Από φοιτητής, αλλά και ως εκπαιδευτικός, έλεγα κάθε χρόνο ότι μια μέρα θα την αφιερώνω στα παιδιά ενός ορφανοτροφείου, μιας δομής. Τα χρόνια, όμως, περνούσαν και η μέρα αυτή δεν ερχόταν ποτέ. Οι ώρες γέμιζαν με υποχρεώσεις και τα μαθήματα στο φροντιστήριο [σ.σ. δεν είχε διοριστεί σε κάποιο σχολείο] με άφηναν εξαντλημένο.
Κάποια Χριστούγεννα, στο διοικητικό συμβούλιο του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Φροντιστών Αττικής, μια συνάδελφος περιέγραψε την εμπειρία που είχε στις φυλακές Κορυδαλλού. Πήγε με τους μαθητές της να αφήσουν δώρα στους κρατούμενους και, καθώς περνούσαν από τον χώρο των ανηλίκων, τα παιδιά έβγαζαν τα χέρια τους από τα κάγκελα, όχι για να ζητήσουν κάτι, αλλά για να τους χαιρετήσουν. Εκείνη τη στιγμή αποφάσισα ότι αυτά είναι τα παιδιά που θα βοηθήσω.
Το 1994, επικοινώνησα με τον τότε Υπουργό Δικαιοσύνης, που με ενημέρωσε ότι υπήρχε αρμόδιο τμήμα. Από εκεί, με παρέπεμψαν στην τμηματάρχη σωφρονιστικής πολιτικής ανηλίκων, Κική Μπαρδάνη. Εκείνη η γυναίκα μού χάρισε το πρώτο μάθημα σχετικά με την εκπαίδευση στις φυλακές. Μόλις της εξήγησα τι ήθελα να κάνω, έκλεισε την πόρτα του γραφείου της και ζήτησε να μη μας ενοχλήσει κανείς. Μιλήσαμε για ώρες. Όταν πια τελειώσαμε, μου είπε: «Τώρα ξέρεις. Κάνε ό,τι καταλαβαίνεις».
Η πρώτη νίκη
Ξεκίνησα από το Ίδρυμα Θηλέων Παπάγου [σ.σ. δεν υπάρχει πια]. Φυσικά, δεν μπορούσα να υποστηρίξω το εγχείρημα αυτό μόνος και ζήτησα τη βοήθεια συναδέλφων. Εκείνα τα Χριστούγεννα πήρα ένα μεγάλο δώρο, καθώς ο ένας μετά τον άλλον με καλούσαν στο τηλέφωνο για να προσφέρουν τον χρόνο τους. Στην ουσία, αυτό που τους ζήτησα ήταν να μου αφιερώσουν ένα πρωινό το δίμηνο ή το τρίμηνο.
Η πρώτη μου επαφή με τις μαθήτριες ήταν καταπληκτική. Με πήγαν στο γραφείο της διευθύντριας για να γνωριστούμε και, ενώ εγώ τους εξηγούσα ποιος είμαι και τι έχω σκοπό να κάνω, εκείνες δεν μου έδιναν σημασία. Ίσως να θεώρησαν ότι ήρθε «άλλος ένας να μας πει τα δικά του». Όταν, όμως, τους είπα ότι κανείς δεν με υποχρέωσε να πάω εκεί και ότι δεν θα πληρωθώ, μαζεύτηκαν γύρω μου και με παιδικό πια τρόπο άρχισαν να μου μιλούν. Αυτή ήταν η πρώτη μου μεγάλη μάχη και η πρώτη μου νίκη!
Η επαφή με τις φυλακές ανηλίκων
Το 1997, λαμβάνω ένα τηλεφώνημα από την κα. Μπαρδάνη. «Κύριε Δαμιανέ, έχουμε ένα παιδί στον Κορυδαλλό που θέλει να δώσει Πανελλήνιες. Μπορείτε να βοηθήσετε;» μου είπε. Όταν ξεκινήσαμε τα μαθήματα, είπα στον μαθητή αυτό: «Θα είσαι ο φάρος μας». Και το παιδί πήγε καλά, προχώρησε. Τι εννοώ; Έδωσε εξετάσεις, αλλά δεν πέρασε. Δεν τον δέχτηκαν ούτε στο Ανοιχτό Πανεπιστήμιο ούτε σε κάποιο δημόσιο ΙΕΚ. Τον δέχτηκαν, όμως, με υποτροφία σε ένα ιδιωτικό ΙΕΚ. Έπαιρνε τις άδειές του, πήγαινε στα μαθήματα και τελείωσε τη σχολή. Αποφυλακίστηκε και σήμερα έχει την οικογένειά του και μια δουλειά σχετική με τις σπουδές του.
Την επόμενη χρονιά, οι ανήλικοι μεταφέρθηκαν στον Αυλώνα. Με πήρε τότε ο διευθυντής και μου είπε: «Έχω 11 αιτήσεις παιδιών που θέλουν να πάνε σχολείο». Τη μεθεπόμενη χρονιά τα παιδιά έγιναν 23, μετά 40 και σήμερα το 95% των κρατουμένων έχουν εγγραφεί σε κάποια δομή του σχολείου (δημοτικό, γυμνάσιο, λύκειο, ένα τμήμα ΙΕΚ).
Ο ΔΑΣΚΑΛΟΣ ΡΙΧΝΕΙ ΣΠΟΡΟΥΣ ΚΑΙ ΔΕΝ ΞΕΡΕΙ ΑΝ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΘΑ ΦΥΤΡΩΣΟΥΝ. ΟΦΕΙΛΕΙ, ΟΜΩΣ, ΝΑ ΤΟΥΣ ΡΙΧΝΕΙ.
Τα δικά μας παιδιά
Τα δικά μας τα παιδιά δεν είναι οι συνηθισμένοι μαθητές. Είναι τα παιδιά που, όταν ήταν έξω, το σχολείο τα είχε διώξει. Αυτή τη σχολική εμπειρία είχαν. Έκαναν φασαρίες, είχαν μια μικρή παραβατική συμπεριφορά, έγινε συμβούλιο και ακολούθησε αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος. Αντί να δούμε πώς θα λύσουμε το πρόβλημα που είχαν, το μεταφέραμε στην αυλή κάποιου άλλου.
Λέω σε συναδέλφους πως, όποτε παίρνουν μια απόφαση για αλλαγή σχολικού περιβάλλοντος, εγώ κατά πάσα πιθανότητα έχω ένα νέο μαθητή. Δεν λέω ότι όλοι όσοι αλλάζουν σχολικό περιβάλλον θα έρθουν στον Αυλώνα, αλλά ότι όσοι βρίσκονται εδώ έχουν αλλάξει το ένα σχολείο μετά το άλλο. Δεν μπορούμε να «πετάξουμε» ένα παιδί. Στο επόμενο σχολείο που θα πάει, τα πράγματα θα είναι χειρότερα, θα υπερασπιστεί τον ρόλο που του δώσαμε. Κάποια στιγμή μπορεί να βρεθεί στον δρόμο και, αν δεν έχει υποστηρικτικό περιβάλλον, θα βρεθεί εδώ.
Σιγά-σιγά, τα παιδιά γνώρισαν ένα σχολείο που νοιάζεται γι’ αυτά και ξαφνιάστηκαν. Θυμάμαι τα πρώτα χρόνια, κάθε φορά που τους έλεγα να κάνουμε κάτι, αντιδρούσαν. «Αυτό δεν είναι για μας», έλεγαν. Θεωρούσαν ότι κάποια πράγματα είναι για τα «άλλα» παιδιά, τα καλά, που δεν είναι φυλακή. Δεν είχαν την αυτοεκτίμηση που χρειάζεται για να αρχίσουν να αγωνίζονται.
Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της εφημερίδας μας. Τότε είχα στο μυαλό μου κάτι απλό. Μερικά χειρόγραφα κείμενα σε μια κόλλα Α3, που θα τα φωτοτυπούσαμε. Όταν τους το είπα, αντέδρασαν. Τελικά, το πρώτο φύλλο βγήκε με συνέντευξη από τον τότε Πρόεδρο της Δημοκρατίας. Όταν το πήραν στα χέρια τους, είδαν ότι μπορούν να το κάνουν. Το ίδιο συνέβη και με τον χορό, το θέατρο. Τώρα που έχουν περάσει τα χρόνια, έχω σταματήσει να ακούω αυτή τη βασανιστική φράση: «Δεν είναι για μας».
Η επιτυχία της προσφοράς
Σήμερα, έχω 35 μαθητές που σπουδάζουν σε κάποιο πανεπιστήμιο. Επίσης, πριν από χρόνια, τα παιδιά που ήταν Ρομά φοιτούσαν μόνο στο δημοτικό, ενώ αυτή τη στιγμή έχω μαθητές στο γυμνάσιο, το λύκειο και έναν στο ΙΕΚ.
Θυμάμαι με συγκίνηση το μήνυμα που έλαβα κάποτε στο κινητό μου: «Κύριε Πέτρο, δεν ξέρω αν με θυμάστε. Κάποια μέρα, όταν ήμουν στον Αυλώνα, κάνατε κάτι και μπόρεσα να δώσω Πανελλήνιες. Δεν θυμάμαι να σας έχω ευχαριστήσει γι’ αυτό. Σας ευχαριστώ τώρα».
Θυμάμαι, ακόμα, το παιδί που επέστρεψε στον Αυλώνα μετά την πρώτη επίσκεψη στη σχολή που πέρασε. Ο πρύτανης υποδέχτηκε εκείνον και τη μητέρα του στο γραφείο του. «Κύριε Πέτρο, η μάνα μου με κοίταξε με άλλο μάτι», μου είχε πει. Το παιδί αυτό ένιωσε στο βλέμμα της μάνας του πόσο άξιο τον θεωρούσε για αυτό που έχει κάνει και τούτο τον όπλισε με αυτοπεποίθηση.
Η διαχείριση της ματαίωσης
Στην αρχή της πορείας μου βίωσα μεγάλες ματαιώσεις. Με τον καιρό, όμως, έμαθα να τις διαχειρίζομαι καλύτερα, ή ίσως έμαθα να ξέρω τι να περιμένω. Επίσης, η συζήτηση με τους συναδέλφους, η στήριξη που δείχνει ο ένας στον άλλο βοηθούν πολύ. Πόσες φορές έχω στηρίξει συναδέλφους που αρχίζουν να καταρρέουν.
Μπορεί εγώ να έχω 25 χρόνια εμπειρίας, αλλά υπάρχουν νέοι που δεν έχουν αναπτύξει ακόμα άμυνες ή που έρχονται με μεγάλο ενθουσιασμό. Πρέπει να τους δείξεις τι να περιμένουν, ότι κάθε βήμα είναι σπουδαίο. Δεν χρειάζεται να περιμένουν το ιδανικό. Κάθε σκαλοπάτι που ανεβαίνουν τα παιδιά είναι πολύ σημαντικό. Ο δάσκαλος ρίχνει σπόρους και δεν ξέρει αν και πότε θα φυτρώσουν. Οφείλει, όμως, να τους ρίχνει.
Ο ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΣ ΟΦΕΙΛΕΙ ΝΑ ΤΑΡΑΚΟΥΝΗΣΕΙ ΤΗΝ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΓΙΑ ΝΑ ΠΡΟΣΤΑΤΕΨΕΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙ.
Πώς προέκυψε το «Προσπαθώντας TV»
Ο κορονοϊός πάγωσε τα πάντα. Αρχές Δεκεμβρίου του ’20, η απογοήτευσή μου ήταν μεγάλη. Τα δικά μας παιδιά δεν μπορούσαν να κάνουν καθόλου μάθημα. Ούτε με τηλεκπαίδευση. Στα κελιά δεν επιτρέπονται τα λάπτοπ. Υπάρχει, όμως, τηλεόραση. Πάνω στην απελπισία ότι θα χάσουμε τη χρονιά, γεννήθηκε η ιδέα ενός καλωδιακού καναλιού, που θα συντονίζεται με τις τηλεοράσεις και θα μεταδίδει βιντεοσκοπημένα μαθήματα.
Επειδή δεν γνώριζα αν αυτό ήταν εφικτό, άρχισα να ρωτάω. Όταν έμαθα ότι μπορεί να γίνει, ζήτησα βοήθεια από φίλους, γνωστούς, αλληλέγγυους. Με τα καταστήματα κλειστά και τις παραδόσεις των κούριερ να καθυστερούν, τρέχαμε να βρούμε ό,τι χρειαζόταν για να γίνει η ιδέα πράξη. Αρχές Ιανουαρίου είχαμε σήμα. Ξεκινήσαμε να γράφουμε «εκπομπές». Δεν αντικαθιστούσαν την δια ζώσης εκπαίδευση, αλλά ήταν κάτι.
Η αλήθεια είναι πώς, όταν έμαθα ότι η λύση που σκεφτήκαμε ήταν υλοποιήσιμη, στεναχωρήθηκα. Γιατί δεν το είχα σκεφτεί στο πρώτο lockdown; Γιατί χάθηκε τόσος χρόνος; Το θετικό είναι ότι τώρα έχουμε στα χέρια μας ένα εκπαιδευτικό εργαλείο που μπορούμε μελλοντικά να αξιοποιήσουμε. Μπορεί στο κανάλι μας να προβάλλονται ταινίες, ντοκιμαντέρ, προγράμματα που θα φτιάχνουν τα ίδια τα παιδιά.
Μαθήματα για όλους
Μέχρι τον Μάρτη του 2020, που ξέσπασε η πανδημία, είχαμε σχεδιάσει 23 προαιρετικά προγράμματα, εκτός των μαθημάτων. Τα παιδιά που είναι έτοιμα δηλώνουν αμέσως την προτίμησή τους. Υπάρχουν, όμως, και παιδιά που βιώνουν μια μελαγχολία, μια κατάθλιψη, και δεν θέλουν να ασχοληθούν με τίποτα. Έχουμε πολλά προγράμματα, ώστε να καταφέρουμε κάποιο από αυτά να τους κεντρίσει το ενδιαφέρον.
Επιπλέον, όταν διαμορφώνονται οι ομάδες που θα παρακολουθήσουν ένα πρόγραμμα, κανένα παιδί δεν γνωρίζει ποιο άλλο το έχει επιλέξει. Έτσι, έρχονται μαζί διαφορετικοί άνθρωποι, που έχουν, όμως, κάτι κοινό. Δημιουργείται ένας κώδικας επικοινωνίας. Αρχίζουν να γνωρίζονται μεταξύ τους, «ανακατεύονται» οι πολιτισμοί και τα αρώματά τους. Μαθαίνουν να συνυπάρχουν. Από κρατούμενοι γίνονται μαθητές και από συγκρατούμενοι συμμαθητές.
Η ευθύνη των έξω
Η πολιτεία και η κοινωνία έχουν μεγάλη ευθύνη όσον αφορά το τι θα γίνει μετά την αποφυλάκιση των παιδιών. Ό,τι και να κάνουμε μέσα στη φυλακή, θα φτάσει η ώρα που θα αποφυλακιστούν. Δεν έχουμε κάνει βήματα προκειμένου να προστατέψουμε τα παιδιά που βγαίνουν έξω. Τα προβλήματα που είχαν πριν μπουν στη φυλακή δεν τα έλυσε κανείς και, όσο περνούσαν τα χρόνια, αυτά μεγάλωναν. Βγαίνοντας έξω έχουν να αντιμετωπίσουν χειρότερες καταστάσεις από αυτές που άφησαν. Πολλά δεν μπορούν να τις αντέξουν, αν δεν τους βοηθήσει κάποιος.
Τα παιδιά αυτά είναι παιδιά της πολιτείας, αλλά και παιδιά της κοινωνίας. Χρειάζεται η πολιτεία να θεσμοθετήσει, να φτιάξει δομές, αλλά χρειάζεται κι εμείς να τις υπηρετήσουμε, να τα συμπεριλάβουμε στην καθημερινότητα.
Ο εκπαιδευτικός βλέπει το πρόβλημα μπροστά του και οφείλει να ταρακουνήσει την κοινωνία για να προστατέψει το παιδί. Η κοινωνία ολόκληρη οφείλει να προστατέψει το παιδί.
Οι ανάγκες των μαθητών είναι πολλές και διαρκείς. Αν θέλετε να βοηθήσετε, μπορείτε να επικοινωνήσετε με τον Πέτρο Δαμιανό μέσω της σελίδας του στο Facebook.