“Ἀλλ΄ ἐμεῖς, ὄχι μόνο δέν προβληματιζόμαστε γιά τά δόγματα, ἀλλά σέ ὅλα μας τυχάρπαστοι κι΄ ἁπλοϊκοί γινόμαστε. Γι΄ αὐτό ἀδιαφοροῦμε γιά τά πάντα. Ποιός ἀπό μᾶς, γιά πές μου, γυρνᾶ στό σπίτι του, παίρνει στά χέρια ἕνα βιβλίο χριστιανικό, τό μελετᾶ, γιά νά ἑρευνήση τίς Γραφές; Κανείς δέ μπορεῖ νά τό ἰσχυριστῆ αὐτό. Παιχνίδια, μόνο, μέ πιόνια καί μέ ζάρια στούς περισσότερους θά βροῦμε, μ΄ ἀπό βιβλία, μηδέν! Ἤ, ἄιντε, σέ λίγους…
Πάντως, κι΄ αὐτοί σέ παρόμοια κατάσταση μ΄ ὅσους δέν ἔχουν βρίσκονται, διότι διαρκῶς σέ κιβώτια μέσα τά ἔχουνε ἀσφαλισμένα καί συσκευασμένα. Καί ὅλη τους ἡ ἔγνοια ἐξαντλεῖται στή λεπτότητα τῆς περγαμηνῆς καί στήν καλλιγραφία τοῦ ἀντιγραφέα κι΄ οὔτε λόγος γιά μελέτη… Φυσικά, ἀφοῦ τά ἔχουν ἀγοράσει ὄχι γιά ὠφέλεια καί πλοῦτος ψυχικό, μά γιά ἐπίδειξη εὐμάρειας καί ζήλου λογιοσύνης, γιά τοῦτα νοιάζονται! Τέτοια δυσθεώρητα ὕψη μωροφιλοδοξίας! Κανέναν δέν ἀκούω νά φιλοτιμιέται γιά τή γνώση τοῦ περιεχομένου, παρά μόνο γιά τά χρυσοποίκιλτα γράμματα τῶν τόμων. Καί πές μου, τώρα, ποιό τό κέρδος; Δέ μάς ἐδόθηκαν γι΄ αὐτό οἱ Γραφές, γιά νά τίς ἔχουμε κλεισμένες στά βιβλία καί μόνο, μά στήν καρδιά βαθιά νά τίς χαράξουμε.”
Αὐτό ἦταν τό παράπονο τοῦ Ἰωάννη τοῦ Χρυσοστόμου (σέ δικό μου μετάφρασμα) , ὅπως ἀποτυπώθηκε στή ΛΒ΄ Ὁμιλία του εἰς τό κατά Ἰωάννην Εὐαγγέλιον. Θά μοῦ πῆτε, βεβαίως, ἱεράρχης ἦταν, φωστῆρας τῆς τρισηλίου θεότητος καί πικραινόταν πού τό χριστεπώνυμο πλῆθος δέν ἐρευνοῦσε τίς Γραφές… Γιά σκεφτῆτε, ὅμως, τί διαστάσεις ἠμπορεῖ νά λάβη αὐτό τό ἀπόσπασμα, ἄν τοῦ διευρύνουμε λίγο τό σημασιολογικό πλάτος, ὥστε νά καλύψη συλλήβδην τήν ἀνάγνωση! Θά μποροῦσε νά ἀποτελέση τό παράπονο τοῦ σύγχρονου πνευματικοῦ ἀνθρώπου πού στενάζει νά βλέπη τούς συνανθρώπους του -καί κυρίως τούς μαθητές του!- ἀποξενωμένους ἀπό τή μελέτη.
Ἡ παθογένεια παρουσιάζεται σκανδαλωδῶς ὅμοια μέ τή σύγχρονη. Οἱ ἄνθρωποι γυρνοῦν στό σπίτι τους καί, ἀντί νά πιάσουν ἕνα βιβλίο νά μελετήσουν, ὥστε νά ταξιδέψουν, νά μάθουν, νά ὀνειρευτοῦν, νά ἐξαϋλωθοῦν ἤ νά προσγειωθοῦν, γειώνονται στή φαιδρά πορτοκαλέα ἀνούσιων τηλεοπτικῶν ἐκπομπῶν ἤ στήν ἀτελεύτητη κύλιση τῶν διαδικτυακῶν μέσων. Μά, τώρα εἶναι πού στ΄ ἀλήθεια βλέπουμε τόν ἄνθρωπο νά υἱοθετῆ πλήρως τό βίο τοῦ χαραδριοῦ (χαραδριοῦ βίον ζῆν , κατά Πλάτωνα) , δηλαδή μία ζωή ἄπληστης κατανάλωσης φαινομένων, εἰκόνων μή δυναμένων νά σημασιοδοτηθοῦν, λόγω τῆς ἀδιάκοπης ροῆς τους. Φανταστεῖτε νά βρίσκονται κάπου ὁ Χρυσόστομος καί ὁ Πλάτωνας, νά μᾶς παρατηροῦν, τί θά εἴχανε να λένε… Μᾶλλον θά σιωποῦσαν περίλυποι κοιτάζοντάς μας… (Ὁ χαραδριός εἶναι ἕνα πτηνό πού κατοικεῖ σέ χαράδρες -ἐξ οὗ καί τ΄ ὄνομα- λαίμαργο, τρώει ἀκατάπαυστα καί αντιστοίχως κουτσουλάει διαρκῶς – ἤ τουλάχιστον αὐτή τήν ἔννοια εἶχε στό νοῦ του ὁ Πλάτωνας, ὅταν τό χρησιμοποιοῦσε ὡς σύμβολο ἑνός βίου παραδομένου στή φαντασμαγορία τοῦ φαινομένου).
Τά βιβλία (ἐννοοῦμε τά ἔντυπα) ὑπάρχουν καί σήμερα ὡς διακοσμητικά σέ καθιστικά καί σαλόνια ἤ ὡς μορμολυκεῖα – ὄργανα βασανισμοῦ τῶν παιδιῶν ἀπό τούς γονεῖς τους, ὅταν τά δείχνουν παρακινῶντας τα: “Διάβαζε καί κάνα βιβλίο, ὄχι ὅλη μέρα στό κινητό” , ἄν καί οἱ ἴδιοι κάνουν ἀκριβῶς τό ἴδιο (μέ τό κινητό στό χέρι)… Ἡ τηλεόραση καί τό κινητό εἶναι οἱ σύγχρονοι “πεσσοί” καί “κύβοι” (ὡς παιχνίδια μέ πιόνια καί ζάρια μεταφράζω παραπάνω, γιά νά τά προσεγγίσω στή σύγχρονη ἐμπειρία) πού μονοπωλοῦν τό ἐνδιαφέρον τοῦ σύγχρονου δεσμώτη τῶν φαινομένων (γιά νά κάμω ἕναν ἀκόμη παραλληλισμό μέ πλατωνική ἀλληγορία, συγκεκριμένα μέ τό μῦθο τοῦ σπηλαίου). Ἡ βασική διαφορά ἔγκειται στό ὅτι κανείς δέν ἐνδιαφέρεται πιά νά κάνη επίδειξη πλούτου ἤ καλαισθησίας μέ τά βιβλία πού ἔχει στήν κατοχή του, διότι χάρη στόν κ. Γουτεμβέργιο τά βιβλία πλέον δέ διαθέτουν ὑλική ὑπεραξία. Ἐξάλλου, ἡ ἀμάθεια καί ἡ χονδροειδής ἐπίδειξη χλιδῆς δέν ἀφήνουν κανένα περιθώριο περηφάνιας γιά τήν ὅποια πνευματική ἐκλέπτυνση… Οἱ ἄνθρωποι σήμερα ὑπερηφανεύονται γιά τίς συγκλονιστικές δυνατότητες τοῦ ἑκάστοτε καινούργιου κινητοῦ τους πού μπορεῖ ἀκόμη καί νά καβουρδίζη καφέ, ἀρκεῖ νά κατεβάσης τήν τάδε συγκλονιστική ἐφαρμογή…
Τελικά, στήν καρδιά μας δέ χαράζουμε τίποτε ἀπό τήν ὀμορφιά ἤ τή σοφία τοῦ κόσμου. Διότι δέ διαβάζουμε. Παρατρεχάμενοι τῆς εἰκόνας, περιπλανιόμαστε στά ἔρημα νοήματος ἠλεκτρονικά μέσα, μέ νοῦ ἐσχάτως εὐνουχιζόμενο καί ἀπό τήν τεχνητή νοημοσύνη. Ἐσύ καλά μᾶς τά ‘λεγες , Χρυσόστομε, ἐμεῖς ἀδυνατοῦμε νά σέ ἀκούσουμε…