Τους καρπούς των κινήσεων αντιστάθμισης κινδύνου έναντι της αποκλιμάκωσης των επιτοκίων στη ζώνη του ευρώ, είναι έτοιμες να δρέψουν οι ελληνικές τράπεζες.
Τα πιστωτικά ιδρύματα ενόψει της εκκίνησης της συγκεκριμένης διαδικασίας, έχουν ήδη από πέρυσι ξεκινήσει τις τοποθετήσεις σε παράγωγα προϊόντα για να προστατέψουν τα οργανικά τους έσοδα.
Με τον τρόπο αυτό κάθε μείωση του κόστους χρήματος από εδώ και στο εξής δεν θα επιφέρει μόνο απώλειες στο επιτοκιακό τους εισόδημα, αλλά και υπεραξίες μέσω της στρατηγικής hedging που εφαρμόζουν.
Τράπεζες: Με προγράμματα εθελουσίας εξόδου αλλά και νέες προσλήψεις ανανεώνουν το προσωπικό
Ως αποτέλεσμα, ο αντίκτυπος στα μεγέθη τους από τη χαλάρωση της νομισματικής πολιτικής, η οποία θα ξεκινήσει κατά πάσα βεβαιότητα την ερχόμενη Πέμπτη, θα είναι σαφώς χαμηλότερος.
Σύμφωνα με συγκλίνουσες εκτιμήσεις αναλυτών, οι παρεμβατικοί δείκτες της ΕΚΤ θα περικοπούν εφέτος κατά 75 μονάδες βάσης αθροιστικά και θα επιστρέψουν στα επίπεδα του 2% ως το τέλος του 2025.
Ως εκ τούτου, οι συστημικοί όμιλοι έχουν να περιμένουν κέρδη από τις θέσεις που έχουν ανοίξει.
Όλο το πλάνο
Από εκεί και πέρα όμως, το πλάνο τους περιλαμβάνει και άλλες πτυχές, για την επίτευξη του στόχου διατήρησης της καθαρής τους κερδοφορίας στη ζώνη των 3,5 δισ. ευρώ ετησίως έως και το 2026.
Πρόκειται για τις εξής:
– Καταθετική βάση
Οι μέσες αποδόσεις των λογαριασμών προθεσμίας, οι οποίοι αποτελούν τη μεγαλύτερη πηγή επιβάρυνσης των καθαρών τους εσόδων, βρίσκονται αυτήν τη στιγμή στα υψηλότερα επίπεδα από τα μέσα του 2015.
Σύντομα όμως, θα ξεκινήσει η αποκλιμάκωσή τους με στόχο οι περικοπές να συμβαδίσουν με την πορεία των επιτοκίων στα δάνεια.
– Μείωση κόστους MREL
Οι τράπεζες θα συνεχίσουν τον επόμενο 1,5 χρόνο τις ομολογιακές εκδόσεις, στο πλαίσιο της στρατηγικής τους για εκπλήρωση των τελικών στόχων (1/1/2026) ως προς τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, με βάση την οδηγία MREL.
Η μείωση του κόστους χρήματος, σε συνδυασμό με τις αναμενόμενες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής τους αξιολόγησης, εκτιμάται ότι θα ωθήσουν σε αρκετά χαμηλότερα επίπεδα τα επιτόκια δανεισμού τους.
Ως αποτέλεσμα, θα περιοριστούν σημαντικά οι δαπάνες εξυπηρέτησης του χρέους τους.
– Πιστωτική Επέκταση
Μπορεί τα επιτόκια στα περισσότερα παλαιά δάνεια να υποχωρήσουν, ωστόσο ένα μέρος των απωλειών θα αναπληρωθεί από τις νέες χορηγήσεις.
Στόχο των τραπεζών αποτελεί η επιτάχυνση των ρυθμών πιστωτικής επέκτασης, προς την κατεύθυνση μεγέθυνσης του ενεργητικού τους.
Η προσπάθεια αυτή αναμένεται να υποστηριχθεί από τα χαμηλότερα επιτόκια χορηγήσεων στο νέο νομισματικό περιβάλλον, αλλά και από την ανακοπή της τάσης πρόωρων αποπληρωμών από αξιόχρεους πελάτες, οι οποίες συνεχίστηκαν και στο α΄ τρίμηνο του 2024.
– Προμήθειες
Ένα μέρος των απωλειών στα έσοδα από τόκους, σχεδιάζεται να αναπληρωθεί από την ενίσχυση του εισοδήματος από μη τοκοφόρες εργασίες.
Το στοίχημα αυτό μέχρις στιγμής κερδίζεται, όπως δείχνουν οι οικονομικές καταστάσεις που δημοσιεύουν οι τράπεζες.
Σύμφωνα με αυτές, το 2023 τα καθαρά έσοδα από προμήθειες ενισχύθηκαν σε ετήσια βάση κατά 8% στους 4 μεγάλους του κλάδου, ενώ στο α΄ τρίμηνο της νέας χρονιάς η άνοδος ήταν της τάξης του 6,5% σε σχέση με το δ΄ τρίμηνο της περυσινής χρήσης και 26% έναντι της αντίστοιχης περιόδου του περασμένου έτους.
Οι τάσεις αυτές εκτιμάται ότι θα συνεχιστούν τα επόμενα χρόνια, καθώς σταδιακά οι τράπεζες αλλάζουν το μοντέλο τιμολόγησης των υπηρεσιών τους.
– Έλεγχος λειτουργικού κόστους
Μεγάλη σημασία δίνουν οι τράπεζες στη συγκράτηση των λειτουργικών τους δαπανών, η οποία θεωρείται εφικτή, παρά τις αυξήσεις των μισθών και τον υψηλό ακόμη πληθωρισμό.
Στο πλαίσιο αυτό, τα προγράμματα εθελουσίας εξόδου θα συνεχιστούν, ενώ στοχευμένα θα γίνονται περικοπές σε ελαστικά έξοδα που δεν επηρεάζουν την παραγωγικότητά τους.
– Πιστωτικός κίνδυνος
Ένα από τα βασικά πλεονεκτήματα των τραπεζών στη νέα εποχή για το κόστος δανεισμού, αποτελούν οι χαμηλοί δείκτες μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων.
Πλέον κινούνται στην περιοχή του 4%, με τις τάσεις να παραμένουν πτωτικές. Το γεγονός αυτό επιτρέπει στις διοικήσεις τους να περιορίσουν την επιβάρυνση από τις προβλέψεις για τον πιστωτικό κίνδυνο.
Η στρατηγική αυτή διευκολύνεται και από τις πολύ χαμηλές εισροές νέων επισφαλειών, οι οποίες εκτιμάται ότι θα υποχωρήσουν ακόμη περισσότερο όταν τα επιτόκια θα αποκλιμακωθούν σε εύλογο βαθμό, τους επόμενους 18 μήνες.