Αν ήταν ράπερ από το νότιο Παρίσι ή το Χάκνεϊ του Λονδίνου, το πιο πιθανό είναι ότι η μουσική του θα συνόδευε σκηνές από σειρές crime όπως το «Top Boy», χαρίζοντάς τους cult status, ή να ακουγόταν στους τίτλους ταινιών για την άγρια ζωή στα προάστια. Αν παρακολουθείς από την οθόνη τη σκληρή πλευρά της πόλης, τα ναρκωτικά, η ρατσιστική βία και ο αγώνας για επιβίωση σε έναν κόσμο γεμάτο αδικία και οργή είναι cool –πάντα ήταν cool οι ταινίες και οι σειρές–, όταν όμως ένας ράπερ ασχολείται με τους νέους ανθρώπους που δεν είναι προνομιούχοι, περιγράφοντας τις ίδιες εικόνες στα προάστια της Αθήνας, μιλώντας την ίδια γλώσσα, είναι «βρομόστομος και χυδαίος».
Το «Hoodrich» του Skam, το πρώτο του άλμπουμ, είναι ένας δίσκος για το Ζεφύρι και τη γειτονιά όπου μεγάλωσε και μένει, κινηματογραφικό, γεμάτο ρεαλιστικές εικόνες και αλήθειες, από τα «Τριαντάφυλλα», που το ανοίγουν ανατριχιαστικά με τον στίχο «Όλοι στραβοκοιτάνε κάπως μες στη γειτονιά μου, αν πετύχω θα ’ναι λάθος μου / κι αν πεθάνω, μάγκα, αύριο μεθαύριο, όλο το Ζεφύρι τριαντάφυλλα στον τάφο μου» μέχρι το αυτοβιογραφικό «Morales», που το κλείνουν. Morales είναι το ψευδώνυμο του 23χρονου ράπερ που δουλεύει αυτό το άλμπουμ εδώ και έναν χρόνο, κατορθώνοντας κάτι εκπληκτικό στα δώδεκα κομμάτια του: να φτιάξει έναν τραπ δίσκο εξαιρετικής ομοιογένειας ηχητικά, αλλά με μεγάλη ποικιλία, που μπορεί να ξεσηκώσει στο κλαμπ, αλλά να ακούγεται και ως ντοκουμέντο των γκετοποιημένων προαστίων του 2021, γιατί τίποτα δεν είναι πιο αντιπροσωπευτικό για τη ζωή στο Ζεφύρι σήμερα από αυτά τα τραγούδια.
Ραπάρω κυρίως γι’ αυτό που ζω εδώ που μένω. Για το struggle που έχω περάσει και έχει περάσει κάθε παιδί που μένει στα Δυτικά. Τα Δυτικά με νιώθουν λίγο παραπάνω.
Τα κομμάτια του Skam είναι χορευτικά, αλλά δεν είναι εύκολα, έχουν μελωδία και λυγμό, είναι σκοτεινά και ακόμα και όταν μιλάει για Louis Vuitton και χλιδή, ξέρεις ότι αυτά αναφέρονται σαρκαστικά και συμβολικά, περισσότερο ως άπιαστα όνειρα και απραγματοποίητοι στόχοι. Δεν είναι κακό να κάνεις όνειρα και το ελληνικό ραπ αυτήν τη στιγμή είναι κυρίως αυτό, ένα όνειρο που προσπαθούν όλοι να το ζήσουν. Ο καθένας με τον τρόπο του και από διαφορετικό background και πλευρά, ωστόσο όλοι στο ίδιο στοχεύουν: σε καλύτερη ζωή και επιτυχία. Ο Skam μιλάει μια γλώσσα που μπορεί να κάνει τα τραγούδια του απαγορευτικά στο ελληνικό ραδιόφωνο, αλλά είναι λιγότερο «πρόστυχη» και σοκαριστική από αυτά που έχουμε δει τις τελευταίες μέρες στα δελτία ειδήσεων και έχουμε διαβάσει στις εφημερίδες.
Το Ζεφύρι όπου τον συναντάμε φλέγεται από τον καύσωνα, οι άνθρωποι στον μαχαλά όπου μας πάει για τη φωτογράφιση καταβρέχουν τον δρόμο και παιδάκια παίζουν μέσα στα λασπόνερα. Από το ηχοσύστημα του Smart που προηγείται και μας δείχνει τον δρόμο ακούγεται στη διαπασών το «Gang» του Skam και οι μπόμπιρες (τριών και τεσσάρων ετών) λικνίζονται τόσο ταιριαστά στον ρυθμό, που αναρωτιέσαι αν κάποιος τους έχει χορογραφήσει.
— Πες μου για σένα και για το background σου. Πού έχεις γεννηθεί; Σε τι περιβάλλον μεγάλωσες;
Είμαι γέννημα-θρέμμα κάτοικος Ζεφυρίου, οπότε πιστεύω ότι ο κόσμος πάνω-κάτω μπορεί να καταλάβει στο περίπου με αυτά που έχει ακούσει κι έχει δει για τη γειτονιά μου σε τι περιβάλλον έχω μεγαλώσει. Το να μεγαλώνει κάποιος σε τέτοιες γειτονιές το βλέπω ως ευχή και κατάρα. Αν δεν είχα μεγαλώσει εδώ, πιστεύω πως θα ήμουν τελείως διαφορετικός άνθρωπος, μπορεί να μην έκανα και τίποτε από όλα αυτά που έχω κάνει ως τώρα.
Στο σπίτι μου έπαιζαν κυρίως λαϊκά, όπως και σε κάθε ελληνική οικογένεια, πιστεύω. Αλλά το ραπ ήρθε νωρίς στη ζωή μου, λόγω του μεγαλύτερου αδελφού μου. Δεν θυμάμαι ακριβώς σε τι ηλικία ήμουν, αλλά θυμάμαι ότι είχαμε βγει κάπου έξω, πέρασε ένας τυπάς που πούλαγε CD και ο αδελφός μου πήρε το «All eyez on me» του 2Pac. Νομίζω ότι μετά από αυτό μπήκαμε στο κόλπο». Ήρθαν οι Wu-Tang, o 50 Cent, oι Cypress Hill και πολύ αργότερα ήρθε το ελληνικό ραπ, Terror X Crew, ΖΝ κ.λπ.
Όσο με θυμάμαι, ασχολούμαι με το ραπ, όλα ήταν ραπ στη ζωή μου. Ξεκίνησα να γράφω από μικρή ηλικία, αγοράζαμε μικρόφωνα και ηχογραφούσαμε σε προγράμματα που ούτε να τα κάνουμε export δεν μπορούσαμε (γελάει).
— Γιατί κανείς ραπ; Γιατί σε ενδιέφερε να κάνεις ραπ και όχι να τραγουδήσεις κάποιο άλλο μουσικό είδος;
Γιατί υπήρχε μόνο αυτό για μένα. Αυτό ήταν για μένα.
— Με τι άλλο ασχολείσαι, εκτός από τη μουσική;
Αυτήν τη στιγμή ασχολούμαι μόνο με τη μουσική. Σταμάτησα το σχολείο στην Α’ Λυκείου, λόγω οικονομικών προβλημάτων στο σπίτι, ένιωθα ότι κάπως έπρεπε να επιβιώσουμε. Έχω κάνει αρκετές δουλειές στο παρελθόν, μεροκάματο, και έχω βγάλει με διάφορους τρόπους χρήματα από τον δρόμο. Γύρω στα 17-18 ήρθε και το tattoo στη ζωή μου, δούλεψα στην αρχή στο σπίτι, έπειτα σε στούντιο και μετά το σταμάτησα γιατί είχα τόσα πράγματα να κάνω με τη μουσική που είπα ή το ένα ή το άλλο.
Γενικά, ο κόσμος πρέπει να ξέρει ότι δεν κρίνονται οι ικανότητες και το ταλέντο των ανθρώπων από το πόσα πτυχία έχουν, πολλοί τα κράτησαν μόνο για την κορνίζα.
— Για τι ραπάρεις;
Κυρίως γι’ αυτό που ζω εδώ που μένω. Για το struggle που έχω περάσει και έχει περάσει κάθε παιδί που μένει στα Δυτικά. Τα Δυτικά με νιώθουν λίγο παραπάνω.
— Πόσο real είναι οι στίχοι στα κομμάτια σου;
Πολλές φορές σκέφτομαι: «Να φιλτράρω τον τρόπο που τα λέω, και αυτά που λέω;». Νιώθω ότι έχουμε ευθύνη όλοι, είμαστε επιρροή για τη μικρότερη ηλικία που μας ακούει. Άλλα, όσο εγωιστικό κι αν είναι, δεν το κάνω, σέβομαι τον εαυτό μου και τα πιστεύω μου και δεν θα έγραφα, ούτε θα πλάσαρα ψέμα στον κόσμο. Οπότε, ό,τι βγαίνει από μένα είναι 110% real, όχι απλώς 100%.
Δεν γίνεται να μη σε επηρεάζει ό,τι συμβαίνει γύρω σου. Αν ανοίξεις την τηλεόρασή σου ή τα social media, σ’ το υπενθυμίζουν. Αν βγεις έξω και κάνεις μια βόλτα το βλέπεις, είτε στη γειτονιά μου, με ό,τι συμβαίνει, είτε σε όλη την Ελλάδα με την πανδημία. Πλέον δεν γράφω, ό,τι ηχογραφώ είναι freestyle, οπότε το αποτέλεσμα θα είναι ό,τι vibe έχω εκείνη τη στιγμή.
Όλα τα παιδιά αυτήν τη στιγμή θέλουν να γίνουν ράπερ, επειδή πιστεύουν πως είναι ο εύκολος δρόμος. Πως είναι μόνο φήμη, γυναίκες, κλαμπ και επιτυχία. Κάθε μορφή τέχνης έχει πίεση και απογοητεύσεις. Δεν είναι κάτι εύκολο, ανοίγουν το autotune και νομίζουν ότι «έγιναν». Δεν σε κάνει ράπερ αυτό, πόσο μάλλον μουσικό. Ξέρεις, θα πέσει καμιά πανδημία περίεργη σε καμιά εικοσαριά χρόνια και δεν θα υπάρχουν γιατροί γιατί θα είναι όλοι ράπερ (γελάει). Εντάξει, πέρα από την πλάκα, πιστεύω πως όσο πιο πολύ υλικό βγαίνει προς τα έξω, τόσο πιο εύκολα θα ξεχωρίσουν οι καλύτεροι.
— Γιατί υπάρχει αυτή η οργή και η «παραβατική» θεματολογία στους στίχους;
Όλα συνδέονται με όσα έχει ζήσει η νέα γενιά τα τελευταία χρόνια. Από πού να ξεκινήσω; Από την οικονομική κρίση; Οικογένειες δεν έχουν να φάνε, δεν υπάρχουν ευκαιρίες για κανέναν. Δουλεύεις για έναν μισθό που δεν σου επιτρέπει να πληρώσεις ούτε τα μισά σου έξοδά σου. Αστυνομικοί χτυπάνε και σκοτώνουν παιδιά, κατηγορούν τους πολίτες, μετά πολίτες χτυπάνε αστυνομικούς. Έναν χρόνο ο κόσμος μες στην κατάθλιψη. Εξαφανίζονται παιδιά, οι μισοί βιαστές βγαίνουν αθώοι . Η νέα γενιά βασανίζεται κάθε μέρα, είναι λογικό να υπάρχει οργή και όχι μόνο στους στίχους.
— Στην Trapsion πώς μπήκες;
Το 2017 είχε διοργανώσει ο William από τους Athens Bros ένα live με τον Billy Sio και με είχε βάλει για opening. Μία εβδομάδα πριν από αυτό το live εμφανιζόταν ο Sio στο Γκάζι και είχα πάει να τον ακούσω. Μόλις τελείωσε το live, πλησίασα, μιλήσαμε και στο τέλος μου λέει: «Σε θέλω στην Trapsion, είσαι έτοιμος;». Προφανώς και ήμουν. Του έστειλα κι άλλες δουλειές μου και μετά την κυκλοφορία του «Menidin» μπήκα επίσημα στην Trapsion. Ο Sio έφερε το τραπ στην Ελλάδα. Όταν τον άκουγα, ήμουν δεκαπέντε χρονών και τότε κανείς δεν ήξερε τι ήταν τραπ. Μιλούσε για τη γειτονιά του και ο ήχος του ήταν αυτό που ήθελα να βγάζω κι εγώ, οπότε η Trapsion ήταν αυτό που έπρεπε.
— Πες μου για το «Hoodrich». Πόσο καιρό το δούλευες, τι περιέχει, ποιοι έχουν συνεργαστεί;
Ήταν ένας δίσκος που δούλευα έναν χρόνο, όλα τα κομμάτια ηχογραφήθηκαν στο σπίτι μου, ήταν γενικώς μια solo δουλειά, από το mix/master, που έγινε από μένα, ως και τα εξώφυλλα. Είμαι «εγώ στη γειτονιά μου που ψάχνω τρόπο να γίνω πλούσιος». Κέρδισα τη γειτονιά μου και πάω για την υπόλοιπη Ελλάδα, αυτό σημαίνει το «Hoodrich». Κάθε κομμάτι είναι διαφορετικό και χαίρομαι πολύ για το αποτέλεσμα και για την αγάπη που πήρα από τον κόσμο. Τα περισσότερα beats έγιναν από τον Guess, δικό μας παιδί από το hood, λίγα τετράγωνα πιο κάτω από μένα, από τον LilRiico, τον 88alex, τον YoungBee, τον ArtimoX και τον Sope. Δεν ήθελα να βάλω συνεργασία με κάποιον άλλο ράπερ «γνωστό», ήθελα να πάει τελείως με την αξία μου και όχι να πάρει streams και views λόγω του άλλου, έτσι επέλεξα μόνο από την ομάδα μου: τον Billy Sio στο κομμάτι «Χάνω» και τον Σκληρό και τον Τρανό στο «Trapsion Cartel». Ο δίσκος κυκλοφόρησε στις 30/4 αποκλειστικά στο Spotify και στις 5/6 ανέβηκε στο YouTube για όσους δεν είχαν τη δυνατότητα να το ακούσουν στο Spotify. To «Hoodrich» είναι ένας δίσκος classic και ελπίζω να εκτιμηθεί.
Το «Τριαντάφυλλα», το intro του δίσκου, είναι τέρμα βιωματικό κομμάτι, τα lyrics πιστεύω πως καλύπτουν περισσότερο από την περιγραφή που θα έδινα. Το «Suicide» είναι ένα τέρμα drill κομμάτι για το hood μου. «Δεν μπορώ να δείξω ό,τι κάνουμε live» και ισχύει, όντως. Το «Gang» είναι ένα «success» club vibe, γιορτάζω με το gang θα το ’λεγα, όπως και το «Nice». Το «Ψέματα» είναι σκέτη παρανομία. To «Χάνω», Το «Free my dogs» και το «IDK» είναι κομμάτια που σου δίνουν vibes περίεργα, με τα οποία πιστεύω ότι δεν μπορούν να ταυτιστούν όλοι, είναι πολύ σοβαρά. Το «Πόσο Κάνει» είναι ένα track που το έχω ζήσει αρκετά με αυτά που έχω κάνει στα κλαμπ, δεν μπορώ να πω περισσότερα (γελάει). Το «Morales» και το «Trapsion Cartel» είναι tracks που θέλω να τα παίξω σε stages και να τα «σπάσω» όλα με τον κόσμο, ιδίως με το «Cartel», που είναι τέρμα «οπαδικό» κομμάτι για τους Trapsion fans.
— Όταν γράφεις τους στίχους, σκέφτεσαι ποιος θα τους ακούσει; Σε ποιον απευθύνεσαι;
Όχι ιδιαίτερα, κάνω μουσική πρώτα για μένα και μετά για τον κόσμο. Άμα εγώ το ακούω και «χτυπιέμαι», θα το δώσω στον κόσμο.
— Τι σου αρέσει πολύ να κάνεις, πέρα από τη μουσική;
Θέλω ήρεμη ζωή, γενικά. Λόγω μουσικής, έχω ζήσει και ζω όλα τα «extra», αλλά, πέρα από αυτά, μου αρέσει το καλό φαΐ, πολλές φορές μαγειρεύω, πίνω κανένα ποτό χαλαρό έξω, βλέπω ταινίες, κάνω ψώνια, ό,τι κάνει όλος ο κόσμος. Έχω γίνει και λίγο gamer λόγω των Unboxholics και «καίγομαι» λίγο παραπάνω, αλλά τον περισσότερο χρόνο φτιάχνω μουσική.
— Φαίνεται να υπάρχει μια αποστροφή στην ελληνικότητα στη θεματολογία των στίχων των νέων ράπερ. Έχεις την εντύπωση ότι δεν αναφέρονται στην ελληνική κοινωνία.
Νομίζω πως είναι λογικό, είναι κάτι που έχει έρθει από την Αμερική, επηρεάζονται από τους ξένους ράπερ. Όσο για τους στίχους του «Hoodrich», είναι κάτι πιο προσωπικό, βασίζεται στη γειτονιά μου και στον εαυτό μου, για την κοινωνία θα συζητήσω με τους φίλους μου. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν και ράπερ που μιλάνε για την κοινωνία και το κάνουν καλά, όπως ο ΛΕΞ.
— Μπορεί να υπάρξει ράπερ χωρίς beef ή είναι μέρος της «μυθολογίας» του;
Μπορεί να υπάρχει ράπερ χωρίς beef, όταν θα κοιτάει μόνο τη δουλειά του, όταν το σύμπαν δεν γυρνάει γύρω από τον εαυτό κανενός. Προσωπικά, δεν έχω beef με κανέναν, ό,τι παρεξήγηση έχει γίνει με κάποιον, φταίνε οι ακροατές και οι ίντριγκες που δημιουργούνται στα social media, λες κάτι και το βαφτίζουν κάτι άλλο. Για μένα το ιδανικό θα είναι ο καθένας να κοιτάει τη δουλειά του και να βγάζει το ψωμί του, δεν είναι απαραίτητο να τους γουστάρεις όλους.
— Ποια θα ήταν μια ιδανική συνέχεια για σένα;
Να συνεχίσω να κάνω αυτό που κάνω και ό,τι είναι να έρθει, θα έρθει.
ΠΗΓΗ : lifo