Ο φιλέλληνας CEO της L’Οreal
Ο Ζαν-Πολ Αγκόν είναι ο ρομαντικός τυχοδιώκτης που συστήνεται ως «Aγώνας» για να καταδείξει τους ισχυρούς δεσμούς τους με την Ελλάδα, περνά τα καλοκαίρια του στην Αντίπαρο και αναζητά το πρότυπο της σύγχρονης ομορφιάς στα βάθη της Αφρικής και της Ασίας
Οταν συχνά πυκνά παίρνει το μικρόφωνο σε επίσημες εκδηλώσεις, γκαλά, φιλανθρωπικές πρωτοβουλίες και γενικά μέρη προσβάσιμα μόνο σε όσους έχουν γεμάτες τσέπες, απύθμενη επιρροή και διάσημα επίθετα, ο κραταιός άνδρας του κολοσσού L’Oreal συνηθίζει να συστήνεται: «Γεια σας. Με λένε Ζαν-Πολ Αγκόν. Το όνομά μου στα ελληνικά σημαίνει αγώνας. Φαντάζομαι, καταλαβαίνετε ότι είμαι ένας ιδιαίτερα φιλόδοξος και μαχητικός τύπος». Δεν θα μπορούσε κανείς να απέχει περισσότερο από το στερεοτυπικό προφίλ ενός διευθύνοντος συμβούλου όσο ο Ζαν-Πολ Αγκόν. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για τον άνθρωπο που ηγείται ενός εκ των διεθνών κολοσσών όπως είναι η L’Oreal. Αντί για τεχνοκράτη, όμως, θυμίζει περισσότερο εξερευνητή που επιθυμεί να αποκωδικοποιεί τις ανθρώπινες συμπεριφορές, τις αχαρτογράφητες αγορές, τους παρθένους κόσμους στον τομέα της ομορφιάς και τις αναδυόμενες χώρες.
Η τάση του να πρωτοπορεί, να αναλαμβάνει ρίσκα και να κυνηγάει διαρκώς την αλλαγή δεν συνάδει με κάποιον που κουβαλάει στους ώμους του την τύχη μιας εταιρείας αξίας δισεκατομμυρίων, η οποία απασχολεί χιλιάδες εργαζομένους σε όλο τον κόσμο κατέχοντας μεγάλο μερίδιο της αγοράς. Ο ρομαντικός τυχοδιωκτισμός που τον χαρακτηρίζει δεν επηρεάζει διόλου την απόδοσή του. Αντιθέτως, έχει το πάθος κάποιου που ηγείται μιας νεοφυούς επιχείρησης και ο ίδιος, άλλωστε, έτσι έχει πει ότι αντιμετωπίζει τον εαυτό του.
Απαιτεί να έχει άμεση επαφή με κάθε πτυχή της εταιρείας του, ακόμα και όταν πρόκειται για τη λειτουργία των αποθηκών. Δεν του διαφεύγει καμία λεπτομέρεια, διατηρεί επικοινωνία με κάθε τμήμα, όσο κομβικό ή ασήμαντο κι αν είναι, πιέζοντας όσους τον περιβάλλουν να στοχεύουν στην αριστεία. Ο ίδιος είναι γεμάτος ενέργεια και στρατηγική διορατικότητα. Συνεργάτες χρόνων αποκαλύπτουν ότι σε κάθε συνάντηση παρουσιάζει ιδέες που σοκάρουν αλλά και εντυπωσιάζουν. «Πώς δεν το σκέφτηκα αυτό;», είναι το ερώτημα που πλανάται μετά από κάθε σύσκεψη.
Ακόμα και σήμερα που αυτό δεν κρίνεται αναγκαίο, ο Αγκόν επιλέγει να περνάει το 40% του χρόνου του ταξιδεύοντας για να μη χάνει την επαφή του με τις πραγματικές γυναίκες. Ο παντοδύναμος αυτός άνδρας με τη θηριώδη περιουσία αφήνει το αυτοκίνητο, τον οδηγό και τη συνοδεία του και περπατάει στους δρόμους, π.χ., της Κένυας, της Γεωργίας παρατηρώντας τη μόδα, τα ρούχα, τις τάσεις.
kallos-7
Η σχέση του Ζαν-Πολ Αγκόν με τη χώρα μας έφερε και την απόφαση η L’Oréal να υποστηρίξει μια έκθεση αποκλειστικά αφιερωμένη στην ομορφιά της Αρχαίας Ελλάδας
Εναλλακτικές μέθοδοι
Συνεργάτες του έχουν ατύπως αποκαλύψει ότι μπαίνει σε κομμωτήρια και ινστιτούτα αισθητικής με το πρόσχημα ότι επιθυμεί μια θεραπεία. Καθ’ όλη τη διάρκειά της πιάνει την κουβέντα για να μάθει το σκεπτικό της μέσης γυναίκας της χώρας όπου βρίσκεται τη δεδομένη στιγμή. Εκτός των άλλων, ήταν ο πρώτος CEO που έβαλε για τα καλά τη νοοτροπία των φιλανθρωπιών στις μεγάλες εταιρείες. Εκείνο που ξεχωρίζει τον Αγκόν, όμως, είναι η επανεφεύρεση της παγκοσμιοποίησης. Οπως και άλλα νεότερα στελέχη της L’Oréal, στην αρχή της καριέρας του εργάστηκε στη σκιά του προκατόχου του Λίντσεϊ Οουεν-Τζόουνς, ο οποίος ανέλαβε μια εξαγωγική εταιρεία με καθαρόαιμο γαλλικό προσανατολισμό και την ανέδειξε σε παγκόσμια ηγέτιδα της βιομηχανίας καλλυντικών. Ο Αγκόν, όμως, ήταν αυτός που προχώρησε ένα βήμα παραπέρα λίγο καιρό αφότου ανέλαβε τα ηνία της εταιρείας. Ακολούθησε μια «στρατηγική καθολικότητας», όπως την ονόμασε. Παγκόσμια εταιρεία, αλλά και συγχρόνως τοπική, οικεία για κάθε πελάτη. Αυτό συνέπεσε με τη δημιουργία του στόχου για την προσθήκη ενός δισεκατομμυρίου νέων καταναλωτών της L’Oréal διπλασιάζοντας το πελατολόγιό της έως το 2020.
Ουσιαστικά, επαναπροσδιόρισε τα θεμέλια της εταιρείας. Ηταν ο πρώτος που έκρινε ότι η εταιρεία πρέπει να εστιάσει στο να ικανοποιεί περισσότερο και τις Αφροαμερικανές γυναίκες, αλλά και τις Ασιάτισσες. Προώθησε τις αναδυόμενες τεχνολογίες, τη βιώσιμη ανάπτυξη και την ποικιλομορφία. Εκτός από το να επεκτείνει τη L’Oreal, έχει πάθος να παίρνει μικρές επιχειρήσεις και να τις αναπτύσσει. Η Body Shop, που βρίσκεται κάτω από τη σκέπη της L’Oreal, είναι ένα τέτοιο παράδειγμα. Της έδωσε χρόνο να αναπτυχθεί, αποφασίζοντας ότι πρέπει να μην ανανεωθεί ως brand, αλλά να επανέλθει ως κάτι νέο, μοντέρνο.
Τα καλοκαίρια στην Αντίπαρο
Γεννήθηκε στην Μπουλόν-Μπιγιανκούρ, στα δυτικά προάστια του Παρισιού. Προερχόταν από μια προνομιούχα οικογένεια. Ο πατέρας του ήταν υψηλόβαθμο στέλεχος στη φαρμακοβιομηχανία και η μητέρα του αρχιτέκτονας. Σπούδασε στη σχολή Hautes Etudes Commerciales του Παρισιού και προσελήφθη στην εταιρεία πριν καν πάρει το πτυχίο του.
Μόλις σε ηλικία 25 ετών μεταφέρθηκε στην Ελλάδα και διορίστηκε γενικός διευθυντής της L’Oreal Greece, όπου έθεσε τις βάσεις μιας σταθερής επιχείρησης. Παρέμεινε τρία χρόνια στη χώρα, με την οποία τη σχέση του περιγράφει ως καρμική. Οι κοντινοί του άνθρωποι, δε, την αποκαλούν παθιασμένη. Η Ελλάδα συνδέθηκε με τη νεότητά του, την αρχή της καριέρας του και με κάποιον μαγικό τρόπο εισήλθε στο DNA του.
Οταν τον λένε φιλέλληνα, ο Αγκόν ανταπαντά ότι είναι περισσότερο Ελληνας από απλός φίλος της χώρας. Θεωρεί ότι εδώ είναι που ανδρώθηκε. Μιλάει σπαστά ελληνικά και αποκαλεί την Ελλάδα δεύτερη πατρίδα του. Το απέδειξε μάλιστα επιλέγοντας την Αντίπαρο για να περνάει τα καλοκαίρια του. Εχει φτιάξει ένα εντυπωσιακό σπίτι στο βορειοδυτικό τμήμα του νησιού, πάνω από την παραλία Σιφνέικο, και είναι γνώριμη φιγούρα στους μόνιμους κατοίκους.
Ο Αγκόν λατρεύει τη μοντέρνα τέχνη και θεωρείται σπουδαίος συλλέκτης. Δεν θα μπορούσε, λοιπόν, να μην είναι λάτρης και της ελληνικής τέχνης. Το γραφείο του κοσμεί ένα έργο του Αλέκου Φασιανού, για το οποίο έχει δηλώσει ότι του θυμίζει την Ελλάδα, αλλά και ότι δίνει την ευκαιρία σε όσους τον επισκέπτονται να «πάρουν μια γεύση από αυτή». Ακόμα και σήμερα ταξιδεύει και παραμένει ενεργός και μαχητικός.
ΠΗΓΗ