Μια νέα έκθεση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) και άλλων υπηρεσιών του ΟΗΕ αποκαλύπτει μια σημαντική πρόοδο στην παγκόσμια υγεία: η μητρική θνησιμότητα μειώθηκε κατά 40% μεταξύ 2000 και 2023. Αυτή η θετική εξέλιξη αποδίδεται κυρίως στη βελτίωση της πρόσβασης σε ποιοτικότερες υπηρεσίες υγείας. Ωστόσο, η έκθεση επισημαίνει ότι ο ρυθμός της προόδου έχει επιβραδυνθεί αισθητά κατά την τελευταία δεκαετία, ενώ σε ορισμένες περιοχές παρατηρείται ακόμη και υποχώρηση.
Η Πασκάλ Αλότεϊ, διευθύντρια σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας του ΠΟΥ, τόνισε την κρισιμότητα της κατάστασης: «Σε κάποιες περιοχές ήδη παρατηρείται υποχώρηση. Σε αυτό το εύθραυστο πλαίσιο, ο εφησυχασμός δεν είναι απλώς επικίνδυνος, αλλά θανατηφόρος».
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις του ΠΟΥ, περίπου 260.000 γυναίκες έχασαν τη ζωή τους το 2023 εξαιτίας επιπλοκών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης ή του τοκετού, ένα τραγικό γεγονός που αντιστοιχεί σε «έναν θάνατο κάθε δύο λεπτά». Η κατάσταση ήταν ιδιαίτερα δραματική σε χώρες που αντιμετώπιζαν συγκρούσεις ή φυσικές καταστροφές. Ανησυχητικό είναι το γεγονός ότι οι ΗΠΑ συγκαταλέγονται στις τέσσερις χώρες όπου το ποσοστό μητρικής θνησιμότητας έχει αυξηθεί σημαντικά από το 2000, μαζί με τη Βενεζουέλα, τη Δομινικανή Δημοκρατία και την Τζαμάικα.
Η Τζένι Κρέσγουελ, επιστήμονας του ΠΟΥ και συντάκτρια της έκθεσης, αναγνώρισε ότι το ποσοστό μητρικής θνησιμότητας στις ΗΠΑ είναι «πολύ χαμηλό», αλλά τόνισε ότι «πρόκειται για μια χώρα στην οποία παρατηρούμε ανοδικές τάσεις». Συγκεκριμένα, από το 2000 έως το 2023, το ποσοστό μητρικής θνησιμότητας στις ΗΠΑ αυξήθηκε κατά 38%. Η έκθεση σημειώνει ότι είναι ακόμη πρόωρο να εκτιμηθούν οι επιπτώσεις της κατάργησης της ομοσπονδιακής προστασίας του δικαιώματος στην άμβλωση.
Η πανδημία COVID-19 είχε επίσης αρνητικό αντίκτυπο στη μητρική θνησιμότητα. Το 2021 καταγράφηκαν 40.000 περισσότεροι θάνατοι γυναικών κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης και του τοκετού σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, με τον συνολικό αριθμό να φτάνει τους 322.000.
Ο γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, Τέντρος Αντανόμ Γκεμπρεγεσούς, τόνισε την ανάγκη για συνεχή δράση: «Αν και στην έκθεση υπάρχουν αχτίδες ελπίδας, τα στοιχεία υπογραμμίζουν επίσης πόσο επικίνδυνη παραμένει ακόμη και σήμερα η εγκυμοσύνη σε μεγάλο μέρος του κόσμου, παρά το γεγονός ότι υπάρχουν λύσεις». Πρόσθεσε δε ότι «εκτός από το να εγγυηθούμε πρόσβαση σε περιγεννητική φροντίδα ποιότητας, είναι ζωτικής σημασίας να ενισχύσουμε την υγεία και τα αναπαραγωγικά δικαιώματα των γυναικών και των κοριτσιών».
Η δημοσίευση της έκθεσης συμπίπτει με μεγάλες μειώσεις στην ανθρωπιστική βοήθεια, ιδίως μετά την επιστροφή του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ. Ο Μπρους Έιλγουορντ, αναπληρωτής γενικός διευθυντής του ΠΟΥ, προειδοποίησε ότι «ένα από τα βασικά μηνύματα είναι ότι οι περικοπές στη χρηματοδότηση δεν θέτουν απλώς σε κίνδυνο την πρόοδο (που έχει επιτευχθεί), αλλά ενδέχεται να προκαλέσουν πισωγύρισμα», με επιπτώσεις αντίστοιχες με την πανδημία.
Ο ΠΟΥ επισημαίνει ότι οι περικοπές έχουν ήδη οδηγήσει σε περιορισμό ζωτικών υπηρεσιών υγείας για μητέρες, νεογνά και παιδιά σε πολλές χώρες, με μειωμένο προσωπικό, κλειστές κλινικές και διακοπή αλυσίδων ανεφοδιασμού.
Η έκθεση αναδεικνύει επίσης τις σημαντικές ανισότητες που υπάρχουν παγκοσμίως. Η υποσαχάρια Αφρική σημείωσε σημαντική πρόοδο, με μείωση της μητρικής θνησιμότητας κατά περίπου 40% από το 2000 έως το 2023. Ωστόσο, περίπου το 70% των μητρικών θανάτων το 2023 εξακολουθούσε να εντοπίζεται στην περιοχή αυτή. Επιπλέον, από το 2015 παρατηρείται στασιμότητα στην καταπολέμηση της μητρικής θνησιμότητας σε πολλές άλλες περιοχές του κόσμου.