Σε 6,3 δισ. ευρώ ανήλθε ο ενοποιημένος κύκλος εργασιών της Viohalco το 2023 έναντι 6,99 δισ. ευρώ το 2022, λόγω χαμηλότερων όγκων και μειωμένων τιμών μετάλλων.
Η ενοποιημένη λειτουργική κερδοφορία (αναπροσαρμοσμένο EBITDA) ανήλθε σε 537 εκατ. ευρώ έναντι 649 εκατ. ευρώ το 2022. Η επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης, καθώς και οι πληθωριστικές πιέσεις αντισταθμίστηκαν εν μέρει από τη αυξανόμενη ζήτηση που δημιουργείται χάρη στη συνεχιζόμενη τάση προς την «πράσινη» μετάβαση.
Τα ενοποιημένα κέρδη προ φόρων ανήλθαν σε 91 εκατ. ευρώ έναντι 375 εκατ. ευρώ το 2022, λόγω της πτώσης των τιμών μετάλλων που οδήγησε σε αρνητικά αποτελέσματα μετάλλου, καθώς και της αύξησης τουχρηματοοικονομικού κόστους. Ο καθαρός δανεισμός μειώθηκε σημαντικά κατά 184 εκατ. ευρώ στα 1.873 εκατ. ευρώ, χάρη στην αποτελεσματική διαχείριση του κεφαλαίου κίνησης, που ενισχύθηκε περαιτέρω από τις χαμηλότερες τιμές μετάλλων.
Το προτεινόμενο μικτό μέρισμα ανέρχεται στα 0,12 ευρώ ανά μετοχή.
Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα, ο διευθύνων σύμβουλος Ιπποκράτης Ιωάννης Στασινόπουλος δήλωσε: «Το 2023, οι εταιρίες της Viohalco απέδειξαν την ικανότητά τους να ανταποκρίνονται αποτελεσματικά στις μεταβαλλόμενες συνθήκες της αγοράς. Σε ένα περιβάλλον υψηλών επιτοκίων και πληθωριστικών πιέσεων, η Viohalco επέδειξε ανθεκτικότητα όσον αφορά στις επιδόσεις, ενώ μείωσε τα επίπεδα του δανεισμού της. Οι κλάδοι καλωδίων και σωλήνων χάλυβα σημείωσαν πολύ καλές επιδόσεις, καθώς ήταν σε θέση να υλοποιήσουν με επιτυχία υφιστάμενα έργα, εξασφαλίζοντας παράλληλα σημαντικά νέα έργα. Ο κλάδος χαλκού σημείωσε ισχυρή λειτουργική κερδοφορία, καταγράφοντας καλύτερη επίδοση σε σχέση με το σύνολο της αγοράς. Σε μία δυσμενή παγκόσμια συγκυρία ο κλάδος αλουμινίου διατήρησε το ανταγωνιστικό του πλεονέκτημα και εξακολούθησε να επεκτείνει το διαφοροποιημένο χαρτοφυλάκιό του σε ταχύτερα αναπτυσσόμενους και υψηλότερης προστιθέμενης αξίας τομείς προϊόντων. Τα αποτελέσματα του τομέα του χάλυβα επηρεάστηκαν από την υποτονική ζήτηση από τον κατασκευαστικό κλάδο της ΕΕ και από τον ανταγωνισμό από εισαγωγές χαμηλού κόστους. Τέλος, ο τομέας ακινήτων σημείωσε θετική επίδοση, λόγω της αυξανόμενης ζήτησης για υψηλής ποιότητας και βιώσιμα κτίρια στην Ελλάδα. Για τα επόμενα χρόνια, αναμένουμε ότι η τρέχουσα κάμψη της ζήτησης θα αντιστραφεί, καθώς οι δυναμικές μεγατάσεις βιωσιμότητας θα κυριαρχήσουν».
Μ.Τσιβ.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ