Στους επόμενους μήνες, η Ελλάδα καλείται να κινηθεί με στρατηγική ακρίβεια σε ένα τοπίο που θυμίζει διεθνή σκακιέρα με αυξανόμενη μεταβλητότητα. Με φόντο τον επανακαθορισμό των δημοσιονομικών κανόνων της Ευρώπης, τον κίνδυνο νέων εμπορικών εντάσεων με τις ΗΠΑ, και την ανάγκη απορρόφησης κοινοτικών πόρων σε καθεστώς αντίστροφης μέτρησης, η ελληνική οικονομία έχει μπροστά της ένα «τρίπτυχο προκλήσεων»: ρήτρα διαφυγής, εμπορικοί δασμοί, Ταμείο Ανάκαμψης.
Η πιθανή ενεργοποίηση της ρήτρας διαφυγής ανοίγει το δρόμο για δημοσιονομική ευελιξία, αλλά οι όροι είναι ακόμα υπό διαπραγμάτευση, με το παράθυρο ευκαιρίας να είναι στενό και χρονικά πιεσμένο. Η συζήτηση για το τι θεωρείται «αμυντική δαπάνη» ή «κοινή ευρωπαϊκή ασφάλεια» εμπλέκει τεχνικά, πολιτικά και γεωστρατηγικά ζητήματα, και κάθε καθυστέρηση μεταφράζεται σε απώλεια ελιγμών.
Την ίδια στιγμή, το μέτωπο των δασμών με τις ΗΠΑ επανέρχεται απειλητικά. Ο εμπορικός προστατευτισμός του Τραμπ όχι μόνο δεν είναι παρελθόν, ίσως επιστρέφει πιο επιθετικός από ποτέ. Το ενδεχόμενο οριζόντιας αύξησης των δασμών κατά 20% μπορεί να τινάξει στον αέρα εξαγωγικά πλάνα, να πιέσει το τουριστικό προϊόν και να συρρικνώσει την ανάπτυξη. Σε μια Ευρώπη που ήδη φοβάται ύφεση, η Ελλάδα δεν έχει περιθώριο να μείνει στάσιμη.
Και κάπου εκεί, το «Ελλάδα 2.0» πρέπει να αποδώσει. Τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης είναι κρίσιμα όχι μόνο για τη χρηματοδότηση έργων, αλλά για τη γενική εικόνα της χώρας στις αγορές. Κάθε αξιολόγηση που έρχεται, είναι και μια στροφή στον αγώνα δρόμου για αξιοπιστία, ανάπτυξη και επενδυτική εμπιστοσύνη.
Το υπουργείο Οικονομικών βρίσκεται στο επίκεντρο ενός πυκνού γεωοικονομικού τερέν, όπου κάθε απόφαση συνδέεται άρρηκτα με την επόμενη. Το ζητούμενο δεν είναι απλώς να αποφευχθούν οι κακοτοπιές , αλλά να μετατραπούν οι κρίσεις σε αφορμή για ενίσχυση της θέσης της Ελλάδας στο νέο οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται.
Ο χρόνος πιέζει. Και οι επόμενοι τρεις μήνες θα αποδείξουν αν η χώρα μπορεί να κινηθεί όχι απλώς αμυντικά, αλλά επιθετικά, εκεί που πρέπει.