες μαζί με τον πατέρα του, Κώστα Χατζή. Η δεύτερη σύζυγός του είναι η Αντωνία Χατζίδη. Έχει έξι παιδιά από τους δύο γάμους.
ΔΙΑΔΥΚΤΙΟ