Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μέσω της έκθεσης Debt Sustainability Monitor, επιβεβαιώνει τη βιωσιμότητα και τη συνεχή αποκλιμάκωση του ελληνικού χρέους, βασισμένη σε στοιχεία έως το τέλος του 2024. Ο βασικός κίνδυνος για το χρέος εντοπίζεται στο ύψος του, με την πιθανότητα επιπτώσεων σε περίπτωση απότομης αύξησης των επιτοκίων ή επιβράδυνσης της ανάπτυξης. Ωστόσο, ακόμη και σε ακραία σενάρια, η τάση μείωσης του χρέους διατηρείται, αν και θα μπορούσε να οδηγήσει σε υψηλότερο επίπεδο χρέους το 2035 σε σχέση με το βασικό σενάριο.
Σύμφωνα με τις προβλέψεις της Επιτροπής, το ελληνικό χρέος θα μειωθεί στο 146,8% του ΑΕΠ το 2025, στο 142,4% το 2026 και στο 138,6% το 2027, με την Ελλάδα να στοχεύει σε χαμηλότερο χρέος από την Ιταλία. Η αποκλιμάκωση θα συνεχιστεί με βραδύτερο ρυθμό, με το χρέος να εκτιμάται στο 129,3% του ΑΕΠ το 2030 και στο 119,1% το 2035. Το πρωτογενές πλεόνασμα αναμένεται να παραμείνει άνω του 2% του ΑΕΠ έως το 2030 και να υποχωρήσει στο 1,5% μεταξύ 2031 και 2035.
Οι χρηματοδοτικές ανάγκες του ελληνικού χρέους θα διατηρηθούν κάτω από το 15% του ΑΕΠ κατά μέσο όρο μέχρι το 2032, ενώ από το 2033 θα αυξηθούν λόγω αποπληρωμών του δανείου από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας.
Παρόλο που η Επιτροπή δεν αναγνωρίζει άμεσους κινδύνους για τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, επισημαίνει πιθανές προκλήσεις, όπως η ενδεχόμενη ενεργοποίηση κρατικών εγγυήσεων, η εκκαθάριση κόκκινων δανείων και οι δικαστικές αποφάσεις υπέρ κοινωνικών ομάδων, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τους δημοσιονομικούς στόχους της χώρας.