Την Μεγάλη Πέμπτη (17.04.2025) η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) καλείται να λάβει κρίσιμες αποφάσεις για τα επιτόκια δανεισμού, με τον εμπορικό πόλεμο και τους επιβαλλόμενους δασμούς να σκιάζουν την ευρωπαϊκή οικονομία.
Διεθνείς αναλυτές εκτιμούν ότι το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ θα προχωρήσει σε νέα μείωση των επιτοκίων κατά 0,25%, ενώ δεν αποκλείεται και μία ακόμη μείωση εντός του έτους. Η αιτία είναι οι αυξανόμενες ανησυχίες για τις επιπτώσεις των δασμών στην ανάπτυξη και τον πληθωρισμό στην Ευρώπη, οι οποίες δεν έχουν ακόμη αποτυπωθεί πλήρως στα οικονομικά στοιχεία.
Παρά την προσωρινή αναστολή των αμερικανικών δασμών κατά της ΕΕ για τρεις μήνες, η εισφορά 10% στα ευρωπαϊκά προϊόντα και το 25% σε χάλυβα και αλουμίνιο παραμένουν σε ισχύ. Στην Φρανκφούρτη, οι κεντρικοί τραπεζίτες προβληματίζονται έντονα για τον τρόπο με τον οποίο οι δασμοί θα επηρεάσουν τις επόμενες αποφάσεις νομισματικής πολιτικής.
Έμφαση δίνεται στην επιβράδυνση της ανάπτυξης, η οποία αναμένεται να ενταθεί σε μια περίοδο που η ευρωπαϊκή οικονομία ήδη παρουσίαζε αναιμικούς ρυθμούς. Οι προβλέψεις για την ανάπτυξη της ευρωζώνης το 2025 είναι μόλις 0,9%, χωρίς να λαμβάνονται υπόψη οι πιθανές συνέπειες μιας περαιτέρω κλιμάκωσης του εμπορικού πολέμου μετά το πέρας του τριμήνου.
Οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό είναι πιο ασαφείς. Παρόλο που οι δασμοί αναμένεται να ασκήσουν ανοδικές πιέσεις, η μέχρι τώρα πορεία του πληθωρισμού θεωρείται ικανοποιητική, με τον στόχο του 2% για την ευρωζώνη να είναι εφικτός εντός του 2025, εκτός απροόπτου.
Με αυτά τα δεδομένα, η ΕΚΤ αναμένεται να αντιδράσει στην απειλή της ύφεσης επιταχύνοντας τις μειώσεις των επιτοκίων για να τονώσει την ανάπτυξη, ενδεχομένως οδηγώντας τα κάτω από το ουδέτερο επίπεδο. Ωστόσο, αυτό το σενάριο εγκυμονεί κινδύνους, καθώς σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις των δασμών στις τιμές, μια απότομη μείωση του κόστους χρήματος θα μπορούσε να προκαλέσει ένα νέο πληθωριστικό σοκ. Οικονομολόγοι δεν αποκλείουν ακόμη και αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ έως τον Φεβρουάριο του 2026.
Η ΕΚΤ βρίσκεται σε μια λεπτή ισορροπία, καθώς τα εργαλεία της νομισματικής πολιτικής φαίνονται ανεπαρκή για να προσφέρουν ασφάλεια. Οι δημοσιονομικές αποφάσεις των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων και η έκβαση της οικονομικής διπλωματίας τους επόμενους τρεις μήνες θα διαδραματίσουν καθοριστικό ρόλο.
Επιπτώσεις στην Ελλάδα
Οι επιπτώσεις της κατάστασης στην ελληνική οικονομία είναι άμεσες και έμμεσες. Οι άμεσες συνέπειες αφορούν τις εξαγωγές, καθώς ο δασμός 10% πλήττει ήδη εξαγωγές ύψους 2,4 δισ. ευρώ. Μια επιβράδυνση στην ευρωζώνη θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση της ζήτησης για ελληνικά προϊόντα. Επιπλέον, η επιβολή ευρωπαϊκών δασμών στα αμερικανικά προϊόντα θα μπορούσε να αυξήσει τις πληθωριστικές πιέσεις στην Ελλάδα.
Οι έμμεσες συνέπειες σχετίζονται με τις αποφάσεις της ΕΚΤ για τα επιτόκια. Η αναμενόμενη μείωση κατά 0,25% θεωρείται θετική για την ελληνική ανάπτυξη, η οποία προϋποθέτει ένα χαλαρό νομισματικό περιβάλλον. Ωστόσο, μια ταχύτερη πορεία μειώσεων θα μπορούσε να ενισχύσει τον πληθωρισμό, ο οποίος στην Ελλάδα είναι ήδη υψηλότερος από τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Αντίθετα, μια καθυστέρηση στις μειώσεις των επιτοκίων θα μπορούσε να επηρεάσει αρνητικά την ανάπτυξη και τις επενδύσεις. Τα δημοσιονομικά περιθώρια της Ελλάδας θα μπορούσαν επίσης να στενέψουν, επηρεάζοντας τα σχέδια της κυβέρνησης για παροχές και ελαφρύνσεις.